Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Τα Δέντρα

Μυρίζουν πανέμορφα καθώς τα προσπερνάω, χαϊδεύω τον κορμό τους όσο μου επιτρέπει η απόστασή μας. Χάνομαι στις ρυτίδες τους καθώς τα φύλλα στροβιλίζονται και τα κλαδιά πετάγονται στο ύψος μου. Μ'αρέσει να τα παρατηρώ, αειθαλή κι αγέρωχα, γερμένα και μελαγχολικά, κεφάτα και περήφανα. Βελανιδιές, ιτιές, ελάτια, πλατάνια.

Ακούω ξεχασμένες μελωδίες απ'το κουφάρι τους. Τα χνούδια με παρασύρουν σε μια άκρατη ονειροπόληση και γίνονται ένα με τον άνεμο. Ονόματα χαραγμένα στο σώμα τους με πάνε χρόνια πίσω. Αναδρομώ τις μικρές στιγμές τους. Τα Μεγάλα Σάββατα με χαρτιά μελανωμένα και καφέδες της καταβύθισης. Διαθλάσεις πολλαπλών εαυτών σκαλισμένες σε παρθένο μάρμαρο. Εικόνες και ήχοι και μυστικά περάσματα. Υποσυνείδητες διαδρομές κρατώντας αναμμένη την ίδια φλόγα, το ίδιο κερί από τότε.

Πάντα τα χέρια αγγίζουν με χειρουργική προσοχή τα συρτάρια. Κάθε άγγιγμα και μια παγίδα, την αποφεύγω μονάχα αν βρω τη σωστή απάντηση, λίγο πριν ξαναθυμηθώ πως δεν υπάρχει σωστή απάντηση και λάθος, αφού όποια κι αν δώσω αρκεί. Τότε μόνο τα ανοίγω αργά και μεθοδικά, μ' ένα ελαφρύ - σχεδόν μεταφυσικό - τρέμουλο.

Δεν νίκησα, αλλά ούτε και νικήθηκα.

Μερικές στιγμές έχουν μεγαλύτερη αξία από άλλες.

Όπως ο σεναριογράφος δίνει την πιο εντυπωσιακή ατάκα στον τριταγωνιστή, έτσι στα μικρά θα ψάχνουμε πάντοτε.

Η ζωή· μια αέναη αναζήτηση αυτοπραγμάτωσης.

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020

Εκεί


Το σώμα σου είχα οικία
πέρα απ'του κόσμου την προσδοκία 

Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2020

Τα παιδιά της Αυ..


Η μυρωδιά της θάλασσας ερχόταν από μακριά, την έφερνε ένα απαλό καλοκαιρινό αεράκι.

"Είναι ωραία η θάλασσα γιατί κινείται πάντα"

Ένα αεράκι που λίγο αργότερα μετατράπηκε σε μπόρα. Διαχρονική υπενθύμιση στη μνήμη, απ' αυτές που θυμάσαι όταν έχεις ξεχάσει να θυμηθείς. Αναβάτες του ονείρου του ο καθένας. Παιδιά που ανυπομονούσαν να μεγαλώσουν απορρίπτοντας τους κανόνες της ανήλικης πραγματικότητας, αρνούμενοι την νομοτέλειά της. Παιδιά που τις σχολικές εβδομάδες τους διαδέχονταν υπέροχες μέρες, ολοφώτεινες και φαινομενικά ατελείωτες, στα χώματα και την καυτή άμμο, με φαΐ στα βρώμικα και σαπουνόπερες στην τηλεόραση. Που έπιναν ηδύποτα ως επίφαση ενηλικίωσης. Λίγο πριν εξερευνήσουν τον κόσμο με τα ποδήλατά τους.

Λίγο πιο πέρα ένα οικόπεδο, γεμάτο ξερόχορτα και λαχανιασμένα απογεύματα μετά τον μεσημεριανό ύπνο που δεν παίρναμε ποτέ. Βρήκε χώρο απ' την μισάνοιχτη πόρτα που μπαίναμε παιδάκια και αστειεύτηκε μαζί μας. Σήκωσε απαλά απ' το χώμα τα σκονισμένα γάντια μας. Αυτά που φοράγαμε για να είμαστε έτοιμοι για κάθε μας αναμέτρηση, κρατώντας σφιχτά στη χούφτα το μπαλάκι των προσδοκιών, πριν αφήσει το χέρι μας για να βρει κάποιο άλλο - τυχαία, μοναδικά. Κι ύστερα τα ίδια χέρια να βγάζουν τα γάντια κι αναψοκοκκινισμένα να αγγίζουν το τηλέφωνο με μια ανάσα που μαρτυράει κρυμμένα μυστικά και τα ψιθυρίζει αθόρυβα στο αυτί.

Έβαλα κι εγώ τότε το χέρι στην καρδιά και την παρατήρησα να συντονίζεται στο ρυθμό της μουσικής. Τα κουρδισμένα αντανακλαστικά μου εκμυστηρεύτηκαν ότι η λύτρωση δεν χαρίζεται, παρά μόνο κερδίζεται και -προφανώς- όχι αναίμακτα. Πόσες ακόμη θερινές παύσεις πριν τη μεγάλη καταιγίδα; Πόσο γρήγορα να τρέξεις όταν σε πιάνουν ήδη οι πρώτες στάλες της βροχής; Μα εσύ αφήνεις το ποδήλατο στην άκρη και μπαίνεις σιγά κι αθόρυβα στη θάλασσα να κολυμπάς με παρέα τη βροχή και με το αεράκι να διαπερνάει το σώμα σου και να δίνεται ολοκληρωτικά σ' εκείνη την πλευρά του ονείρου.

Μιλάω λοιπόν για συνθηκολόγηση. Κι όχι σύνθλιψη

Μιλάω για αποδοχή κι όχι απομάκρυνση

Μιλάω για ό, τι δε μπορούσα να μιλήσω 

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2020

Learning How to Dive


I remember
Learning how to dive
Deep end board
I was high
I remember learning how to dive

I just had to go
To the end of the board
And distract myself
And go "Whee! What now?"
I just had to jump
You just have to jump
And touch the water
With the ends of your fingers

Πέμπτη 30 Ιουλίου 2020

Το Τζάμι


Έχεις γείρει στο τζάμι του λεωφορείου που σε πάει σπίτι. Η μέρα σου ήταν δύσκολη. Όπως κάθε μέρα πλέον. Το πρωί στις παραδόσεις και το απόγευμα στην προπόνηση. Το λεωφορείο περνά από μπροστά κι ανταλλάσσουμε ένα φευγαλέο βλέμμα. Είσαι ένα πρόσωπο άγνωστο και ταυτόχρονα ο πιο δικός μου άνθρωπος. Στο ακουμπισμένο στα πόδια σου σακίδιο βρίσκεται στριμωγμένο το αγαπημένο σου βιβλίο και μες στα παπούτσια σου έχεις ακόμη ίχνη απ' την καλοκαιρινή άμμο, την ίδια που πέρναγε μεσα από τα δάχτυλά σου καθώς περπάταγες βαριά πλάι στο νερό. Κλείνεις αβίαστα τα μάτια κι απολαμβάνεις τη μουσική στα ακουστικά του walkman. Παίζει μάλλον κάτι από Smiths ή Tori Amos, μια σαγηνευτική μελωδία ή ένα μελοδραματικό ξέσπασμα, ηχητική υπόκρουση στις πιο απαραβίαστες στιγμές εσωτερικής ανασκόπησης. Μετράς νοητά ένα-ένα τα ποτήρια της χτεσινής νύχτας, που ανέβηκες ζητώντας κάτι αόριστο, σαν άγγιγμα αυτοεπιβεβαίωσης. Τα άδοξα φλερτ, τα ανούσια ξενύχτια, τα τσιγάρα, τα ρούχα, τα αρώματα, τα πρόσωπα που σε βαραίνουν όλο και πιο πολύ. Γι' αυτό γέρνεις στο βρώμικο τζάμι του λεωφορείου. Σουρουπώνει και τα φώτα του δρόμου φέρνουν κάθε τόσο στην επιφάνεια το πρόσωπό σου, σκληρό και ταλαιπωρημένο μα συνάμα αινιγματικό, με μια απροσδιόριστη μελαγχολία .

Σε λίγες ώρες είναι Σάββατο βράδυ και θα βγεις με την παρέα σου σε μια από τις προβλέψιμες γειτονιές με τον πολύ κόσμο, τη δυνατή μουσική και τα λαμπερά φώτα. Θα κοιτάξεις τον κόσμο, θα σε κοιτάξει κι εκείνος. Παίρνεις μια βαθιά ανάσα και για λίγο αναμετράσαι με τις πιθανότητες. Τα σενάρια και οι - φαινομενικά - άπειρες διακλαδώσεις των επιλογών σε μπερδεύουν και ταράζεσαι, μα συνεχίζεις να αναρωτιέσαι. Και παραδίνεσαι μέσα της. Επιστρέφεις ύστερα στην πραγματικότητα και κλείνεις βιαστικά μέχρι πάνω το μαύρο φουσκωτό μπουφάν σου, λες και θες να κρατήσεις για πάντα στα σωθικά σου αυτό το συναίσθημα. Δε θυμάσαι πως ήταν. Ούτε πολύ καλά πως προέκυψε. Σκέφτεσαι πως οι άνθρωποι όσο διαφορετικοί κι αν είμαστε, στο τέλος της ημέρας, ο καθένας μας κουβαλάει τα δικά του ζόρια, την αγωνία και τη λαχτάρα του. Όλοι μαζί κοινωνοί των ίδιων αναγκών. Σκέψεις της σειράς, η ώρα βλέπεις είναι η καταλληλότερη για τέτοιες ανάλαφρες διαπιστώσεις. Κι όμως αν αφήσεις για λίγο παραπάνω το βλέμμα σου πάνω τους θα έχεις κάνει ένα βήμα πιο κοντά στην επίλυση του γρίφου. Κοιτάζεις εναλλάξ τον κόσμο στα πεζοδρόμια και κάνεις τα φανάρια σημάδια της διαδρομής, ελπίζοντας να μην αφαιρεθείς και κατέβεις σε άλλη στάση. Ξεχνιέσαι ονειροπολώντας, όπως πάντα. Μα η στάση σου είναι εκεί και σε περιμένει, φιλαράκι.

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2018

Charing Cross Rd


Φίλα με!
Ξανά και ξανά
Πιο δυνατά
Εδώ
 Στη μέση του δρόμου, στον κόσμο μπροστά
Γιατι σε λατρεύω
Και δε με νοιαζει τι θα πουν
Γιατι σε λατρεύω
Και θέλω ο κόσμος όλος να το μάθει

Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018

30




Μετράς τα δάχτυλα, είναι όσα χρόνια χρειάστηκαν για να φτάσεις ως εδώ. Οι μνήμες σε μεγάλωσαν, τα ρούχα σου σκονίστηκαν. Λόγια που ειπώθηκαν μυστικά σε τετράδια κι ύστερα θάφτηκαν σε συρτάρια, κασέτες γραμμένες, ραδιόφωνα, βιντεοκασέτες. Υπάρχουν ακόμη όλα. Λεωφορεία με ξέχειλες προσμονές. Γέλια και αγωνίες. Βιασύνη να μεγαλώσεις και να μάθεις, να μεγαλώσεις και να πάθεις. Να δεις και να ζήσεις. Γέλια κι αγωνίες. Ανακατεμένα. Μπλούζες, σκισμένες σάκες, μαύρα παπούτσια, στυλό, απογεύματα, αγκαλιές, χαράματα. Απομεινάρια μιας εποχής που αναπολείς με κάθε ευκαιρία. Αγάπη, προσδοκίες, συγκρούσεις, πληγές, αντοχή.  

Και μετά συναυλίες, καλοκαιρινές εκρήξεις, παραλίες, ποδήλατα, χώματα, άμμοι και ναυάγια. Περπατάς πάνω σε ερείπια, σύμβολα ενός ένδοξου παρελθόντος· γιατί το έζησες μοναδικά και αυτό σου αρκεί. Στίχοι στο αυτί απομεσήμερο, ανοιξιάτικη άσφαλτος, κήποι με γιασεμιά. Ιδιωτικές ακροάσεις που που σε φέρνουν κοντά στον εαυτό σου. Χειμώνες και εικόνες, δισκάδικα, πάρκα, ανηφόρες και κατηφόρες. Ανατριχίλες βαθιές. Κύματα και φωτογραφίες. Κάνεις πτήσεις με αεροπλάνα πάνω από τα όνειρα. Ξαπλώνεις απαλά στα σύννεφά τους και φαντάζεσαι τον κόσμο όμορφο. Είσαι ατρόμητος. Ψίθυροι και μελαγχολικές μελωδίες ευωδιάζουν τις στιγμές. Πρόσωπα υπαρκτά κι ανύπαρκτα. Ζωές παράλληλες. Η φαντασία δεν πατάει ποτέ φρένο. Και σε παρασύρει στο κάλεσμά της. Ανυπομονείς για την επόμενη αφορμή, που θα εκκινήσει το επόμενο ταξίδι, που θα εκκινήσει την επομενη καταβύθιση.

Είσαι χαρτί και η ζωή το μολύβι του κόσμου.

Μεγαλώνεις και μαθαίνεις μια-μια τις αρετές. Να είσαι αληθινός λέει μια φωνή γιατί παραμονεύουν πολλοί κίνδυνοι· κίνδυνοι που σου απαγορεύουν να είσαι εσύ, που σου απαγορεύουν να είσαι συνοδοιπόρος του χρόνου. Ο χρόνος είναι εκεί και σε βοηθά να καταλάβεις τα πάντα - και χωρίς καν να το πάρεις χαμπάρι. Ξαφνικά μια μέρα κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη κι είσαι ακόμη εσύ, αλλά κάτι σου λέει ότι δεν είσαι κι ακριβώς ο ίδιος. 

Έχεις άθελά σου δώσει τόσες μάχες που ούτε κι εσύ το φανταζόσουν. Μια στιγμή είναι αρκετή για να έρθει η συνειδητοποίηση. Χαμογελάς και παρατηρείς τον κόσμο. Κι ύστερα παρατηρείς εσένα, δεν νιώθεις ό,τι ένιωθες τότε. Είσαι ένας σιωπηλός παρατηρητής, βλέπεις, καταγράφεις, μεταβολίζεις. Κατανοείς τι σημαίνει κάθε τι. Ή τουλάχιστον προσπαθείς. Συμφιλιώνεσαι, υποχωρείς, εκδηλώνεσαι, αναρωτιέσαι, εξηγείς και συνεχίζεις να μαθαίνεις. Μεγαλώνεις κι αγαπάς πιο πολύ, πιο δυνατά, πιο συνειδητοποιημένα.

Ξεχνάς μα δεν αφήνεις πίσω. Ανασύρεις μα δε πονάει πια. Τα παλιά ρούχα είναι σκονισμένα μα δεν τα αποχωρίζεσαι.


Καιρός γιά άλλα ρούχα όμως, καθαρά, με νέα χρώματα. 

Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2018

Ζ



Με κοιτάς και μου χαμογελάς καθ' όλη τη διάρκεια αν και δε με γνωρίζεις. Κι εγώ μόλις που ξεκίνησα να σε μαθαίνω. 

Με κοιτάς και μου απαντάς στα ερωτήματα που είχα καιρό. Η αυτοπεποίθησή σου μου δίνει τις σωστές απαντήσεις, τεκμηριωμένες και σαφείς που δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης.

Με κοιτάς αδιάκοπα, δεν αλλάζεις βλέμμα, με πας στο επόμενο βήμα.

Με κοιτάς και σε βλέπω στον ύπνο μου.

Με κοιτάς και είμαστε μες στον κόσμο.  Σήμερα που 'χει όμορφη μέρα θα πάμε βόλτα στο κέντρο. Τα υλικά μας είναι πολύ απλά. Θα βγούμε, θα χαρούμε τη μέρα, θα γυρίσουμε σπίτι. Θα συνεχίσεις να με κοιτάς.

Με κοιτάς και καταλαβαίνεις τι νιώθω, για σένα, για τη μέρα, για την προηγούμενη ζωή, για το χαμόγελό σου.

Με κοιτάς καθώς μιλάμε και το βλέμμα σου ταξιδεύει στο σώμα μου κι επιστρέφει στο δικό μου βλέμμα.

Με κοιτάς και ξέρω ότι λες αλήθεια. Δε μου κρύβεσαι, δε σου κρύβομαι.

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2018

Κυριακή 30 Ιουλίου 2017

Τα Κομμάτια


Θυμάσαι τι σου 'γραφα τότε; Πάντα έλεγες ότι με τον καιρό περνάνε όλα. Στην αρχή δεν το πίστευα. Ακόμα δεν είμαι σίγουρος, θέλω να σε πιστέψω αλλά κάτι σα να μ' εμποδίζει. Δίκιο πρέπει να 'χεις. Για να το λες κάτι θα ξέρεις. Μιλάει η εμπειρία. Βλέπω γνώριμα πρόσωπα, ανακαλώ προσωπικές τους ιστορίες που κάποιος κάπου κάποτε μου διηγήθηκε - τον κρατάω μέσα μου. Δικές μας ιστορίες - τις κρατάω μέσα μου όλες και μέσα τους βλέπω τα πολύχρωμα φώτα αυτής της πόλης και τα φανάρια της και τ' αυτοκίνητα και τους πεζούς και τα καταστήματα. Περνάει ο καιρός, ερωτήματα νέα προστίθενται στα παλιά, ερωτήματα παλιά βάφονται νέα, λάθη βαφτίζουμε συγχώρεση και οδεύουμε σε μια ολοκαίνουρια αυταπάτη. Παράτολμες σκέψεις και αναζητήσεις μιας αποχρώσας αλήθειας. Όλο και πιο κοντά σε ό,τι μοιάζει με υποψία. Σκιές, αμυδρό φως, σκοτάδια, προβολείς. Διαδρομή μέσα από εκατομμύρια τούνελ. Σε ζαλίσουν, με ζαλίζουν. Μας ζαλίζουν. Είναι η περιπέτεια λένε, το ταξίδι. Πάντα. Κοίτα να δεις που άλλο ένα κλισέ επιβεβαιώνεται. Τελικά, μερικές φορές είναι βολικά τα κλισέ. Θα γυρίζεις πίσω όσο κι αν το αποφεύγεις, μια επίσκεψη στο παρελθόν από ένα τραγούδι τυχαίο, ένα μισοφωτισμενο κτήριο στο κέντρο, ο ήχος της βραδινής θάλασσας, η δροσερή άμμος, ένα κάδρο, μια μυρωδιά, ο καλοκαιρινός αέρας και νιώθεις σα να μην πέρασε μια μέρα. Είναι τα κομμάτια που βρίσκεις και σκύβεις και μαζεύεις και κρατάς και στη διαδρομή σου πέφτουν και μετά σκύβεις να τα ξαναμαζέψεις κι ύστερα σου πέφτουν κι άλλα και τα μαζεύεις κι αυτά, μα τίποτα δε σε βγάζει απ'την πορεία σου, την αγέρωχη κι επίμονη. Πιάνεις τα κομμάτια στα χέρια κρατώντας τα σφιχτά, κάνεις να τα βάλεις κι άλλα κουμπώνουν, άλλα όχι. Όταν κουμπώνουν χαμογελάς, αν δεν κουμπώσουν δεν απελπίζεσαι, όλο και κάτι θα βρεθεί σύντομα για να ταιριάξεις στη θέση τους. Το κενό είναι ακάλυπτη αλήθεια. Η ιστορία είναι μια συρραφή γεγονότων ή μια σειρά από προσεκτικτά μελετημένες και τοποθετημένες υπο-ιστορίες; Μια περιπατητική μέρα με ανασκαφικές διαθέσεις είναι ικανή να φέρει πολλά στο φως. Και σιγά-σιγά ανακαλύπτεις ότι δεν πονάει πια. Δεν έγινε και τίποτα. Χαιρετιόμαστε, φιλιόμαστε, είμαι χαρούμενος για σένα. Θυμάμαι τα πάντα. Κρατάω το κομμάτι σου, είσαι εκεί. Είναι μέρα για χορό ή για θύμησες ή και όχι.

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

3:50 a.m.

Walking down the memory lane. I feel you. The night is young and we're making our way. We suck up its fluorescent lights, as we're missing out the dirty leaves 'cause tonight is beautiful and joyful. For the slight moment we stop and think; let's see what's going on beneath our feet; arms around the shoulders; now looking over the half fence; Underneath the train takes us to places, across the city lights to light up our way; I'll never forget the sparkle in your eyes as you described our future life; You knew I laughed of happiness and wasn't mocking you; Two swallows circled by; what a strange thing to see: two swallows playing around in the cold darkness of night; We are dancing away the darkness under the bright stars that've now filled up the sky; Tell me more; I want to hear your voice; Please do one more time that routine that had me burst into laughter at the club. You know I can do better than you; I just don't want to; You laugh; I laugh I'll teach you things you'll teach me more; I like it when we argue; Feel free to say it; It's me and you now; The night is young and I know you're crying out of happiness; You're pretty when you cry


Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

ΟΚ




Έρχεσαι;
Έχουμε αργήσει
Είσαι έτοιμος;
Θα έπρεπε να ήμασταν ήδη εκεί
Φοβάσαι;
Εγώ θα σε περιμένω
Τί συνέβη;
Α, σου τέλειωσαν τα τσιγάρα
Οκ, μην ανησυχείς
Θα πάρουμε στο δρόμο
Προλαβαίνουμε
Α, θα πεταχτείς τώρα;
Εντάξει
Μην ξεχάσεις μόνο να γυρίσεις
Πρέπει να πάψω να λέω βλακείες
Θα σου λείπω καθόλου στη διαδρομή;
Πες μου κι ας σε θυμώσω πάλι
Σπάνια μου απαντάς
Δεν μου αρκεί μόνο να σε βλέπω
Θέλω και να είσαι εκεί
Θα με πας στο αεροδρόμιο τελικά;
Μπορείς να σηκώσεις το χερούλι της βαλίτσας;
Την παραφόρτωσα μάλλον
Κλειδιά πήρες;
Πετάω σε λίγο
Δεν πειράζει αν δε μπορείς να με πας
Θέλεις;
Μην απαντήσεις σε παρακαλώ
Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που δε θέλω να ακούσω τη φωνή σου
Γιατί δε σε βλέπω όπως παλιά;
Γιατί σταματήσαμε να βγαίνουμε;
Γιατί σταματήσαμε να μας νοιάζει;
Πολύ μελαγχολικός είσαι σήμερα.
Τι έπαθες;
Τι πάθαμε;
Θα σωθούμε;
Αυτό θα το βρούμε μαζί
Ναι. Μαζί 

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015

Συχνά




"A veces, tu recuerdo, como estos botines,
 me oprime el corazón, hasta impedirme respirar."

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

11.20

                                                        


Ενός λεπτού σιγή. 
Για όλα τα φιλιά που δε δόθηκαν.
Και για τις αγκαλιές που δε χαρίστηκαν. 
Εκεί που τις είχαν ανάγκη.

Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015

Οι Όροι




  Βλέπει επιτέλους το φως της ζωής. Κι είναι κι αυτό το ίδιο μια ζωή. Καινούρια. Περίμενες τόσο καιρό την έλευσή της. Αυτή η στιγμή της απόλυτης πληρότητας είναι τόσο μοναδική κι αναντικατάστατη. Ευτυχώς που οι προσευχές σου εισακούστηκαν. Κρατάς πια στα χέρια σου το δικό σου παιδί. Σου φαίνεται πως είστε μόνοι οι δυο σας στον κόσμο. Σύντομα το παίρνεις στο σπίτι σου. Το κοιτάς τρυφερά, του δίνεις τροφή, το φροντίζεις, το χαϊδεύεις. Παίζεις μαζί του, το βάζεις για ύπνο και του διαβάζεις παραμύθια για να κοιμηθεί. Το τρέχεις στα νοσοκομεία, ξημεροβραδιάζεσαι δίπλα του κι η ανταμοιβή σου είναι ένα μονάχα τρυφερό άγγιγμα. Για χάρη του σκύβεις το κεφάλι στους άλλους, δέχεσαι ταπεινώσεις, θυσιάζεσαι, πολεμάς, διεκδικείς, φοβάσαι, ματώνεις. Περνάτε μαζί χαρές κι απογοητεύσεις, καλοκαιρινές διακοπές, παγωμένους χειμώνες, ασφυκτικές αγκαλιές, συμπονετικά δάκρυα. Περνάτε αρρώστιες, εξετάσεις, αγωνίες, υποχρεώσεις. Καυγάδες με τον κόσμο, οικογενειακά τραπέζια, εθνικές επετείους, γαμήλια γλέντια, μονοήμερες εκδρομές, μπάνια στη θάλασσα. Αναπτύσσετε μαζί ένα προσωπικό κώδικα επικοινωνίας. Το παρατηρείς, το εκτιμάς, το θαυμάζεις. Το έχεις συνοδοιπόρο σου. Και το υπερασπίζεσαι. Δίνεις τη ζωή σου για αυτό. Προτιμάς μέχρι και να πεθάνεις για εκείνο.
  Μα κάνεις ένα πολύ σημαντικό και κρίσιμο λάθος: δημιουργείς υπερβολικά πολλά όνειρα. Πριν γεννηθεί, πριν περπατήσει. Πριν μεγαλώσει κι αρθρώσει τα δικά του "θέλω". Έκανες  αρκετά σχέδια για το παιδί σου, του φόρτωσες αμέτρητες προσδοκίες και όλα αυτά όφειλε να τα πραγματώσει απαρεγκλίτως, ακόμη κι αν το δυσαρεστούσαν. Σε αυτή την περίπτωση προφανώς αγνοούσες την πραγματικότητα εκείνη, οπού το παιδί δεν καλείται στον κόσμο αυτό με σκοπό να εκπληρώσει τις επιθυμίες σου, να αποσοβήσει τις δικές σου υπαρξιακές ανασφάλειες, να αποτελέσει  το ακατάβλητο δεκανίκι σου και να υπομένει αδιαμαρτύρητα τις εναλλασσόμενες διαθέσεις σου. Ούτε πρόκειται φυσικά για ένα αντίδοτο στην πλήξη της ωρίμανσης ή στην ατόνηση του ερωτικού σου δεσμού. Το παιδί προέρχεται από τον εαυτό σου, αλλά δεν είναι κομμάτι του, ούτε προέκτασή του.
  Οι κανόνες που θέτουν οι γονείς είναι πάντοτε απαράβατοι. Αλίμονο σε αυτούς που θα προσπαθήσουν να τους παραβούν, ορίζοντας στη θέση τους τις γραμμές της ατομικής τους ελευθερίας. Αυτό για τον γονιό δε σημαίνει απλά διαμάχη, αλλά ανοιχτή σύγκρουση-έως και ρήξη. Είναι μια μάχη πρόσωπο με πρόσωπο, στην οποία καμιά εκβιαστική συναισθηματική λογική και καμιά παραδοσιακή εξουσιαστική δομή δεν έχει θέση ούτε νόημα. Ο εγωισμός ξεπροβάλλει από μέσα σου, σαν άγριο θηρίο, ακόμα κι αν ο εχθρός σου βρίσκεται στο πρόσωπο του αγαπημένου σου παιδιού, εκείνου που θα πέθαινες για χάρη του. Το παιδί αυτό το γέννησες κι όμως δε σου ανήκει, παρά μόνο στον ίδιο του τον εαυτό. Εκείνο επιλέγει την ευτυχία και τον τρόπο που θα την αξιώσει. 
  Μια ελαφριά απόκλιση από την προδιαγεγραμμένη πορεία είναι αρκετή για να προκαλέσει κύματα οργής. Πολύ περισσότερο όσο αυτή η απόκλιση μεγαλώνει. Και μαζί με αυτή να μεγαλώνει και το χάσμα ανάμεσά σας. Φτάνουν μερικά δευτερόλεπτα για να γίνει το παιδί σου ένας ξένος. Για να ξεχάσεις τι σήμαινε για σένα. Οι ανάγκες του, οι αληθινές του ανάγκες που απέφευγες να αντιμετωπίσεις έστω και ως πιθανότητα, είναι πλέον εδώ, χωρίς προσχήματα και σε κοιτάζουν κατάματα. Πώς θα αντιδράσεις λοιπόν; Βλέπεις είναι μια οριακή στιγμή που αναδεικνύει με τον πλέον εύγλωττο τρόπο τον λόγο που έφερες αυτό το παιδί στον κόσμο και αν ήσουν άξιος για αυτή την ευθύνη. Εκείνο που ήθελες λοιπόν ήταν να του δώσεις αγάπη. Άνευ όρων;

Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2015

Μεγαλώνοντας



Ακολουθώντας για ένα ακόμα μεσημέρι τον γνώριμο δρόμο της επιστροφής, ξαφνικά μου φάνηκε πως σε είδα από μακριά. Πρόσεξα καλύτερα, και ναι ήσουν όντως εσύ, τώρα πια το ήξερα. Ευτυχώς προπορευόσουν. Μα δεν περπατούσες μόνος. Δεν ήσουν μόνος. Το ένστικτο της επιβίωσης επιβράδυνε τον βηματισμό μου, κι έτσι μπόρεσα να σε παρατηρήσω καλύτερα. Ήταν εκείνος ο καιρός που η κάθε μέρα βάραινε όλο και περισσότερο. Και τελικά όταν κατόρθωσα κι έφτασα σπίτι έβαλα να ακούσω ένα κομμάτι. Αυτό το κομμάτι με βοήθησε να αναλογιστώ κάτι που απέφευγα να αντιμετωπίσω: τι αληθινά έχω αφήσει πίσω και τι με παραμονεύει σε κάθε σκοτεινή γωνιά για να μου επιτεθεί. Τότε μου ήρθε αβίαστα στο μυαλό εκείνο το πρωινό, που ο ένας κατά λάθος είχε ξύσει τον ώμο του άλλου καθώς περνούσαμε κι οι δύο από εκείνο το στενάκι, που το είχαμε φτιάξει μαζί και που δεν ήταν ορατό στους άλλους. Μα εγώ τότε δεν είχα καταλάβει πως το στενό αυτό ήταν και δικό μου δημιούργημα. Κι όμως εσύ το επιβεβαίωσες θριαμβευτικά εκείνο το κατά τα άλλα βαρετό και προβλέψιμο ανοιξιάτικο μεσημέρι. Κι αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά. Ήταν μια από τις πολλές. Και κάθε φορά ήταν το ίδιο εκκωφαντική. Κάθε μέρα σφραγιζόταν απ' την ίδια προσμονή, την οποία διαδεχόταν μια ανακούφιση ανακατεμένη με αγωνία για την έκβαση της πορείας. Και δε θα ήμουν σίγουρος για τίποτα που σε αφορά, αν δεν σε είχα μέσα μου. Μες στην καθημερινή μου ρουτίνα, μες στο χαρτοφύλακα με τη χαρτούρα της δουλειάς, μες στα μελό τραγούδια που ακούω και σου αφιερώνω, μες στα ερωτήματα που μου θέτεις αδιάκοπα, μέσα σε πράγματα που ποτέ δεν πίστευα πως θα έκανα. Και δε με νοιάζει που λαμβάνω συνειδητά μέρος σε αυτόν τον αγώνα τετριμμένων δραματικών δηλώσεων και εντυπώσεων. Γιατί με διατάζει ο Στρατηγός μου και οφείλω να υπακούσω στις εντολές του. Θυμάσαι; Κι εσύ το ίδιο πίστευες. Και το έδειξες από την αρχή. Ήταν σα να μου έλεγες "Δε μας παίρνει να του φέρνουμε αντιρρήσεις, αυτός ξέρει καλύτερα από μας". Και συμφώνησα μαζί σου γιατι σε εμπιστεύτηκα. Στρατιώτη. Ήσουν όμως πραγματικά έτοιμος να ριχτείς στη μάχη; ΄Ησουν έτοιμος; Το βλέμμα σου με μπέρδευε συνέχεια. Κάθε φορά στοιχημάτιζα ότι αύριο θα είναι διαφορετικά κι όμως κάθε μέρα -παρά τη βοήθειά μου- έκανες τις ίδιες λανθασμένες κινήσεις. Κι εγώ αφελώς νόμιζα πως είχες ήδη μάθει ποιες κινήσεις είναι επικίνδυνες και ποιες όχι. Ποιες να αποφεύγεις και ποιες να επιτρέπεις. Μα τελικά δεν είχες ιδέα. Αντιδρούσες σπασμωδικά -μου θύμισες και λίγο εμένα για να είμαι ειλικρινής. Κι ήταν κρίμα που δε γνώριζες κι ούτε θέλησες να μάθεις, γιατί ήμουν διατεθειμένος να σου δείξω απ' την αρχή αυτό το παιχνίδι, αυξάνοντας σου τις πιθανότητες να αναδειχθείς νικητής. Αλλά είπαμε, ήσουν ανέτοιμος για κάτι τέτοιο. Κι εγώ ήμουν ανέτοιμος για σένα. Κι όταν πια το κατάλαβα δε μου είχε μείνει πλέον καμιά αντίσταση, κανένα περιθώριο διαφυγής. Μου είχες επιβληθεί αυταρχικότατα, στην προσπάθειά σου να κάνεις διαρκώς αισθητή την παρουσία σου. Γι' αυτό στο φαντασιακό μου, έγινες κάτι παραπάνω από μια πιθανότητα. Κι ύστερα βολεύτηκες για τα καλά στο χώρο που σου ετοίμασα, που ήταν πεντακάθαρος μετά από καιρό. Ήθελες λοιπόν τόσο πολύ να σε προσέξω. Κι εγώ σε ικανοποίησα και το έκανα. Και μετά ήθελα τόσο πολύ μια εκδίκηση. Εγώ που ποτέ μου δεν ήμουν εκδικητικός. Σε αυτές τις περιπτώσεις όμως, η τάση μας να αγνοούμε τον εγωισμό μας είναι ακαταμάχητη, ισχυρότερη από οτιδήποτε άλλο. Και τελικά μια μέρα αποχαιρετηθήκαμε και σου ευχήθηκα. Κι έφυγα κι εσύ έμεινες πίσω. Μα εγώ έμεινα πιο πίσω. Δεν πειράζει ωστόσο. Παρόλο που δεν τα καταφέραμε και παρότι περπατάμε ακόμα στους ίδιους δρόμους -αν και ποτέ δε θα ξαναπεράσουμε από το ίδιο στενάκι- εγώ θα συνεχίσω να επιστρέφω σε σένα και να σε βλέπω και να σε ακούω εκεί που αποφάσισες να μένεις. Με έναν αλλιώτικο τρόπο τώρα πια. Κι αυτό μπορείς να το πάρεις σαν ένα μικρό ευχαριστήριο. Εγώ το λέω και "μεγαλώνοντας".

Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014

Οι Μάχες



Η ζωή δεν είναι εύκολη υπόθεση. Είναι σκληρή και γεμάτη μάχες. Οι -κατά πολύ λιγότερες- στιγμές απόλυτης ξεγνοιασιάς κι ανεμελιάς πάντοτε δίνουν τη σκυτάλη σ' εκείνες που περιέχουν το ενδεχόμενο της μάχης. Κι όταν αυτό το ενδεχόμενο παγιώνεται σε μιαν αναντίρρητη πραγματικότητα αρχίζουν τα δύσκολα. Τι κάνεις λοιπόν τότε;

Στους ανθρώπους μας αρέσει πολύ να φλυαρούμε σχετικά με την απλότητα ή συνθετότητα της ζωής. Αφού την πλαισιώσαμε αρχικά με ό, τι είχαμε πρόχειρο εκείνη την περίοδο, στη συνέχεια πήραμε -αφελώς- την εικόνα που σχηματίστηκε σα δεδομένη. Και δεν προβλέψαμε ότι η εικόνα αυτή θ' αποκτούσε μεγαλύτερες διαστάσεις κι επιπλέον πως θ' άρχιζε σιγά-σιγά να μας μπερδεύει με τις αλλοπρόσαλλες εναλλαγές της. Οι άνθρωποι που περπατούν σκυφτοί στους δρόμους δεν είναι τίποτα παραπάνω από το αποτέλεσμα αυτής της σύγχυσης. Αδυνατούν να προσαρμοστούν στην ολοκαίνουρια συνθήκη, αφού τα πάντα πια έχουν αλλάξει· Τα πρόσωπα, οι διαθέσεις, τα σχέδια, τα όνειρα, οι ιδέες, ο προσανατολισμός.

Και μέσα σ' αυτό το πλαίσιο προέκυψαν νέες μάχες· νέοι εχθροί έκαναν την εμφάνισή τους: πολεμοχαρείς κι αδίστακτοι, που έκαναν σκοπό τις ζωής τους να σε κερδίσουν·μια νίκη για τη νίκη όμως, μιας και δε θα αποκόμιζαν απ' αυτήν κανένα ιδιαίτερο όφελος, κι ούτε φυσικά τους ένοιαζε να νικηθούν έστω μια φορά. Επειδή όμως είναι εγωιστές και άπληστοι, δεν αρκούνται με τίποτα λιγότερο. Κι οι πολλοί ήταν απροετοίμαστοι για κάτι τέτοιο.

Ανάμεσά τους όμως κυκλοφορούσαν και μερικοί που σαν άλλοι χαμαιλέοντες κατάφεραν να γίνουν ένα με το νέο κλίμα και δε δυσκολεύτηκαν ιδιαίτερα όταν χρειάστηκε να έρθουν αντιμέτωποι με την άλλη πλευρά. Κι όμως, όσο άτρωτους κι αν θεωρούσαν εαυτούς, δεν κατάφεραν να τερματίσουν νικητές όλες τις φορές. Κι αυτό γιατί ένας εσφαλμένος υπολογισμός των συνθηκών, μια υπέρβαση των δυνατοτήτων ή μια παλιομοδίτικη προσέγγιση του αντιπάλου απέτρεψαν την αίσια έκβαση της μάχης γι' αυτούς. Και ξύπνησαν σε μια νέα πραγματικότητα· με την οποία όλοι μας είμαστε υποχρεωμένοι να παλέψουμε. Ο καθένας με τα δικά του μέσα. Κι οι αντίπαλοι εκεί·να σε προκαλούν με απανωτά χτυπήματα, για να σε οδηγήσουν στην αρένα, για μια ακόμη μάχη.

Μα εσύ έχεις μια ανάγκη: την Αγάπη. Και αυτή είναι η ασπίδα σου, αυτή σε προστατεύει απ' τις μάχες, αυτή σου κρύβει την ασχήμια του κόσμου, αυτή σου επιτρέπει να φτάσεις ασφαλής στον προορισμό σου. Πάνω της στηρίζεις τις ελπίδες σου, πάνω της κοιμάσαι και ξυπνάς και ονειρεύεσαι και παραδέχεσαι πως κάθε μάχη που αποτυπώνεται μέσα σου είναι μοναδική.

Κι έτσι περνούν τα χρόνια κι εδώ πέρα έγιναν κιόλας πέντε. Περίεργο συναίσθημα, που διατηρεί ωστόσο αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά της πρώτης εμπειρίας: Θάρρος, υπερηφάνεια, σεβασμός, αξιοπρέπεια. Λίγες λέξεις για να περιγράψουν μια σαρωτική διαδρομή. Στέρεα σκαλοπάτια σε μιαν ανάβαση που τη δυσχέραναν εκατοντάδες μάχες: με τον εαυτό αλλά και με τους άλλους·μα που συνεχίζει την πορεία της και υποδέχεται με ενθουσιασμό μια νέα εποχή που είναι ήδη εδώ. Και που ήρθε για να μείνει.

Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Moving On

   

Εποχή μεταβάσεων. Ώρα για ωραίες διαδρομές δηλαδή. Απ' αυτές που γεννιούνται από μια αόριστη μα τόσο εντυπωσιακή αποφασιστικότητα. Ακόμη κι αν άργησαν πολύ να κανονιστούν. Δε πειράζει όμως. Καθόλου. Το θέμα είναι η απόφαση να είναι οριστική, η θέση σου αμετακίνητη. Κανένα πισωγύρισμα καταναγκαστικών τύψεων. Καμιά παραχώρηση σε φτηνές αναλωτικές στιγμές. Καμιά υπεκφυγή.

Και μόνο το αίσθημα αρκεί. Ότι σφραγίζεται η απόφαση και κλείνουν κύκλοι πολλοί πίσω σου. Και κρατάς αυτές τις εικόνες, σαν αναμνήσεις ενός παρελθόντος που σ' έχει οδηγήσει σιγά-σιγά στον εαυτό σου. Μια εποχή που παίρνει τη θέση που της αναλογεί -όπως και τόσες άλλες άλλωστε. Και που δε έχει την ικανότητα να επηρεάζει καμία κατάσταση παροντική. Και λυπάσαι που δεν ήταν τόσο σημαντική για να της αφιερώσεις κάτι παραπάνω. Και που την άφησες να γίνει κομμάτι στης ζωής σου. Είναι όμως νόμος της φύσης, όταν κάτι μένει για πολύ καιρό ανενεργό, δεν αργεί να χαθεί απ' το προσκήνιο. Αθόρυβα. Χωρίς πρόβες και ανώφελες τυπικότητες.

Η μετακίνηση απαιτεί πάντα θάρρος για το επερχόμενο, μα ποτέ για το προηγούμενο. Στο μετά μετριούνται οι αντοχές της νέας εποχής. Αυτής που σου αναθέτει μια αποστολή καινούρια, ορίζοντας σου το πεδίο δράσης. Που απαγορεύει τις παλινδρομήσεις. Που ενθαρρύνει τις καταβυθίσεις κι ακόμα περισσότερο τις αναδύσεις. Το μόνο που έχεις να κάνεις εσύ είναι να μείνεις πιστός στο στόχο σου.

Κι οι ημέρες θα κυλούν με μια πρωτόγνωρη άνεση, τώρα που έχεις λάβει τις απαραίτητες αποστάσεις από τη Φθορά. Μακριά της όλα ήδη μοιάζουν ξεχωριστά. Τα πρόσωπα, οι μυρωδιές, οι τόποι, οι μουσικές, τα βλέμματα, τα χρώματα. Όλα έρχονται όλο και πιο κοντά. Όσο εσύ απομακρύνεσαι απ' τη Φθορά, τόσο εκείνα μεγαλώνουν.

Απόσταση Ασφαλείας. Κατά κυριολεξία. Αφού πράγματι, μονάχα μέσα σε μια τέτοια περιοχή νιώθεις προστατευμένος. Εκεί, όπου έχεις τα δικά σου όπλα για να την υπερασπιστείς και να μην επιτρέψεις σε κανέναν να την παραβιάσει. Εκεί που κατασκευάζεις μόνος σου τα σύνορα. Και επιλέγεις τους συμμάχους σου. Και κάνεις νέους εχθρούς -γιατί έτσι πάει το παιχνίδι. Και γιορτάζεις αυτή τη νέα και πολλά υποσχόμενη συμφωνία που ανυπομονείς να δεις μπροστά σου να παίρνει σάρκα και οστά.

Δευτέρα 5 Μαΐου 2014

Η Άκρη

   

Αυτή η αναρώτηση χτυπούσε δυνατά το μυαλό μου. Δε νομίζω ότι μ' έπαιρνε πια να το αγνοήσω, ούτε να το δικαιολογήσω όπως-όπως. Πλέον, δεν του αρμόζει να στριμώχνεται στη θέση που του υπαγόρευσα να μένει, υποχρέωση που τηρεί απαρεγκλίτως. Και γι' αυτό μέρα με τη μέρα μοιάζει να μαραίνεται.

Για μια ακόμα φορά η ίδια εκκίνηση, το ίδιο έργο -σε εκτέλεση χιλιοπαιγμένη- η ίδια ολοκλήρωση. Καμιά πρωτοτυπία, κανένα προκάλυμμα, κανένας τύπος, ούτε καν κάποιο ευφάνταστο πυροτέχνημα ψευτοεντυπωσιασμού. Όλα -σχεδόν- πλήρως αναμενόμενα. Μαζεμένοι πολλοί που δείχνουν να μη μοιράζονται παρόμοιες ανησυχίες. Που δε χρειάστηκε ίσως να τις μοιραστούν, που έχουν τη δύναμη να μην τις μοιράζονται: γιατί κάνουν την άλλη επιλογή: εκείνη που βαραίνει, εκείνη που λαχανιάζεις από την αγωνία όταν αρχίσεις και μετράς τις συνέπειες που φέρει.

Και τότε αναρωτιέσαι για την επιλογή αυτή: αξίζουν άραγε οι τόσες πληγές; Παύση. Μετά από λίγο σκέφτεσαι: προέρχονται όντως από εκεί οι πληγές μας ή μήπως κατά λάθος τραυματιστήκαμε και από κεκτημένη ταχύτητα το αποδώσαμε εκεί που -μεταξύ μας- είναι κι η εύκολη εξήγηση; Ερωτηματικά. Πολλά και επιτακτικά. Αναβολές και προσωρινές διακοπές. Και στη μέση, η ουσία που στρουθοκαμηλίζουμε απροκάλυπτα με έντεχνα τεχνάσματα που δεν πείθουν κανέναν πια.

Και μαζί με τα άλλα κι εκείνο, κι η αντανάκλαση του, που είδα μπροστά στα μάτια μου και δεν μου άφησε κανένα περιθώριο αμφιβολίας για την προσιτότητά του, ούτε απορία για τη λαμπρότητα του, παρά μόνο για τον αντίκτυπό του μέσα μου. Η εκτυφλωτική του λάμψη, λοιπόν, ακτινοβολούσε παντού, σαγηνεύοντας όσους εισέρχονταν ανυποψίαστοι στην μαγευτική του εμβέλεια. Με κεφάλια στους ώμους και χέρια δεμένα και λόγια ψιθυριστά σε σκοτεινά μάτια, λόγια αρθρωμένα μ' ένα απόκοσμο τόνο φοβισμένου παιδιού. Η χαριτωμένη δειλία των κινήσεων σιγά-σιγά γινόταν ένα ισχυρό ποτάμι που φούσκωνε, λαχταρώντας να ξεχυθεί στον καθαρό ορίζοντα για να συναντήσει την αιώνια θάλασσα.

Μα εγώ, που ήμουν ήδη ενοχλημένος απ' τη σφοδρότητα του φωτός που φεγγοβολούσε, παρασυρόμουν τώρα κι από το ποτάμι αυτό που με απρόκλητο θράσος και με μια ιδιαιτέρως σαρκοβόρα επιθετικότητα με έσπρωχνε. Τόσο ξαφνικά κι αναπάντεχα. Τελικά δεν ήμουν τόσο έτοιμος όσο πίστευα, ακόμη και πριν από λίγο. Φαίνεται να είχε άλλα σχέδια για μένα η τύχη. Ναι. Δε μπορεί να είναι τυχαίο. Δε θέλω να είναι τυχαίο. Δε μοιάζει να είναι τυχαίο. Αλλιώς θα το κάνω εγώ να μην είναι τυχαίο. Ακόμα και το ότι έφερε σε κρίση τη δική μου πρόσκαιρη εκτίμηση και με άφησε εκτεθειμένο σε μια πραγματικότητα που είχα ξεχάσει, δε μπορεί παρά να μην είναι τυχαίο.

Και παράλληλα από δίπλα περνούσαν εκατομμύρια δέκατα. Πανέμορφα, εκστατικά δέκατα, ανεξάντλητα καύσιμα σε μια κούρσα με εκατοντάδες συναγωνιστές, όπου οι νικητές θα είναι πολλοί, περισσότεροι από όσους φοβόμαστε να παραδεχτούμε. Φαντάζομαι πως, κι εκείνοι που έτρεξαν δεν ήξεραν αν θα καταφέρουν να φτάσουν στο τέρμα. Να όμως που τώρα δρέπουν τους καρπούς της νίκης τους. Κι είναι μια νίκη μοναδική, ασύγκριτη, εκθαμβωτικής μεγαλοπρέπειας.

Τί προηγείται όμως αυτού; Αφορμές για αυτάρεσκες αναρωτήσεις, παύσεις, πλάνα, χρονοδιαγράμματα. Και κάπου ανάμεσα κλισέ ρήσεις που επιτείνουν την αναπόφευκτη ένταση. Όταν όμως έρθει η στιγμή της εκτόνωσής της, δε θα υπάρχει άλλη δικαιολογία, ούτε άλλη ηθελημένα μάταιη αναρώτηση που διαιωνίζει καλλωπισμένες αυταπάτες. Το ακούω σαν προετοιμασία. Ούτως ή άλλως είναι καιρός μεταβάσεων. Τίποτα άλλο όσο μια καλή αλλαγή δε θα ταίριαζε εδώ.

Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Αργά




Είναι πολύ αργά. Δεν είμαστε παιδιά. Αφήσαμε πίσω χρόνια. Αρκετά για να μας τυφλώνει η σκόνη που σηκώνουν φεύγοντας. Το δωμάτιο έχει αλλάξει. Κάθε αντικείμενο μέσα του έχει αλλοιωθεί. Η σκιά που ρίχνει φαίνεται τόσο αλλιώτικη. Δε θυμίζει σε τίποτα τον πρώτο της εαυτό. Ούτε κι εγώ. Ή έστω έτσι νομίζω. Εκείνοι οι θόρυβοι που είχαν γίνει πιο οικείοι από ποτέ, έχουν πια ξεμακρύνει πολύ -σχεδόν δεν τους ακούω. Ήταν ξημέρωμα κι είχε κατασκόταδο. Ποτέ δε μ' εγκαταλείπει. Ποτέ. Μεγαλώνω μαζί του. Και περιμένω. Είναι φορές που μόνο έτσι καταφέρνεις να ακούσεις και να μάθεις. Είναι αργά λοιπόν. Τον αέρα του δωματίου -που κουβαλάει μέσα του μεγάλα παράπονα και που διαφορετικά θα δυσκόλευαν την αναπνοή- δεν τον νιώθω βαρύ. Ίσα-ίσα που για τις δικές μου αισθήσεις είναι πιο ελαφρύς και διαυγής από ποτέ. Τα αντανακλαστικά ακονίζονται επιμελώς. Και εξασκούνται στην κάθε μέρα που περνάει. Ημέρες με μέτριες επιδόσεις. Μα πάντα με τις ίδιες αποστάσεις από τη φθορά. Η ώρα είναι αργά. Μα δεν την παίρνω για τέτοια. Γιατί ποτέ δε δηλώνει την παρουσία της. Είναι πιο διακριτική απ' όσο μ' αφήνει να καταλάβω. Την ευχαριστώ που γίνεται σύμμαχος μου για τη συνέχεια.

Περπατούμε μαζί στο ίδιο μονοπάτι. Τα βήματα μας περιστοιχίζονται από όρια, φυσικά και τεχνητά. Που βλέπουμε κι αγγίζουμε και χάνουμε. Και άλλα που ορίζουμε με το αίμα μας. Σε δρόμους στενούς και σε δρόμους πλατείς. Σ' ευσεβείς καταδηλώσεις. Και σε πορείες γυμνές και ατέλειωτες, προς αμέτρητων ειδών λυτρώσεις.

Αυτή η ανταύγεια που διαπερνά τα κατεβασμένα ρολά, σημαίνει το άνοιγμα ενός ακόμα κύκλου, μιας ακόμα αναμενόμενα αναπάντεχης περιπέτειας.

Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2014

Μαζί σου




Πρώτη φορά σε νιώθω τόσο κοντά μου. 
Μυρίζω το άρωμά σου στον αέρα που τρυπάς. 
Ακουμπώ με το χέρι μου το γόνατό σου, που το καλύπτει ένα φτηνό ξεβαμμένο τζιν. 
Η ζώνη του είναι λυτή-το ίδιο κι η ζωή μας. 
Βλέπω τα μάτια σου ολόμαυρα, να γυαλίζουν στο μισοσκόταδο. Είναι καθρέφτης. 
Και πάνω τους βλέπω τα δικά μου. Και μαζί φανερώνουν τα μυστικά μας.
 Μας σκέφτομαι πριν μια ώρα, μετά από μια μέρα, ύστερα από δέκα χρόνια. 
Κι είμαστε μαζί. 
Η ανάσα σου χαϊδεύει κάθε κύτταρο του προσώπου. 
Και επιταχύνεται προοδευτικά στο κάθε δευτερόλεπτο που περνά ξυστά από δίπλα μας. 
Έχω ακόμα την αίσθηση από το κρύο χέρι σου.
 Που τότε είχε συναντήσει το δικό μου. Της τυπικής σύστασης. Της Μεγάλης Προσδοκίας. 
Και τώρα στο μάγουλο, στο λαιμό, στα μαλλιά. Στο μαξιλάρι. 
Η πρώτη φορά που σε νιώθω τόσο κοντά μου 
δε μοιάζει με ταινία, ρομαντικό μυθιστόρημα ούτε με τραγούδι. 
Δεν περιέχει κλισέ, αναρωτήσεις, δεύτερες-τρίτες σκέψεις. 
Τα πάντα οδηγούνται απ' τις ενστικτώδεις παρορμήσεις μας. 
Αυτές εκκινούν την ιεροτελεστία. Και καθορίζουν πότε αρχίζει και τελειώνει το παιχνίδι. 
Είναι μια στιγμή αδιαμφισβήτητη. Μα άχρονη. 
Είμαστε εδώ μαζί αλλά παράλληλα δεν ανήκουμε στον κόσμο ετούτο. 
Κι αυτό που αρχίζει δειλά να σχηματίζεται ανάμεσά μας 
θα είναι από εδώ και πέρα το σπίτι μας. 
Και θα ΄μαστε καλά εκεί.

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Ημερολόγια #2




 Φωνές/λαϊκές στροφές/επαρχιώτικες συνήθειες/φτηνή διαθεσιμότητα/αλκοόλ/διάφανες κουρτίνες/ζάρια/τσιγάρα/νυχτερινά σπίτια/κινητά/αφίσες/πρόχειρα φαγητά/ταινίες/βαριά βιβλία/ακουστικά/κιθάρες/ροζ αποχρώσεις/υπόκωφοι αναστεναγμοί/φιλιά στο στήθος/φθινόπωρα/μέρες με ήλιο/βροχή/τσουχτερά δάκρυα/καρότσια/στυλό/μαύρα μπουφάν/γυαλιστερές μπότες/σκουρόχρωμα γυαλιά/δαχτυλίδια/κορδέλες/φορέματα/μανιασμένοι αέρηδες/στάχια/κήποι και δάση/καλοκαίρια/άμμος/αρμυρές πλάτες/σταυροί/συστάσεις/αποχωρισμοί/καρδιακοί σπασμοί/κατεδαφίσεις/αναζωογονήσεις/πολυκατοικίες/εμπριμέ ταπετσαρίες/πλαστικές καρέκλες/βρεγμένες κερκίδες/καπνοί/βρώμικα μπουκάλια/σάντουιτς/μετακινήσεις/εκκωφαντικά χειροκροτήματα/κροτίδες/φυλλάδια/συγκεντρώσεις/μπλε χαρτάκια/εργοστάσια/κουτιά/θαμπά γυαλιά/ουράνια τόξα/κουφέτα/στάχτες/αράχνες και δαίμονες/μυστικά/αύρες ανοιξιάτικες/προτεραιότητες/επτασφράγιστα χάδια/αναμασήματα/cd's/παρένθετες παρορμήσεις/λεωφορεία/άρθρα/ειδήσεις/κατευόδια/δάχτυλα παγωμένα/φιλοσοφίες/ψέμματα/μακάβριες συνδηλώσεις/πάρκα/μηχανάκια/κινητήρες/κάρτες/κουβέντες στα όρθια/σεξ/ψίθυροι/πορτοφόλια/κόλλες χαρτί/μαρκαδόροι/μπογιές/τσακισμένες εφημερίδες/Κυριακές/σταθμοί/απουσίες/ξημερώματα/θαλπωρή/σκιές/βήματα/τσιπς/παγωτά/επιτραπέζια/αναθυμιάζουσες συναντήσεις/ματωμένες αναλύσεις/ανυποχώρητα βλέμματα/τηλεφωνήματα/μπαλκόνια/ζεστά τσάγια/χειμώνες/γυμνασμένοι ώμοι/πολυκαιρισμένοι φακοί/αθεΐα/διαδηλώσεις/μηνύματα/φανατισμένες εκπομπές/διόδια/αναψυκτικά/προχειροφορεμένα κασκόλ/αινίγματα/τράπουλες/σκάγια/μακιγιαρισμένα βλέφαρα/σελίδες/βρισιές/υπολείμματα/πειρασμοί/μαχητές/ηττημένοι/τρένα/κουράγια/θύματα/

Θύμησες φθινοπωρινές.

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013

Ερωτευμένοι




Τον τελευταίο καιρό κάνει πολύ Έρωτα. Σήμερα δεν είχα σκοπό να γράψω κάτι. Ήρθε όμως ξαφνικά και με βρήκε αυτό το μικρό αριστούργημα. Και το πήρα γι' απάντηση. Και μ' έφερε για μια ακόμη φορά αντιμέτωπο με την έννοια της βαρύτητας. Μ' έκανε, λοιπόν, να αναρωτηθώ πόσο βαραίνει η επαφή. Πόσο αέρινο μπορεί να είναι ένα αγαπημένο τίναγμα ή ένα φευγαλέο άγγιγμα στην πλάτη. Στην επικράτεια της κάθε μέρας αστράφτουν χιλιάδες πρόσωπα. Και το καθένα από αυτά κουβαλά κι από ένα φορτίο, που λαχταρά να το ακουμπήσει κάπου και να ξαποστάσει για λίγο. Ξέρεις τί; Κάθε φορά μαρτυρώ, πως δεν υπάρχει τίποτα πιο καθηλωτικό απ' αυτό το μούδιασμα στο σώμα. Αυτό που λες πως είσαι γυμνός και δε σ' εμποδίζει τίποτα πια, γιατί κρατάς το χέρι του. Αλλά για όσο το κρατάς είσαι μόνος σου. Αναλαμβάνεις το βάρος της ευθύνης του. Aυτά τα δέκατα όμως που διαρκεί η επιβολή μας στο παρόν, που περπατάμε μαζί στη μέση του δρόμου, νιώθουμε λες κι αιωρούμαστε. Οι πιστοί κι αφοσιωμένοι στην λατρεία της επαφής καταλαβαίνουν ότι όσο ρομαντικό κι αν ακούγεται, τόσο αληθινό είναι. Η πρώτη γνωριμία. Οι προσδοκίες. Τα πολύωρα ραντεβού. Οι υποσχέσεις. Τα μεγάλα ερωτηματικά. Η θυσία. Με το πέρασμα των ημερών, εκεί που βαδίζουμε πλάι στην ανάμεσά μας ζωή, οι αντιστάσεις όλο και χαλαρώνουν. Τότε είναι πλέον σίγουρο πως ακόμα και το πιο ανεπαίσθητο πείραγμα ταλαντεύει μια βαθιά κρυμμένη χορδή του εντυπωσιακά ευάλωτου εαυτού μας.

Η σπουδαιότητα της τρυφερότητας που μοιράζει ο Έρωτας στους διαλεχτούς Του, δε μοιάζει με τίποτα. Δεν υποκαθίσταται από τίποτα. Και ουδέποτε εξασθενεί η δύναμή της. Υπάρχει μονάχα για να μας αφήνει έκπληκτους με τους γοητευτικά αλλιώτικους τρόπους που μηχανεύεται για να μας παρουσιαστεί. Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα της είναι η ολοκληρωτική και άνευ όρων παράδοσή μας στα ζεστά νερά της. Κι αν κάποια στιγμή χαθεί, εμείς την κυνηγάμε τρομοκρατημένοι, γιατί τρέμουμε στην ιδέα πως θα χάσουμε έστω κι ένα λεπτό απ΄τη ανείπωτα μαγευτική ενέργειά της. Και ακριβώς απ΄την ευόδωση αυτού του απολαυστικού παιχνιδιού εξαρτούμε τις στιγμές μας. Τη θεραπεία των τραυμάτων ενός αμείλικτα επαναλαμβανόμενου δρομολογίου. Χωρίς την απρόσμενη συντροφιά της, η προγραμματισμένη καθημερινότητα γίνεται ένα ανυπόφορο πεδίο ανάλωσης και ξεπεσμού. Η τρυφερότητα είναι πηγή γνώσης και καθοδηγητικός χάρτης. Δεν έχει να κάνει με απατηλούς ορισμούς περί αξιοπρέπειας, με εγωισμούς, κτητικότητες και βαθμίδες προτεραιοτήτων. Ανακινείται από τα σώματα, εισχωρεί ως τα σπλάχνα, επιταχύνει τους καρδιακούς παλμούς και δωρίζει την Αθανασία. Αυτή που δοκιμάζουμε όταν είμαστε μόνοι μας μες στον κόσμο. Ερωτευμένοι.

Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013

Ίωνα



Είναι νωρίς. Το λεωφορείο ξεκινάει. Η θέση σου είναι πιο άνετη από ποτέ. Αυτά τα στιχάκια ακούγονται πια τόσο όμορφα. Νιώθεις μια άνευ προηγουμένου αισιοδοξία βλέποντας έξω τα χρώματα. Σου δίνουν αφορμή να ξεκινήσεις μια σειρά ονειροπολήσεων. Κάνεις να βγάλεις απ' την τσάντα ένα μπλε στυλό και πέφτουν κάτι κέρματα. Τα βάζεις στη σωστή σχισμή. Θυμάσαι χαμογελώντας, πως όλα είναι θέμα χρονικής καταλληλότητας κι ότι σημασία δεν έχει τι έρχεται, αλλά πώς το υποδέχεσαι. Σημειώνεις επάνω στην τσάντα όπως-όπως. Κάτι ασυγκράτητο και απαιτητικό οδηγεί το χέρι σου. Το λεωφορείο συνεχίζει το δρόμο του σταθερά. Από τ' ανοιγμένα του παράθυρα καταφτάνει ένα διεγερτικό και συνάμα χαλαρωτικό φθινοπωρινό αεράκι. Αφουγκράζεσαι τα λόγια και τα μεταφέρεις στην προσωπική σου ιστορία. Τι εκπληκτική που είναι αυτή η δύναμη που σε έλκει. "Ωραία που είναι να την φοράς για ρούχο σου" σκέφτεσαι. Κι ακόμα καλύτερα να τη φοράνε κι οι άλλοι. Ο χρόνος είναι πολύτιμος, δεν του πάει να τον σπαταλάς. Είναι φορές που τον μισείς γι' αυτά που σου πήρε ή γι' αυτά που δε σου έδωσε, μα του τα συγχωρείς όλα σε μια ώρα σαν αυτή. Το νεύμα του θα μπορούσε να σημαίνει όλα εξαρτώνται από εσένα τώρα πια, εγώ θα συνεχίσω τη δουλειά μου, όπως την ξέρω. Κι αρχίζεις και ξεκλειδώνεις βλέμματα και τα κοιτάζεις και σκορπάει παντού μια υπέροχη ηλεκτρισμένη αύρα. Το λεωφορείο συχνά σε ζαλίζει. Μα εσύ κρατάς σφιχτά τις λαβές του. Και σφίγγεσαι ακόμα πιο πολύ πάνω του. Και σχεδιάζεις με το χάρακα την επόμενη στάση, που δεν απέχει πολύ πια. Κι από ψηλά σε κοιτάζει ο Έρωτας. Και Του χαμογελάς. Και Τον κάνεις σύμβολο της αναγέννησής σου. Και Του το δηλώνεις. Και προσπαθείς, κάθε μέρα που ξημερώνεσαι να Τον έχεις αρχή.

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

Μια Μικρή Σημείωση




Είναι τόσο ωραίο να περνάει από δίπλα σου
και να αναρωτιέσαι
τι είναι ένα μικρό τόλμημα, μπρος στην ανταπόδοση
 και να σου υπενθυμίζει ότι  
αξίζει να περιμένεις όσο χρειαστεί
γιατί
Θα συναντηθείτε μια μέρα.

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Μη μ' αφήσεις ποτέ



Είχαν ραντεβού στη στάση. Απόψε θα πήγαιναν σινεμά. Τον κράταγε σφιχτά και δεν ήθελε κάτι άλλο απ' τη ζωή. Τα αποτροπιαστικά βλέμματα του καθημερινού όχλου περίμεναν εκείνη τη στιγμή για να διαλυθούν μονομιάς. Κάποια φωνή ακούστηκε απ' το ανώνυμο πλήθος πίσω τους, μα ούτε που έδωσε σημασία γιατί ήταν επιτέλους μαζί του. Γιατί μαζί του έχει πια η ζωή σημασία. Κι εκείνος κοιτώντας την, καταλαβαίνει πως είναι να μη φοβάσαι να πολεμήσεις για έναν αγώνα που, ίσως δεν ξέρεις αν θα κερδίσεις, μα ξέρεις ότι αληθινά αξίζει. Και εκείνη δε φεύγει ούτε από ανασφάλεια, ούτε από συνήθεια. Μένει, γιατί αυτός ο απλός άνθρωπος με τις ντροπαλές, αδέξιες κινήσεις, ο ένας από τους πολλούς που την προσπερνούσαν στο δρόμο, την έκανε να νιώσει για πρώτη φορά στη ζωή της ότι αντέχει. Να πηγαίνει σινεμά κρατώντας το χέρι κάποιου και να γέρνει το κεφάλι στον ώμο του, για να το ανακουφίσει από την αθλιότητα του κόσμου. Και κάπου εκεί, στα ξαφνικά, όλα γύρω να παγώνουν και να επικρατεί μια μαγευτική εξωπραγματική ηρεμία που αρχίζει και τελειώνει όποτε εκείνοι επιθυμούν. Κι ύστερα να μεταφέρονται κι οι δυο τους σε μιαν άλλη διάσταση. Ήταν στο πρώτο τους ραντεβού, όταν της το πρωτοείπε. Εκείνος ήξερε πως τα λόγια του ήταν τόσο αληθινά όσο ο αέρας που ανέπνεε, μα εκείνη φάνηκε να το πήρε για πλάκα. Τουλάχιστον έτσι έδειχνε. Κι όμως ήταν έκεινη που ήθελε να του το δηλώσει πρώτη. Γιατί ήταν έτοιμη. Και παρότι τον έβλεπε που έδειχνε να το εννοεί κάτι βαθιά μέσα της την εμπόδιζε, γιατί δεν πίστευε πως θα υπάρξει ποτέ κάποιος που δε θ' άντεχε στην ιδέα να την αποχωριστεί. Ειδικά αυτό το πρόσωπο που είχε έρθει φορτωμένο με τόσες προσδοκίες. Μετά από λίγο αναδύθηκε αυθόρμητα κι απ' το δικό της στόμα. Ήταν αστείο, ακριβώς επειδή κανείς τους δεν το περίμενε. Από τότε, συχνά-πυκνά, όποτε νιώθει ότι χρειάζεται λίγο παραπάνω κουράγιο για να συνεχίσει, του το υπενθυμίζει με μια τρυφερή  ματιά: "Μη μ' αφήσεις ποτέ".

Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

Ημερολόγια



Ησυχία. Σταγόνες καλοκαιρινές στην προβλήτα. Το ραδιόφωνο καλωσορίζει έναν νέο έρωτα -μια καινούρια εμμονή. Το ακούω ολοκάθαρα. Κάποιος αφιερώνει και κάποιος άλλος χιλιόμετρα μακριά λιώνει το φεγγάρι στην πυρακτωμένη του γλώσσα. Σβήνω μέσα σου. Το τραβάει άλλωστε η βραδιά. Τα νερά που κοχλάζουν στο ωκεάνιο καζάνι της προσμονής περιμένουν μιαν ευχή, την οποία θα αναιρέσει λίγο αργότερα η ίδια η ζωή. Βλέπω τα μονίμως ενοχικά φώτα να καθρεφτίζονται πάνω στα νερά και με μπερδεύουν. Γιατί όλα να είναι τόσο δύσκολα; Αναζητώ τον επόμενο κρίκο της αλυσίδας -κι όμως δε θέλω να τον αντιμετωπίσω ακόμα. Μου αρκεί η καταβύθιση. Ξέρεις, έχω πολύ μεγάλες προσδοκίες από σένα. Σου το 'χα ψιθυρίσει ενώ βλέπαμε το έργο. Θυμάσαι; Είναι εννέα και οκτώ. Υπάρχεις μόνο εσύ και η αναζήτηση του προσώπου σου. Που το βλέπω παντού και πουθενά. Οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος μου μάλλον και δε με παίρνει να ρισκάρω. Το βλέπω από τα γράμματα που περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους. Κοιτάζω τον ορίζοντα και όλα πάνω του μοιάζουν συμμετρικά. Η αναμμένη ζωή μας περιμένει. Αρκεί να διασχίσουμε αυτή την απόσταση. Και να περάσουμε Απέναντι. 

Δε χρειάζεται να λυπάσαι, ούτε να αναρωτιέσαι. Όλα είναι εφηβικοί δονκιχωτισμοί. Η νύχτα αινιγματική -το ίδιο κι εσύ. Δε θέλω να σε ακολουθήσω, θέλω να σε μάθω. Δε θέλω να είσαι πράξη, αλλά μυθιστόρημα. Αν δεν υπήρχες δε θα πονούσε τόσο η απουσία σου. Άλλο ένα τενεκεδένιο φωτάκι μπαίνει στη θέση του, σα μικρός προβολέας που υπολογίζει την κάθε μας κίνηση. Σιγά-σιγά καταλαβαίνω ότι μοιάζεις με φάρο, έτσι όπως στέκεσαι στην άκρη και το βλέμμα σου, που ταυτίζω πια με το βαθύ σκοτάδι που μας περιβάλλει, διαπερνά τα σωθικά τόσο μοναδικά κι απόλυτα, χωρίς να ξεμακραίνει, χωρίς να βιάζεται. Μα το σώμα δεν παίρνει θέση. Ατσάλινη καρδιά μου, δεν αξίζεις τίποτα. Θα το καταλάβεις χρόνια αργότερα. Προς το παρόν μάζεψε όσες περισσότερες τραγικές εμπειρίες μπορείς. Για να 'χεις να τραγουδάς στις καλοκαιρινές παραλίες και να απλώνεις με τον ήχο της κιθάρας σου τα αιωνίως ανείπωτα.

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2013

2004



Σ' ακολουθώ με τα μάτια. Βγαίνεις στο κατάστρωμα. Στέκεσαι για λίγο ατενίζοντας τον ορίζοντα προσποιούμενος πως δε σ' ενοχλεί ο καυτός ήλιος. Δε σε κατηγορώ. Γυρνάς μετά από λίγο στη βαρετή παρέα που σε περιμένει στο εσωτερικό. Το βλέμμα σου περιφέρεται άσκοπα στα ενθουσιασμένα πρόσωπα που την απαρτίζουν. Μαζί τους σχεδίασες κάποιες μάλλον διεκπεραιωτικές διακοπές, γεμάτες χαλαρωτικές βόλτες κι ευσεβείς πόθους. Σκέφτεσαι πολύ, το μέγεθος της προσμονής δε μπορεί να κρυφτεί πίσω απ' τα μαύρα μοδάτα γυαλιά σου, γι' αυτό λοιπόν μην κάνεις τον κόπο. Ο Σ. δίπλα τραγουδάει χαμηλόφωνα και παραπονιάρικα -πάλι κάποιος ανόητος τον παρεξήγησε. Ο λυγμός στη φωνή του ταιριάζει απόλυτα στο συννεφιασμένο σου πρόσωπο. Μακάρι να μου έδειχνες τον τρόπο να σε πάρω από εκείνο τον τόπο. Εσύ που νοιάζεσαι για όλους και φορτώνεσαι τα βάρη τους. Στο μυαλό μου μεταμορφώνεσαι αυτομάτως σε υπερήρωα· όπως αυτοί οι παιδικοί μας, που πετάγονταν οπουδήποτε κάποιος τους είχε ανάγκη, επειδή κινδύνευε ή φοβόταν πως κινδύνευε· και την τελευταία στιγμή -σαν από θαύμα- τον έσωζαν, επιδεικνύοντας πρωτοφανή αυταπάρνηση και γενναιότητα, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν μόνο σ' έναν ήρωα.  Τώρα όμως είναι η ώρα της δικής σου σωτηρίας, που εξαρτάται από τ' αντανακλαστικά σου τη στιγμή της μεγάλης αποκάλυψης. Ο κύκλος αρχίζει με ήπια ποτά στο μπαρ και ανύποπτα κοιτάγματα απ' τον καθρέφτη. Η υγρασία της βραδιάς μόνο απαρατήρητη δεν περνάει. Αυτή την υγρασία σου μεταφέρω όταν σε τρακάρω το επόμενο πρωί. Κι εσύ να κουβαλάς στο βλέμμα μια έκφραση αμηχανίας, που τώρα όμως δεν είναι ενοχλητική κι ανοίκεια, αλλά δεμένη με τη σκληρή ομορφιά της συνειδητοποίησης, την επίγνωση της επιλογής, την ανυπομονησία του επερχόμενου.  Μα κάτι ακόμα σε κατατρύχει. Είσαι μαζί τους, αλλά δεν είσαι κι εκεί. Χαμογελάς με τα αστεία τους, μα δεν έχεις ακούσει λέξη. Φοράς καλοκαιρινά κι όμως νιώθεις περισσότερη ψύχρα κι από Γενάρη μήνα. Το μυαλό σου μοιάζει να 'ναι βυθισμένο σε αλλόκοτες σκέψεις, απ' αυτές που ξόρκιζες προτού ακόμη γεννηθείς. Κι όμως, αισθάνεσαι το δέρμα ν' αλλάζει. Κι εκείνο το μακό που πριν λίγο καιρό σε φόραγε, αναδεικνύει πια τον νέο σου εαυτό: ειλικρινής, δυνατός και θαρραλέος, γεμάτος περηφάνια κι αυτοπεποίθηση, πανέτοιμος να δώσεις οποιαδήποτε μάχη χρειαστεί. Όπως κάνει άλλωστε κάθε ήρωας.

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

Το Πρόβλημα