Παρασκευή 13 Απριλίου 2012

Κύματα




Τα αστραφτερά κύματα γλιστρούσαν ξεκούραστα κι άφοβα το ένα πάνω στο άλλο, τυλίγονταν στις δροσερές ριπές του ανέμου κι ορθώνονταν ίσα-ίσα για να ξεπλύνουν μια βουβή και άχρωμη μέρα -μια απ' τις πολλές και μεγάλες που είχαν προηγηθεί. Η όψη της θάλασσας ήταν λυτρωτική ενώ η κατανοητική διάθεση με την οποία παλλόταν από μακριά λειτούργησε -έστω και για λίγο- καταπραϋντικά για το μέσα. Τόσο που μ' έκανε να ξεχάσω ότι δεν ήταν καλοκαίρι, ούτε και μέσα Άνοιξης παρά ένα γκρίζο και ταλαιπωρημένο φθινόπωρο. Ένα φθινόπωρο που χάνει όμως τα φύλλα του και κανείς δεν τα μαζεύει, αλλά αφήνονται στη μοίρα τους, που είναι να πέφτουν άτσαλα στο λασπωμένο έδαφος. Κι από απέναντι να τα κοιτάζει με απάθεια μια εποχή καινούρια που δε μοιάζει με καμιά. Κι έπειτα αυτή να στρέφει το βλέμμα στη θάλασσα και να την τραγουδάει· και να παίρνει στο χέρι τη μικρή βαλίτσα της, την έτοιμη από καιρό, για να ξεκινήσει ένα ακόμα απ΄ τα αγαπημένα της ταξίδια.