Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2023

In mono


Είναι εννέα και κάτι

Απόψε σε θέλω πιο πολύ από ποτέ

Πιο πολύ απ' οτιδήποτε άλλο

Πίνω νερό απ'το ποτήρι σου και σκουπίζω το στόμα με τη μπλούζα 

 Καταπίνω τα χείλη σου

παίρνω τη γεύση τους

και βαδίζω προς τον Άδη

Η νύχτα είναι υγρή, στο δρόμο τα χρώματα ιδρώνουν

Σου πιάνω το χέρι 

κι αναρριχώμαι πάνω σου σαν κισσός

 Σε νιώθω, με νιώθεις

Είμαστε μέσα ο ένας στον άλλον

Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2023

Candy


Peter Hujar, Candy Darling on her Deathbed (1973)

Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2023

Η παρένθεση μιας Άνοιξης





Λυγίζω στα λόγια που κρύβω και ποτέ δε θα σου πω/

Σε κοιτάζω κι ονειρεύομαι τη ζωή μας/

Μέσα σου θέλω να κάνω ατέλειωτα ταξίδια/

Είναι λίγο πριν την ανέλπιστη Ανάσταση ενός πόθου/

Με καρφώνεις μ'αυτό το βλέμμα 
το συνωμοτικό κι ακατανόητο/

Κι όμως αυτά τα γαλάζια μάτια τα ξέρω πολύ καλά 
μα τα θάβω κάτω απ'την ένοχη σιωπή μου/

Αυτά τα μεταξένια μαλλιά τα μυρίζω, τα αγγίζω και γαληνεύω/

Μου μιλάς το βράδυ ψιθυριστά
κι είναι σαν να ακούω το μέλι να στάζει στον ωκεανό/

Η μπλούζα σου κάτασπρη, περιμένει την πρώτη αμαρτία/

Είμαι αιχμάλωτος ενός πολέμου 
που δεν κατάλαβα πότε ξεκίνησα/

Και το πρόσωπό σου 
ο τέλειος καμβάς για το έργο που θα φτιάξουμε μαζί/

Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2023

Οι Πευκοβελόνες


Τραβάω μια βελόνα απ'το δέντρο και τρυπάω το δάχτυλο. Βλέπω το αίμα να βγαίνει. Πεύκα κι έλατα ρίχνουν βαριά τη σκιά τους, αιωρούμενα πάνω απ'την καυτή άμμο, περιμένοντας ένα χέρι να τα χαιδέψει, να τα ξαναζωντανέψει. Ξαφνικά η πευκοβελόνα μακραίνει, γίνεται η αχτίδα μιας άλλης εποχής, πιο παλιάς κι αθώας. Με αλυσίδες χρυσές δένω αυτή η μνήμη στο αγαπημένο μου δέντρο, όπως δέναμε ξανά και ξανά την αλυσίδα που μας έβγαινε απ'το ποδήλατο. Κι άμα πέσω, τι θα πάθω, το πολύ-πολύ να πάρω απ'τα κύματα και να βάλω στην πληγή λίγο νερό. Αφού, έτσι κι αλλιώς στο μέσα σου σε στρέφουν τα κύματα της θάλασσας.

- Θα σε δω στα σκαλάκια

- Τα λέμε μετά. ("Σ'αγαπώ, θα σε σκέφτομαι, να προσέχεις")

Το κρουστό σώμα αντηχεί πρωτόγνωρους ήχους, υπόκωφους και μυστηριώδεις. Τους ακούμε με αγαλλίαση μα προσποιούμαστε πως δεν υπάρχουν. Βγάζω το κινητό, σου στέλνω κάτι που σου υπενθυμίζει ότι δε σε ξέχασα. Αστραφτερά χαμόγελα και χαλασμένα τηλέφωνα. Βλέμματα και εφηβικές απορίες. Αναρωτήσεις. Από τόλμη ή από ανασφάλεια; Η κλεψύδρα γεμίζει και αδειάζει. Και ξαναγεμίζει και ξαναδειάζει. Ραντεβού έξω απ'το σπίτι σου. Μέσα στο δικό μου. Στον κήπο, με τις πεταλούδες που πετάνε πάντα ελεύθερες, και μαζί τους κι εμείς να πετάμε στο πιο απίθανο μέρος του κόσμου, νοητά κι ανόητα. Να παρακολουθούμε τις ιστορίες τους χωρίς να πάρουμε ανάσα και τα ταξίδια τους να τα ονομάζουμε δικά μας. Γιατί όλα είναι πιθανά σήμερα.

Συχνά μας βλέπω στο πεζοδρόμιο πίσω απ'τον φράχτη, έξω απ'τα κάγκελα. Βολευόμασταν πάνω του όπως-όπως, παρατηρώντας τη μέρα να ιδρώνει και να γίνεται απόγευμα κι ύστερα νύχτα. Και κάπου εκεί, ανάμεσα στις ριπές του ανέμου που ανέβαζε τη σκόνη ως τα βλέφαρά μας, βλέπαμε πιο καθαρά την εικόνα μας: γλυκείς, αφελείς κι ερωτευμένοι. Εγωιστές, ευάλωτοι και ημιτελείς. Παρ' όλα αυτά, ήμασταν καλά, γιατί ήμασταν άτρωτοι.

Για όλα αρκούσε μια φευγαλέα συννενόηση. Ανταλλαγές νευμάτων, λίγο πριν πετάξουμε την πετσέτα στο τσιμεντένιο πεζούλι και πέσουμε με φόρα στην σκούρα μα πάντα φιλόξενη θάλασσα. Λίγο μετά, το πρόγραμμα έχει μιλκσέικ στο γνωστό καφέ-μπαρ. Εκεί που τη μέρα γεμίζαμε ήλιο και το βράδυ παίρναμε αγκαλιά το εξομολογητικό φεγγάρι, που πάντα μας έδινε άφεση και, που από κάτω του αστράφταμε σα μαργαριτάρια και ευχόμασταν αυτή η στιγμή να κρατήσει για πάντα.

Την επόμενη μέρα κατεβαίνουμε στην ξύλινη αποβάθρα. Απόψε έχει ένα γαμάτο πάρτι. Θα σε κοιτώ να λιώνεις και θα λιώνουμε μαζί. Λίγα καταλαβαίνω από όλα αυτά που γίνονται. Θέλω να μου τα εξηγήσεις. Το καλοκαίρι προχωράει. Και μαζί του παίρνει και τα δαχτυλίδια του Α. την τράπουλα της Μ., τα επιτραπέζια της Φ., τις ρακέτες του Γ., το γέλιο της Μ., τα τηλέφωνα της Ζ., τις στροφές του Γ. και του Γ.

Πολλές φορές, ανακαλύπτω αυτά που μέχρι τώρα θεωρούσα απάτητα. Γιατί είχα ξεχάσει ότι εγώ τα είχα εξερευνήσει. Με φακούς που το φως τους έφτανε μέχρι την άκρη του ορίζοντα. Οι ίδιοι τόποι εμφανίζονται ξαφνικά μόλις πατηθεί από κάπου αυτό το πανέμορφο κουμπί. Και τότε κοιτάζω πάλι τα ίδια μάτια, τριγυρίζω στα ίδια μέρη. Εκεί που κάποια χρόνια πριν κάποιοι έδιναν όρκους αφοσίωσης, καθισμένοι πάνω σε ένα μικρό βραχάκι που ίσα-ίσα τους χώραγε. Λίγο πιο πάνω απ΄την πλαγιά γεννιούνται ακόμα πολλές μικρές και μεγάλες αποφάσεις, γενναίες ή λιγότερο. Τουλάχιστον, η κάθε μια από αυτές δεν αργεί να καλωσορίσει την επόμενη.

Σάββατο 26 Αυγούστου 2023

Τα Γράμματα


Οι σκεπές από ξεθωριασμένο βυσσινί κεραμίδι είχαν αρχίσει να βουλιάζουν. Από κάτω τους γεννήθηκαν πολλοί έρωτες, που άρχισαν ως μια ακόμη τυχαία γνωριμία και εν τέλει σημαδεύτηκαν από μια μοίρα που τους άφηνε μικρούς αστερισμούς ενός μακρινού γαλαξία. 

Το πλάνο αλλάζει και τώρα ακολουθεί αλλιώτικες παραλλαγές. Η εκκίνηση ίσως είναι κοινή, μα η διαδρομή χωρίζει σε πολλαπλά μονοπάτια. Οι κανόνες που ορίζουν την καθε μία διαλύονται για να ξανασυσταθούν λίγο αργότερα.

Δεν ξέχασα ποτέ εκείνα τα γράμματα· ούτε κι εκείνα εμένα. Αντιθέτα, με επισκέπτονται συχνά. Εκτενή, ανατριχιαστικά, αποκαλυπτικά. Πρόσωπα που με ξέρουν, πρόσωπα που θα ήθελα να έχω ξεχάσει.  Μικρές επιστολικές καταφάσεις εκκωφαντικών αρνήσεων. Με χτυπάνε με μανία, κάνω να τα αποφύγω και ως δια μαγείας, γυρίζουν πίσω, προετοιμάζοντας με ακρίβεια την επόμενη κίνηση, που θα με βρει κι εμένα ίσως πιο έτοιμο. Και τελικά με βρίσκει το ίδιο (αν)έτοιμο.

Κάνω διάλειμμα για βρώμικο. Την έξαψη που νιώθω, σου τη χαρίζω, γιατί δεν την έχω νιώσει ποτέ πριν. Αυτό το άγγιγμα, αυτό το αναπολογητικό χάδι, αυτές τις λέξεις που στερεώνουν μια μετέωρη αλήθεια -που για μένα όμως είναι τόσο πραγματική όσο η αγάπη που βλέπω στα μάτια σου- τις παρατηρώ να ανοίγονται μπροστά μου. Τις αποθεώνω ενώ καταναγκαστικές παύσεις με χωρίζουν από την αρχή. Εκεί που οι άλλοι εαυτοί καταβυθίζονται στη δίνη μιας πείνας που ανακαλύπτω κάθε τόσο και τα λόγια καταβροχθίζονται λαίμαργα δίνοντας το έναυσμα μιας ακόμα ιστορίας που ύστερα αφηγούμαι μόνος μου στο ίδιο ακροατήριο.

Το χέρι κινείται με μαεστρία πάνω σε ένα χαρτί, που γίνεται αεροπλάνο και μας κρύβει μέσα του. Μερικές σελίδες επανάληψης της αυταπάτης ότι έχω το κουράγιο να αποβάλλω από πάνω μου το βάρος της ευθύνης μιας ακόμα αναρώτησης, μιας διαψευσμένης επιθυμίας. Το μόνο που αρκεί θα το μάθω τη στιγμή που δε θα το περιμένω.

Μικρές εκρήξεις σημειώνονται ανατολικά του στήθους, χαμηλά. Το κρυφτό τελειώνει σιγά-σιγά και η καρδιά σε προχωράει εκεί που ξέρεις ότι μπορείς να φτάσεις. Ένα μακροβούτι γερό, ίσα να διαπεράσεις τη δροσερή αύρα του ρεύματος που σε αγκαλιάζει, λίγο πριν βγεις στην επιφάνεια, ξαναγεννημένος.

Τρίτη 22 Αυγούστου 2023

Ο Χορός


Σε είδα να χορεύεις στο πανηγύρι του Αη-Νικόλα/ 
τα καλά σου είχες φορέσει/
κι ένα στεφάνι από κισσό/
στο λαιμό ο σταυρός/
ο δαγκωμένος στην άκρη, ο πουπουλένιος, ο ασήκωτος/

Χόρευες έναν δοξαστικό χορό/
και ούτε που νοιαζόσουν/
αν σε πατάνε σαν το μούστο/
και δεν το υπολογίζουν/

Το βήμα σου βαρύ και μεγαλειώδες/
με των άλλων ενώνεται/
των άλλων των μικροπρεπών κι εκπεσόντων/
μάτωσες κι εσύ απ'την πτώση/
μα ρούφηξες το αίμα σα να ήταν νεκταρ/

Η άχραντη σου φύση καταυγάζει τα βουνά/
ο ήλιος σε χαϊδεύει γλυκά στην πλάτη/
προχωράς με κλειστά μάτια/
και το "που" το ξέρεις σαν την παλάμη του χεριού/

Είναι η μέρα η ίδια πάντα/
που σε αγκαλιάζει σα μάνα/
είναι κι οι νύχτες που συχνά βγάζουν νύχια/
κι ύστερα κάνουν τις ανήξερες

Χειμάς πάνω απ' το σκότος και το σπας/
Κι απόψε τρέμουν σαν τα φύλλα όσοι δεν αγάπησαν/
κρασί, ζεστό, γλυκόπιοτο/
στάζει από δυο χείλη που μιλάνε δίχως ήχο/

Έρχεται και φεύγει ο κόσμος/
κι εσύ παραδίνεσαι ξανά/
στον εαυτό τον άλλο/
κι ενώ σε λούζουν τα ωσαννά/
εσύ το σώμα γέρνεις/
και ρίχνεις στην καρδιά/

Πέμπτη 3 Αυγούστου 2023

Οι Λέξεις


Ανοίγω το συρτάρι του κομοδίνου. Μέσα του βρίσκω αποκόμματα απ' τα γράμματά σου. Βουτάω με λαχτάρα σ' αυτά που 'γραψαν άλλοι για σένα. Παρατηρώ τις λέξεις και ανακουφίζομαι. Σε σκέφτομαι να με σκέφτεσαι και να χαμογελάς. Μου τα χάρισες κι είναι δικά μου. Τα διαβάζω αχόρταγα, κυριαρχούν πάνω μου και με περνούν σε μια νέα, μοναδική ψυχεδέλεια. Τολμηρά, απόκρυφα λόγια που δεν αντέχω να διαβάσω. Σκηνές ανομολόγητες που κυοφορούν μικρές συντέλειες.

Μπαίνω διστακτικά σ' ένα λαβύρινθο με ψηλούς τοίχους, τα βήματα μου είναι αχνά, σχεδόν δεν ακούγονται. Παρατηρώ φωτογραφίες σου κρεμασμένες. Βίντεο να παίζουν σε λούπα. Αποτυπώματα που καθρεφτίζουν στιγμές απόλυτης παράδοσης. Σε βλέπω σε εκείνη την επαρχιακή πόλη. Τότε που είχες πρωτοδοκιμάσει να ολοκληρώσεις την ίδια λαβυρινθώδη διαδρομή. 

Σιγά-σιγά μαθαίνω για τα μαλλιά και τη σωματική σου διάπλαση, τους φόβους και τα όνειρά σου, την καθημερινότητά σου. Θέλω όσο τίποτα να σε βρω και να σε εξομολογήσω κι ύστερα να με εξομολογήσεις κι εσύ και μετά να χαθούμε, σαν δυο έντομα στη δίνη του αέρα που κάποιος άλλος σήκωσε. 

Φτάνω σπίτι αργά κι ανοίγω τους φακέλους. Γράμματα σε αναβολή. Απορίες που θα γίνουν δάκρυα - αναρώτησης, προσμονής, θάρρους. Κουμπιά απ'τα σκισμένα σου πουκάμισα που δε γλίτωσαν σε μια στιγμή παραφοράς. Δίσκοι σου αγαπημένοι. Αφίσες, εισιτήρια, ποίηματα, φωτογραφίες.

Θέλω να μάθεις κι εσύ τα μυστικά μου. Πως σε παρακολουθώ κρυφά κάθε μέρα να διασχίζεις την πόλη. Σε βλέπω να ξυπνάς, να τρως, να συναντάς τους φίλους σου, να ανεβαίνεις στο ποδήλατο και να χάνεσαι, κι εγώ να μετρώ τα λεπτά μέχρι να σε ξαναδώ. Θέλω να μάθεις πως σε κουβαλάω παντού, στο θαλασσινό μου μπάνιο, στα εγκαταλελειμμένα λεωφορεία, στα fast food της γειτονιάς. Στις ταινίες και τα βιβλία που σε περιέχουν. Στα τραγούδια που λες και γράφτηκαν για σένα· ή μάλλον όχι, που όντως γράφτηκαν για σένα και για μας, κυρίως δε, για μένα. Πώς το λέει ο M.; "Χτες βράδυ ονειρεύτηκα πως...".

Ακούς και χαμογελάς συνωμοτικά καθώς παίζεις την κιθάρα σου, ενώ εγώ καίγομαι αλλά κάνω τον ανήξερο. 

Τα φώτα σβήνουν. Παραδίνομαι σ' έναν έξαλλο εκστατικό χορό κι αφήνομαι στα αγγίγματα που προκαλούν ανατριχίλα. Το σώμα σου είναι ευωδιαστό. Γεμάτο χείμαρρους κι απροσχεδίαστες παραλλαγές. Ακουμπάω τους αγκώνες στο δρύινο γραφείο. Μετατοπίζονται τα σωθικά. Η πλάτη σου γίνεται ο ανεξερεύνητος χάρτης μου, κι η γλώσσα -η μόνη παρηγοριά- θα μας σκεπάσει.

Κυριακή 30 Ιουλίου 2023

Τα Σκαλάκια


Κάθομαι στα δροσερά ανηφορικά σκαλάκια που οδηγούν στο σχολείο. Εκεί που κάναμε τα πρώτα μας αποτυχημένα αστεία, εκεί που βιώσαμε τις πρώτες μας επίγειες διαψεύσεις. Αριστερά, στο λόφο, θυμάμαι να μας πηγαίνουν περίπατο κι εμείς ενστικτωδώς να κρατιόμαστε απ'τους ώμους για να στηρίξουμε ο ένας τον άλλον απέναντι σε αυτό που ερχόταν με ορμή κατα πάνω μας.

Λίγο πιο πάνω, με βλέπω να κοιτάζω με άδειο βλέμμα, χιλιάδες πόδια να σείουν το τσιμεντένιο δάπεδο και μετά να χωρίζουν και να φτάνουν στον ουρανό.

Κάπου εκεί κάναμε και το πρώτο μας τσιγάρο. Με δανεικό αναπτήρα, κρυφά κι ενοχικά αποτολμήσαμε να γευτούμε κι εμείς το νέκταρ.

Δεν έχω τίποτα άλλο μες στην τσάντα μου, εκτός από εσένα που λιώνω για πάρτη σου, κι ας μη σε ξέρω ακόμα.

Για την ώρα προετοιμάζομαι για τις εξετάσεις, επαναλαμβάνω ότι μας μάθανε. Κανείς τους όμως δεν μας έμαθε, ούτε μας προετοίμασε γι' αυτό που υπερβαίνει κι εμάς τους ίδιους.

Βάζω ένα cd στο φορητό. Στις φωνές διακρίνω μια καταιγιστική μελαγχολία, μια επιτακτική ανάγκη διαφυγής. Μοιάζει με καυτή λάβα που πέφτει σιγά-σιγά πάνω σε ένα τεράστιο παγόβουνο. Πως πέρασε έτσι η ώρα, πως πέρασαν έτσι τα καλοκαίρια. Άραγε ο χρόνος υπάρχει μόνο όταν τον σκεφτόμαστε ή μήπως είναι ο χρόνος που επιτάσσει την ίδια την εγρήγορση της σκέψης; 

Για την ώρα όλα αυτά δεν είναι παρά έτη φωτός μακριά μας. Το εφηβικό μας μυαλό δεν ταλαιπωρείται ακόμα απ'τη συνθετότητα της ζωής. Αντιθέτως, η ημερήσια διάταξη περιλαμβάνει μελοδραματικά ξεσπάσματα, καταπιεσμένες επιθυμίες και άσπονδες αντιπαραθέσεις.

Χαμογελώ γιατί με αφήνεις να προσπαθήσω να σε καταλάβω, να μπω στον πυρήνα της ύπαρξής σου, να δω πιο καθαρά για ποιον λόγο έκλαιγες ή ούρλιαζες απο χαρά και σήκωνες τον κόσμο. Και όλα τα χρώματα ανάμεσα. Κάθε φορά που θα καθόμαστε στα σκαλάκια, θα 'ναι λες σαν την πρώτη φορά, όλα θα μοιάζουν καινούρια.