Σάββατο 26 Αυγούστου 2023

Τα Γράμματα


Οι σκεπές από ξεθωριασμένο βυσσινί κεραμίδι είχαν αρχίσει να βουλιάζουν. Από κάτω τους γεννήθηκαν πολλοί έρωτες, που άρχισαν ως μια ακόμη τυχαία γνωριμία και εν τέλει σημαδεύτηκαν από μια μοίρα που τους άφηνε μικρούς αστερισμούς ενός μακρινού γαλαξία. 

Το πλάνο αλλάζει και τώρα ακολουθεί αλλιώτικες παραλλαγές. Η εκκίνηση ίσως είναι κοινή, μα η διαδρομή χωρίζει σε πολλαπλά μονοπάτια. Οι κανόνες που ορίζουν την καθε μία διαλύονται για να ξανασυσταθούν λίγο αργότερα.

Δεν ξέχασα ποτέ εκείνα τα γράμματα· ούτε κι εκείνα εμένα. Αντιθέτα, με επισκέπτονται συχνά. Εκτενή, ανατριχιαστικά, αποκαλυπτικά. Πρόσωπα που με ξέρουν, πρόσωπα που θα ήθελα να έχω ξεχάσει.  Μικρές επιστολικές καταφάσεις εκκωφαντικών αρνήσεων. Με χτυπάνε με μανία, κάνω να τα αποφύγω και ως δια μαγείας, γυρίζουν πίσω, προετοιμάζοντας με ακρίβεια την επόμενη κίνηση, που θα με βρει κι εμένα ίσως πιο έτοιμο. Και τελικά με βρίσκει το ίδιο (αν)έτοιμο.

Κάνω διάλειμμα για βρώμικο. Την έξαψη που νιώθω, σου τη χαρίζω, γιατί δεν την έχω νιώσει ποτέ πριν. Αυτό το άγγιγμα, αυτό το αναπολογητικό χάδι, αυτές τις λέξεις που στερεώνουν μια μετέωρη αλήθεια -που για μένα όμως είναι τόσο πραγματική όσο η αγάπη που βλέπω στα μάτια σου- τις παρατηρώ να ανοίγονται μπροστά μου. Τις αποθεώνω ενώ καταναγκαστικές παύσεις με χωρίζουν από την αρχή. Εκεί που οι άλλοι εαυτοί καταβυθίζονται στη δίνη μιας πείνας που ανακαλύπτω κάθε τόσο και τα λόγια καταβροχθίζονται λαίμαργα δίνοντας το έναυσμα μιας ακόμα ιστορίας που ύστερα αφηγούμαι μόνος μου στο ίδιο ακροατήριο.

Το χέρι κινείται με μαεστρία πάνω σε ένα χαρτί, που γίνεται αεροπλάνο και μας κρύβει μέσα του. Μερικές σελίδες επανάληψης της αυταπάτης ότι έχω το κουράγιο να αποβάλλω από πάνω μου το βάρος της ευθύνης μιας ακόμα αναρώτησης, μιας διαψευσμένης επιθυμίας. Το μόνο που αρκεί θα το μάθω τη στιγμή που δε θα το περιμένω.

Μικρές εκρήξεις σημειώνονται ανατολικά του στήθους, χαμηλά. Το κρυφτό τελειώνει σιγά-σιγά και η καρδιά σε προχωράει εκεί που ξέρεις ότι μπορείς να φτάσεις. Ένα μακροβούτι γερό, ίσα να διαπεράσεις τη δροσερή αύρα του ρεύματος που σε αγκαλιάζει, λίγο πριν βγεις στην επιφάνεια, ξαναγεννημένος.

Τρίτη 22 Αυγούστου 2023

Ο Χορός


Σε είδα να χορεύεις στο πανηγύρι του Αη-Νικόλα/ 
τα καλά σου είχες φορέσει/
κι ένα στεφάνι από κισσό/
στο λαιμό ο σταυρός/
ο δαγκωμένος στην άκρη, ο πουπουλένιος, ο ασήκωτος/

Χόρευες έναν δοξαστικό χορό/
και ούτε που νοιαζόσουν/
αν σε πατάνε σαν το μούστο/
και δεν το υπολογίζουν/

Το βήμα σου βαρύ και μεγαλειώδες/
με των άλλων ενώνεται/
των άλλων των μικροπρεπών κι εκπεσόντων/
μάτωσες κι εσύ απ'την πτώση/
μα ρούφηξες το αίμα σα να ήταν νεκταρ/

Η άχραντη σου φύση καταυγάζει τα βουνά/
ο ήλιος σε χαϊδεύει γλυκά στην πλάτη/
προχωράς με κλειστά μάτια/
και το "που" το ξέρεις σαν την παλάμη του χεριού/

Είναι η μέρα η ίδια πάντα/
που σε αγκαλιάζει σα μάνα/
είναι κι οι νύχτες που συχνά βγάζουν νύχια/
κι ύστερα κάνουν τις ανήξερες

Χειμάς πάνω απ' το σκότος και το σπας/
Κι απόψε τρέμουν σαν τα φύλλα όσοι δεν αγάπησαν/
κρασί, ζεστό, γλυκόπιοτο/
στάζει από δυο χείλη που μιλάνε δίχως ήχο/

Έρχεται και φεύγει ο κόσμος/
κι εσύ παραδίνεσαι ξανά/
στον εαυτό τον άλλο/
κι ενώ σε λούζουν τα ωσαννά/
εσύ το σώμα γέρνεις/
και ρίχνεις στην καρδιά/

Πέμπτη 3 Αυγούστου 2023

Οι Λέξεις


Ανοίγω το συρτάρι του κομοδίνου. Μέσα του βρίσκω αποκόμματα απ' τα γράμματά σου. Βουτάω με λαχτάρα σ' αυτά που 'γραψαν άλλοι για σένα. Παρατηρώ τις λέξεις και ανακουφίζομαι. Σε σκέφτομαι να με σκέφτεσαι και να χαμογελάς. Μου τα χάρισες κι είναι δικά μου. Τα διαβάζω αχόρταγα, κυριαρχούν πάνω μου και με περνούν σε μια νέα, μοναδική ψυχεδέλεια. Τολμηρά, απόκρυφα λόγια που δεν αντέχω να διαβάσω. Σκηνές ανομολόγητες που κυοφορούν μικρές συντέλειες.

Μπαίνω διστακτικά σ' ένα λαβύρινθο με ψηλούς τοίχους, τα βήματα μου είναι αχνά, σχεδόν δεν ακούγονται. Παρατηρώ φωτογραφίες σου κρεμασμένες. Βίντεο να παίζουν σε λούπα. Αποτυπώματα που καθρεφτίζουν στιγμές απόλυτης παράδοσης. Σε βλέπω σε εκείνη την επαρχιακή πόλη. Τότε που είχες πρωτοδοκιμάσει να ολοκληρώσεις την ίδια λαβυρινθώδη διαδρομή. 

Σιγά-σιγά μαθαίνω για τα μαλλιά και τη σωματική σου διάπλαση, τους φόβους και τα όνειρά σου, την καθημερινότητά σου. Θέλω όσο τίποτα να σε βρω και να σε εξομολογήσω κι ύστερα να με εξομολογήσεις κι εσύ και μετά να χαθούμε, σαν δυο έντομα στη δίνη του αέρα που κάποιος άλλος σήκωσε. 

Φτάνω σπίτι αργά κι ανοίγω τους φακέλους. Γράμματα σε αναβολή. Απορίες που θα γίνουν δάκρυα - αναρώτησης, προσμονής, θάρρους. Κουμπιά απ'τα σκισμένα σου πουκάμισα που δε γλίτωσαν σε μια στιγμή παραφοράς. Δίσκοι σου αγαπημένοι. Αφίσες, εισιτήρια, ποίηματα, φωτογραφίες.

Θέλω να μάθεις κι εσύ τα μυστικά μου. Πως σε παρακολουθώ κρυφά κάθε μέρα να διασχίζεις την πόλη. Σε βλέπω να ξυπνάς, να τρως, να συναντάς τους φίλους σου, να ανεβαίνεις στο ποδήλατο και να χάνεσαι, κι εγώ να μετρώ τα λεπτά μέχρι να σε ξαναδώ. Θέλω να μάθεις πως σε κουβαλάω παντού, στο θαλασσινό μου μπάνιο, στα εγκαταλελειμμένα λεωφορεία, στα fast food της γειτονιάς. Στις ταινίες και τα βιβλία που σε περιέχουν. Στα τραγούδια που λες και γράφτηκαν για σένα· ή μάλλον όχι, που όντως γράφτηκαν για σένα και για μας, κυρίως δε, για μένα. Πώς το λέει ο M.; "Χτες βράδυ ονειρεύτηκα πως...".

Ακούς και χαμογελάς συνωμοτικά καθώς παίζεις την κιθάρα σου, ενώ εγώ καίγομαι αλλά κάνω τον ανήξερο. 

Τα φώτα σβήνουν. Παραδίνομαι σ' έναν έξαλλο εκστατικό χορό κι αφήνομαι στα αγγίγματα που προκαλούν ανατριχίλα. Το σώμα σου είναι ευωδιαστό. Γεμάτο χείμαρρους κι απροσχεδίαστες παραλλαγές. Ακουμπάω τους αγκώνες στο δρύινο γραφείο. Μετατοπίζονται τα σωθικά. Η πλάτη σου γίνεται ο ανεξερεύνητος χάρτης μου, κι η γλώσσα -η μόνη παρηγοριά- θα μας σκεπάσει.