Πέμπτη 3 Αυγούστου 2023

Οι Λέξεις


Ανοίγω το συρτάρι του κομοδίνου. Μέσα του βρίσκω αποκόμματα απ' τα γράμματά σου. Βουτάω με λαχτάρα σ' αυτά που 'γραψαν άλλοι για σένα. Παρατηρώ τις λέξεις και ανακουφίζομαι. Σε σκέφτομαι να με σκέφτεσαι και να χαμογελάς. Μου τα χάρισες κι είναι δικά μου. Τα διαβάζω αχόρταγα, κυριαρχούν πάνω μου και με περνούν σε μια νέα, μοναδική ψυχεδέλεια. Τολμηρά, απόκρυφα λόγια που δεν αντέχω να διαβάσω. Σκηνές ανομολόγητες που κυοφορούν μικρές συντέλειες.

Μπαίνω διστακτικά σ' ένα λαβύρινθο με ψηλούς τοίχους, τα βήματα μου είναι αχνά, σχεδόν δεν ακούγονται. Παρατηρώ φωτογραφίες σου κρεμασμένες. Βίντεο να παίζουν σε λούπα. Αποτυπώματα που καθρεφτίζουν στιγμές απόλυτης παράδοσης. Σε βλέπω σε εκείνη την επαρχιακή πόλη. Τότε που είχες πρωτοδοκιμάσει να ολοκληρώσεις την ίδια λαβυρινθώδη διαδρομή. 

Σιγά-σιγά μαθαίνω για τα μαλλιά και τη σωματική σου διάπλαση, τους φόβους και τα όνειρά σου, την καθημερινότητά σου. Θέλω όσο τίποτα να σε βρω και να σε εξομολογήσω κι ύστερα να με εξομολογήσεις κι εσύ και μετά να χαθούμε, σαν δυο έντομα στη δίνη του αέρα που κάποιος άλλος σήκωσε. 

Φτάνω σπίτι αργά κι ανοίγω τους φακέλους. Γράμματα σε αναβολή. Απορίες που θα γίνουν δάκρυα - αναρώτησης, προσμονής, θάρρους. Κουμπιά απ'τα σκισμένα σου πουκάμισα που δε γλίτωσαν σε μια στιγμή παραφοράς. Δίσκοι σου αγαπημένοι. Αφίσες, εισιτήρια, ποίηματα, φωτογραφίες.

Θέλω να μάθεις κι εσύ τα μυστικά μου. Πως σε παρακολουθώ κρυφά κάθε μέρα να διασχίζεις την πόλη. Σε βλέπω να ξυπνάς, να τρως, να συναντάς τους φίλους σου, να ανεβαίνεις στο ποδήλατο και να χάνεσαι, κι εγώ να μετρώ τα λεπτά μέχρι να σε ξαναδώ. Θέλω να μάθεις πως σε κουβαλάω παντού, στο θαλασσινό μου μπάνιο, στα εγκαταλελειμμένα λεωφορεία, στα fast food της γειτονιάς. Στις ταινίες και τα βιβλία που σε περιέχουν. Στα τραγούδια που λες και γράφτηκαν για σένα· ή μάλλον όχι, που όντως γράφτηκαν για σένα και για μας, κυρίως δε, για μένα. Πώς το λέει ο M.; "Χτες βράδυ ονειρεύτηκα πως...".

Ακούς και χαμογελάς συνωμοτικά καθώς παίζεις την κιθάρα σου, ενώ εγώ καίγομαι αλλά κάνω τον ανήξερο. 

Τα φώτα σβήνουν. Παραδίνομαι σ' έναν έξαλλο εκστατικό χορό κι αφήνομαι στα αγγίγματα που προκαλούν ανατριχίλα. Το σώμα σου είναι ευωδιαστό. Γεμάτο χείμαρρους κι απροσχεδίαστες παραλλαγές. Ακουμπάω τους αγκώνες στο δρύινο γραφείο. Μετατοπίζονται τα σωθικά. Η πλάτη σου γίνεται ο ανεξερεύνητος χάρτης μου, κι η γλώσσα -η μόνη παρηγοριά- θα μας σκεπάσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: