Δευτέρα 5 Μαΐου 2014

Η Άκρη

   

Αυτή η αναρώτηση χτυπούσε δυνατά το μυαλό μου. Δε νομίζω ότι μ' έπαιρνε πια να το αγνοήσω, ούτε να το δικαιολογήσω όπως-όπως. Πλέον, δεν του αρμόζει να στριμώχνεται στη θέση που του υπαγόρευσα να μένει, υποχρέωση που τηρεί απαρεγκλίτως. Και γι' αυτό μέρα με τη μέρα μοιάζει να μαραίνεται.

Για μια ακόμα φορά η ίδια εκκίνηση, το ίδιο έργο -σε εκτέλεση χιλιοπαιγμένη- η ίδια ολοκλήρωση. Καμιά πρωτοτυπία, κανένα προκάλυμμα, κανένας τύπος, ούτε καν κάποιο ευφάνταστο πυροτέχνημα ψευτοεντυπωσιασμού. Όλα -σχεδόν- πλήρως αναμενόμενα. Μαζεμένοι πολλοί που δείχνουν να μη μοιράζονται παρόμοιες ανησυχίες. Που δε χρειάστηκε ίσως να τις μοιραστούν, που έχουν τη δύναμη να μην τις μοιράζονται: γιατί κάνουν την άλλη επιλογή: εκείνη που βαραίνει, εκείνη που λαχανιάζεις από την αγωνία όταν αρχίσεις και μετράς τις συνέπειες που φέρει.

Και τότε αναρωτιέσαι για την επιλογή αυτή: αξίζουν άραγε οι τόσες πληγές; Παύση. Μετά από λίγο σκέφτεσαι: προέρχονται όντως από εκεί οι πληγές μας ή μήπως κατά λάθος τραυματιστήκαμε και από κεκτημένη ταχύτητα το αποδώσαμε εκεί που -μεταξύ μας- είναι κι η εύκολη εξήγηση; Ερωτηματικά. Πολλά και επιτακτικά. Αναβολές και προσωρινές διακοπές. Και στη μέση, η ουσία που στρουθοκαμηλίζουμε απροκάλυπτα με έντεχνα τεχνάσματα που δεν πείθουν κανέναν πια.

Και μαζί με τα άλλα κι εκείνο, κι η αντανάκλαση του, που είδα μπροστά στα μάτια μου και δεν μου άφησε κανένα περιθώριο αμφιβολίας για την προσιτότητά του, ούτε απορία για τη λαμπρότητα του, παρά μόνο για τον αντίκτυπό του μέσα μου. Η εκτυφλωτική του λάμψη, λοιπόν, ακτινοβολούσε παντού, σαγηνεύοντας όσους εισέρχονταν ανυποψίαστοι στην μαγευτική του εμβέλεια. Με κεφάλια στους ώμους και χέρια δεμένα και λόγια ψιθυριστά σε σκοτεινά μάτια, λόγια αρθρωμένα μ' ένα απόκοσμο τόνο φοβισμένου παιδιού. Η χαριτωμένη δειλία των κινήσεων σιγά-σιγά γινόταν ένα ισχυρό ποτάμι που φούσκωνε, λαχταρώντας να ξεχυθεί στον καθαρό ορίζοντα για να συναντήσει την αιώνια θάλασσα.

Μα εγώ, που ήμουν ήδη ενοχλημένος απ' τη σφοδρότητα του φωτός που φεγγοβολούσε, παρασυρόμουν τώρα κι από το ποτάμι αυτό που με απρόκλητο θράσος και με μια ιδιαιτέρως σαρκοβόρα επιθετικότητα με έσπρωχνε. Τόσο ξαφνικά κι αναπάντεχα. Τελικά δεν ήμουν τόσο έτοιμος όσο πίστευα, ακόμη και πριν από λίγο. Φαίνεται να είχε άλλα σχέδια για μένα η τύχη. Ναι. Δε μπορεί να είναι τυχαίο. Δε θέλω να είναι τυχαίο. Δε μοιάζει να είναι τυχαίο. Αλλιώς θα το κάνω εγώ να μην είναι τυχαίο. Ακόμα και το ότι έφερε σε κρίση τη δική μου πρόσκαιρη εκτίμηση και με άφησε εκτεθειμένο σε μια πραγματικότητα που είχα ξεχάσει, δε μπορεί παρά να μην είναι τυχαίο.

Και παράλληλα από δίπλα περνούσαν εκατομμύρια δέκατα. Πανέμορφα, εκστατικά δέκατα, ανεξάντλητα καύσιμα σε μια κούρσα με εκατοντάδες συναγωνιστές, όπου οι νικητές θα είναι πολλοί, περισσότεροι από όσους φοβόμαστε να παραδεχτούμε. Φαντάζομαι πως, κι εκείνοι που έτρεξαν δεν ήξεραν αν θα καταφέρουν να φτάσουν στο τέρμα. Να όμως που τώρα δρέπουν τους καρπούς της νίκης τους. Κι είναι μια νίκη μοναδική, ασύγκριτη, εκθαμβωτικής μεγαλοπρέπειας.

Τί προηγείται όμως αυτού; Αφορμές για αυτάρεσκες αναρωτήσεις, παύσεις, πλάνα, χρονοδιαγράμματα. Και κάπου ανάμεσα κλισέ ρήσεις που επιτείνουν την αναπόφευκτη ένταση. Όταν όμως έρθει η στιγμή της εκτόνωσής της, δε θα υπάρχει άλλη δικαιολογία, ούτε άλλη ηθελημένα μάταιη αναρώτηση που διαιωνίζει καλλωπισμένες αυταπάτες. Το ακούω σαν προετοιμασία. Ούτως ή άλλως είναι καιρός μεταβάσεων. Τίποτα άλλο όσο μια καλή αλλαγή δε θα ταίριαζε εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: