Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2015

Μεγαλώνοντας



Ακολουθώντας για ένα ακόμα μεσημέρι τον γνώριμο δρόμο της επιστροφής, ξαφνικά μου φάνηκε πως σε είδα από μακριά. Πρόσεξα καλύτερα, και ναι ήσουν όντως εσύ, τώρα πια το ήξερα. Ευτυχώς προπορευόσουν. Μα δεν περπατούσες μόνος. Δεν ήσουν μόνος. Το ένστικτο της επιβίωσης επιβράδυνε τον βηματισμό μου, κι έτσι μπόρεσα να σε παρατηρήσω καλύτερα. Ήταν εκείνος ο καιρός που η κάθε μέρα βάραινε όλο και περισσότερο. Και τελικά όταν κατόρθωσα κι έφτασα σπίτι έβαλα να ακούσω ένα κομμάτι. Αυτό το κομμάτι με βοήθησε να αναλογιστώ κάτι που απέφευγα να αντιμετωπίσω: τι αληθινά έχω αφήσει πίσω και τι με παραμονεύει σε κάθε σκοτεινή γωνιά για να μου επιτεθεί. Τότε μου ήρθε αβίαστα στο μυαλό εκείνο το πρωινό, που ο ένας κατά λάθος είχε ξύσει τον ώμο του άλλου καθώς περνούσαμε κι οι δύο από εκείνο το στενάκι, που το είχαμε φτιάξει μαζί και που δεν ήταν ορατό στους άλλους. Μα εγώ τότε δεν είχα καταλάβει πως το στενό αυτό ήταν και δικό μου δημιούργημα. Κι όμως εσύ το επιβεβαίωσες θριαμβευτικά εκείνο το κατά τα άλλα βαρετό και προβλέψιμο ανοιξιάτικο μεσημέρι. Κι αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά. Ήταν μια από τις πολλές. Και κάθε φορά ήταν το ίδιο εκκωφαντική. Κάθε μέρα σφραγιζόταν απ' την ίδια προσμονή, την οποία διαδεχόταν μια ανακούφιση ανακατεμένη με αγωνία για την έκβαση της πορείας. Και δε θα ήμουν σίγουρος για τίποτα που σε αφορά, αν δεν σε είχα μέσα μου. Μες στην καθημερινή μου ρουτίνα, μες στο χαρτοφύλακα με τη χαρτούρα της δουλειάς, μες στα μελό τραγούδια που ακούω και σου αφιερώνω, μες στα ερωτήματα που μου θέτεις αδιάκοπα, μέσα σε πράγματα που ποτέ δεν πίστευα πως θα έκανα. Και δε με νοιάζει που λαμβάνω συνειδητά μέρος σε αυτόν τον αγώνα τετριμμένων δραματικών δηλώσεων και εντυπώσεων. Γιατί με διατάζει ο Στρατηγός μου και οφείλω να υπακούσω στις εντολές του. Θυμάσαι; Κι εσύ το ίδιο πίστευες. Και το έδειξες από την αρχή. Ήταν σα να μου έλεγες "Δε μας παίρνει να του φέρνουμε αντιρρήσεις, αυτός ξέρει καλύτερα από μας". Και συμφώνησα μαζί σου γιατι σε εμπιστεύτηκα. Στρατιώτη. Ήσουν όμως πραγματικά έτοιμος να ριχτείς στη μάχη; ΄Ησουν έτοιμος; Το βλέμμα σου με μπέρδευε συνέχεια. Κάθε φορά στοιχημάτιζα ότι αύριο θα είναι διαφορετικά κι όμως κάθε μέρα -παρά τη βοήθειά μου- έκανες τις ίδιες λανθασμένες κινήσεις. Κι εγώ αφελώς νόμιζα πως είχες ήδη μάθει ποιες κινήσεις είναι επικίνδυνες και ποιες όχι. Ποιες να αποφεύγεις και ποιες να επιτρέπεις. Μα τελικά δεν είχες ιδέα. Αντιδρούσες σπασμωδικά -μου θύμισες και λίγο εμένα για να είμαι ειλικρινής. Κι ήταν κρίμα που δε γνώριζες κι ούτε θέλησες να μάθεις, γιατί ήμουν διατεθειμένος να σου δείξω απ' την αρχή αυτό το παιχνίδι, αυξάνοντας σου τις πιθανότητες να αναδειχθείς νικητής. Αλλά είπαμε, ήσουν ανέτοιμος για κάτι τέτοιο. Κι εγώ ήμουν ανέτοιμος για σένα. Κι όταν πια το κατάλαβα δε μου είχε μείνει πλέον καμιά αντίσταση, κανένα περιθώριο διαφυγής. Μου είχες επιβληθεί αυταρχικότατα, στην προσπάθειά σου να κάνεις διαρκώς αισθητή την παρουσία σου. Γι' αυτό στο φαντασιακό μου, έγινες κάτι παραπάνω από μια πιθανότητα. Κι ύστερα βολεύτηκες για τα καλά στο χώρο που σου ετοίμασα, που ήταν πεντακάθαρος μετά από καιρό. Ήθελες λοιπόν τόσο πολύ να σε προσέξω. Κι εγώ σε ικανοποίησα και το έκανα. Και μετά ήθελα τόσο πολύ μια εκδίκηση. Εγώ που ποτέ μου δεν ήμουν εκδικητικός. Σε αυτές τις περιπτώσεις όμως, η τάση μας να αγνοούμε τον εγωισμό μας είναι ακαταμάχητη, ισχυρότερη από οτιδήποτε άλλο. Και τελικά μια μέρα αποχαιρετηθήκαμε και σου ευχήθηκα. Κι έφυγα κι εσύ έμεινες πίσω. Μα εγώ έμεινα πιο πίσω. Δεν πειράζει ωστόσο. Παρόλο που δεν τα καταφέραμε και παρότι περπατάμε ακόμα στους ίδιους δρόμους -αν και ποτέ δε θα ξαναπεράσουμε από το ίδιο στενάκι- εγώ θα συνεχίσω να επιστρέφω σε σένα και να σε βλέπω και να σε ακούω εκεί που αποφάσισες να μένεις. Με έναν αλλιώτικο τρόπο τώρα πια. Κι αυτό μπορείς να το πάρεις σαν ένα μικρό ευχαριστήριο. Εγώ το λέω και "μεγαλώνοντας".

Δεν υπάρχουν σχόλια: