Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2022

Tellement simple, l'amour

- Et votre cœur qui bat, sous ma main Baptiste
- Vous aviez raison, Garance, c'est tellement simple, l'amour

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2022

Το Ρίσκο



Σήμερα η μέρα πέρασε με καψουροτράγουδα κι εσένα· λίγο από cas. ''Τους έχω ακουστά αλλά δε τους ακούω'', είχες πει δήθεν άνετα, λες κι απαρνιόσουν την αξία της τρυφερότητας. Μα ήξερες πολύ καλά τι έλεγες.

Παρακολουθώ τις ιστορίες που διηγούνται τα λόγια. Ανακαλύπτω υπέροχες συγγένειες. ''Δεν είσαι ακίνδυνος για ό,τι δίνεις'' λέει μια ηρωίδα. ''Πώς θα ξέρω αν με αγαπάει στ' αλήθεια;''  λέει μια άλλη. Και μαζί της κι εγώ να ρωτάω το σύμπαν. Έχει μια δόση ασφάλειας η αναρώτηση. Γιατί εμπεριέχει όλα τα ενδεχόμενα.

Η μορφή σου έχει μπλεχτεί σ' ένα όραμα που αγκαλιάζω σφιχτά. Παίρνω το ρίσκο. Rien ne va plus. Κι η μπίλια σταματάει στο μαύρο. ''Παρ'ολα αυτά σ' ευχαριστώ''.

Τα ίδια λόγια μου δίνουν το κουράγιο να διηγηθώ με τη σειρά μου την ιστορία μας. Την ιστορία δύο ανθρώπων που βρέθηκαν μαζί κάποιο βράδυ του χειμώνα. Έστω για τόσο.

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2022

Το Άρωμα



Το άρωμα αυτό ιχνηλατεί την πορεία που διέσχιζαν τα χέρια σου. Αδυσώπητα σημάδια με γυρίζουν σε σένα. Το άρωμα αυτό έχει διεισδύσει σε βάθη από εκείνα τα ελάχιστα που εξερευνήσαμε μαζί. Με παίρνει με τη βία, μου χαράζει το σώμα. Ακουμπάει με τα ακροδάχτυλα το διψασμένο δέρμα. Κυλάει σα λάβα και μπερδεύεται με τα δάκρυα.

Το άρωμα αυτό, το βρίσκω και μετα το χάνω και μαζί του κι εσένα. Με θυμάμαι καθώς διάβαζα τα μηνύματά σου. Προσπαθούσα να σκοτώσω την απόσταση και μαζί της τον παλιό μου εαυτό. Περίμενα όσο τίποτα εκείνο το βράδυ, που θα χορέυαμε μαζί αυτό το βαλς που τώρα ακούω και σε φέρνει πίσω. 

Κι ύστερα βρεθήκαμε. Κι εγώ να θέλω εσένα και μόνο εσένα. Να παρατηρώ το ντροπαλό σου χαμόγελο, να χαζεύω την προφορά σου, να πίνω απ'το ποτό σου, να ακούω τις ιστορίες σου απ'την Ιταλία και να συμφωνώ. Ήθελα αυτή η μυρωδιά να μη με εγκαταλείψει ποτέ.

Λίγα μέτρα πιο πάνω. Πόσο υπέροχα ειδυλλιακή αυτή η νύχτα. Και δεν υπάρχει καταλληλότερη στιγμή γι' αυτό που πρόκειται να συμβεί. Είναι χειμώνας μες στο κατακαλόκαιρο κι όμως για μας είναι ακόμα καλοκαίρι ή μάλλον άνοιξη. 

Το άρωμά σου μας έφερε ως εκεί που αντέχαμε να φτάσουμε μαζί. Αυτό ήταν τελικά το πραγματικό σου δώρο. Αυτό τo δώρο που είχε ακόμα τη μυρωδιά σου. Δεν την ξέχασα.

Κι από τότε, τη μυρωδιά σου την έχουν οι περαστικοί, μα δεν είσαι κανείς τους.

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2022

Η Πόρτα



Ακινητοποίωντας τα μέρη που φανερώνουν υποταγή, τα βλέπω να κινούνται ρυθμικά μαζί σου. Είσαι μια τρυφερή απαγόρευση, που στην αρχή με ζαλίζει, μετά με μεθάει και στο τέλος με νικάει, χωρίς να έχω αντισταθεί. 

Η ιεροτελεστία του χορού με συναρπάζει και εσύ αναδύεσαι σαν αρχέγονη οπτασία μέσα από αέρινους θόλους. Μοιάζεις σαν το μόνο αληθινό κέρμα σ'αυτό το στημένο παιχνίδι. 

Κάνω λίγο στην άκρη να βρεθούμε λίγο στη μέση. Η απόστασή μας μου φέρνει αναγούλα, όπως όταν το αμάξι τρέχει σε ανατολικές διαδρομές με τρομαγμένα χέρια και πύρινα δάκρυα. 

Κατεβάζεις το ποτήρι, γλείφεις τα χείλη και περιμένεις να σε πάρει η επόμενη αγκαλιά. Πόδια αποφασιστικά κάτω από αισθησιακά χαμόγελα. Νωχελικά λικνίσματα και παραπλανητικές παραφορές γίνονται ένα με λάγνες εντολές και απόκρυφες διαπραγματεύσεις.

Σημάδεψέ με και άσε με να αποφασίσω εγώ το στόχο. 

Χάρισε μου κάτι για να σε μάθω, κάτι να προσθέσω στον δικό σου τόμο, που να με υποχρεώσει να τον γράψω με κεφαλαία. 

Σφίξε με δυνατά, σα να το εννοείς, σα να είμαι ο παλιός σου φίλος που ποτίζατε μαζί με ιδρώτα την άμμο. Άφησε τα ρούχα να κάνουν τη δουλειά τους. Δεν ταιριάζει η λύπη σ'αυτό το πρόσωπο, τουλάχιστον όχι απόψε· αυτή τη νύχτα που διαρκεί όσο μιαν ανάσα. Πάρε με από το χέρι και δείξε μου τα βήματα.

Σου ανοίγω την πόρτα να μπεις μέσα μου.

Σάββατο 30 Ιουλίου 2022

Τα Χέρια




Βάζω την κασέτα να παίζει και ανοίγω το παράθυρο. Κλείνω πίσω μου την πόρτα και με
 ένα υπαινικτικό χαμόγελο κατεβαίνω στην νέα συγκυρία. Συναντώ ανθρώπους. Ανασυντάσσω τις σκέψεις τους, συντονίζω τις ανάσες τους, οργανώνω τις σιωπές τους, αναρωτιέμαι, ανασυνθέτω, αποπειρώμαι. Μια φευγαλέα εικόνα, μια χειρονομία, ένα νεύμα. "Καλημέρα", "Τι λέει", "Ολα καλά".

Απομεσήμερο έξω απ'την παλιά Βουλή. Πρωί κάτω απ'την Κλαυθμώνος. Νύχτα στην Κολοκοτρώνη. 

Χαρούμενα πρόσωπα κάτω από κράνη, άλλα μελαγχολικά περπατούν στο ασυντόνιστο τσιμεντένιο ρεύμα. Αλλάζουν ρούχα και συμπεριφορά αλλά ποτέ πάθη, προθέσεις και ρόλους. Κάνω το σκορ και πετάω το χαρτάκι στον κάλαθο των αχρήστων. Κάθομαι μετά εξαντλημένος στην άκρη του πεζοδρομίου. Βγάζω ένα τσιγάρο απ' την τσέπη. Θυμάμαι ότι δεν έχω αναπτήρα, θυμάμαι ότι δεν καπνίζω καν. Θυμώνω· μα κερναώ τον θυμό στη λήθη. 

Κατηφορίζω την Πειραιώς. Λαίμαργες ματαιώσεις περιμένουν στη διάβαση. Χαμένες ψευδαισθήσεις βουλιάζουν σε παγκάκια. Προσπερνώ και ο χρόνος διαστέλλεται. Αγιόκλημα, μαργαριταρένια άστρα, νυχτολούλουδο. Θα σταματήσω σε μια καντίνα.

Έτσι χαράσσω την προσωπική μου διαδρομή, μέσα απ'τους δρόμους και τα φώτα της πόλης, τα χέρια αυτά. Που με εξομολογούν - δε με κρίνουν. Δεν με καθοδηγούν, απλώς με νοιάζονται. Τρεμοπαίζουν και ιδρώνουν όταν φοβούνται - όπως κι εγώ. Δεν ξέρω γιατί, αλλά μ'αρέσει να τα παρατηρώ και να ακούω τις ιστορίες που μόνο αυτά ξέρουν να μου πουν.

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2021

Το Τετράδιο

Του τελευταίου τετραδίου τη σελίδα/

Εκεί που σε αγκάλιαζα κρυφά, αθόρυβα κι απελπισμένα/

Τη μικρή γωνιά της έκοψα/ 

Την έκανα χαρτάκι/

Και με το κίτρινο στυλό μου σου 'γραψα - σ'αγαπώ/

Να το κρατάς κατάστηθα, να με θυμάσαι και να σωπαίνεις 


Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2021

Ημερολόγια #3

Περασμα απ´το γήπεδο, μετράω τον βηματισμό μου και αναπνέω τον βραδινό αερα. Η μυρωδιά του έχει κάτι απο νυχτολούλουδο και κρυφές επιθυμίες. Αγκαλιάζω την πρώτη σκέψη που μου 'ρχεται στο μυαλο και συνεχίζω μαζί της τη βόλτα. Γύρω οι πολυκατοικίες του εβδομήντα ξέρουν πολλά και κρατάνε μυστικά ανείπωτα. Πίσω απο τις πόρτες τους συναντάς γνωστούς και κολλητούς, οικογένειες και έρωτες.

Χαμηλώνω το βλέμμα και παρατήρω το εισιτήριο, ζυγίζω την αξία της διαδρομής. Τον χωροχρόνο, τον προορισμό. Πάντα δεδομένη η αναχώρηση, πολλοί και διαφορετικοί οι προορισμοί. Οι αποσκευές κι αυτές αλλάζουν.

Ακούω τ´αυτοκίνητα να επιταχύνουν. Κάποιος βιάζεται. Ακούω εξατμίσεις, γέλια, γαβγίσματα. Ο άνθρωπος μπροστά μου περπατάει αργά, δεν τον νοιάζει να ανεβεί στο πρώτο σκαλί του βάθρου. 

Θυμάμαι το προηγούμενο πρωΐ. Σε τράκαρα στο δρόμο. Δε σε είχα ξεχάσει. Πίνω ούζο και κερνάω στη λήθη αυτή τη νύχτα που βλέπω στη φωτογραφία.

Δε με γνωρίζεις καν. Όσο πιο πολύ με αγνοείς τόσο πιο κοντά σου έρχομαι. Πατάω το επόμενο πλακάκι του σπασμένου πεζοδρομίου και χαμογελάω. Μυρίζει ακόμα νυχτολούλουδο.

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021

...


Η ευτυχία δεν είναι μια στρογγυλή μπάλα, στεγανή από παντού. Πρέπει να προσπαθήσω να δημιουργώ κάθε μέρα την ευτυχία μου. Εσωτερική γαλήνη, αρμονία. Να μην περιμένεις τίποτα απ'τον έξω κόσμο, παθητικά. Να δημιουργείς τον κόσμο/

 Σαν καλλιτέχνης, νομίζω ότι πρέπει να υπάρχει η νύχτα. Σαν άνθρωπος, όχι/

Μαργαρίτα Καραπάνου (1946-2008)

Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2021

Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Τα Δέντρα

Μυρίζουν πανέμορφα καθώς τα προσπερνάω, χαϊδεύω τον κορμό τους όσο μου επιτρέπει η απόστασή μας. Χάνομαι στις ρυτίδες τους καθώς τα φύλλα στροβιλίζονται και τα κλαδιά πετάγονται στο ύψος μου. Μ'αρέσει να τα παρατηρώ, αειθαλή κι αγέρωχα, γερμένα και μελαγχολικά, κεφάτα και περήφανα. Βελανιδιές, ιτιές, ελάτια, πλατάνια.

Ακούω ξεχασμένες μελωδίες απ'το κουφάρι τους. Τα χνούδια με παρασύρουν σε μια άκρατη ονειροπόληση και γίνονται ένα με τον άνεμο. Ονόματα χαραγμένα στο σώμα τους με πάνε χρόνια πίσω. Αναδρομώ τις μικρές στιγμές τους. Τα Μεγάλα Σάββατα με χαρτιά μελανωμένα και καφέδες της καταβύθισης. Διαθλάσεις πολλαπλών εαυτών σκαλισμένες σε παρθένο μάρμαρο. Εικόνες και ήχοι και μυστικά περάσματα. Υποσυνείδητες διαδρομές κρατώντας αναμμένη την ίδια φλόγα, το ίδιο κερί από τότε.

Πάντα τα χέρια αγγίζουν με χειρουργική προσοχή τα συρτάρια. Κάθε άγγιγμα και μια παγίδα, την αποφεύγω μονάχα αν βρω τη σωστή απάντηση, λίγο πριν ξαναθυμηθώ πως δεν υπάρχει σωστή απάντηση και λάθος, αφού όποια κι αν δώσω αρκεί. Τότε μόνο τα ανοίγω αργά και μεθοδικά, μ' ένα ελαφρύ - σχεδόν μεταφυσικό - τρέμουλο.

Δεν νίκησα, αλλά ούτε και νικήθηκα.

Μερικές στιγμές έχουν μεγαλύτερη αξία από άλλες.

Όπως ο σεναριογράφος δίνει την πιο εντυπωσιακή ατάκα στον τριταγωνιστή, έτσι στα μικρά θα ψάχνουμε πάντοτε.

Η ζωή· μια αέναη αναζήτηση αυτοπραγμάτωσης.

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020

Εκεί


Το σώμα σου είχα οικία
πέρα απ'του κόσμου την προσδοκία 

Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2020

Τα παιδιά της Αυ..


Η μυρωδιά της θάλασσας ερχόταν από μακριά, την έφερνε ένα απαλό καλοκαιρινό αεράκι.

"Είναι ωραία η θάλασσα γιατί κινείται πάντα"

Ένα αεράκι που λίγο αργότερα μετατράπηκε σε μπόρα. Διαχρονική υπενθύμιση στη μνήμη, απ' αυτές που θυμάσαι όταν έχεις ξεχάσει να θυμηθείς. Αναβάτες του ονείρου του ο καθένας. Παιδιά που ανυπομονούσαν να μεγαλώσουν απορρίπτοντας τους κανόνες της ανήλικης πραγματικότητας, αρνούμενοι την νομοτέλειά της. Παιδιά που τις σχολικές εβδομάδες τους διαδέχονταν υπέροχες μέρες, ολοφώτεινες και φαινομενικά ατελείωτες, στα χώματα και την καυτή άμμο, με φαΐ στα βρώμικα και σαπουνόπερες στην τηλεόραση. Που έπιναν ηδύποτα ως επίφαση ενηλικίωσης. Λίγο πριν εξερευνήσουν τον κόσμο με τα ποδήλατά τους.

Λίγο πιο πέρα ένα οικόπεδο, γεμάτο ξερόχορτα και λαχανιασμένα απογεύματα μετά τον μεσημεριανό ύπνο που δεν παίρναμε ποτέ. Βρήκε χώρο απ' την μισάνοιχτη πόρτα που μπαίναμε παιδάκια και αστειεύτηκε μαζί μας. Σήκωσε απαλά απ' το χώμα τα σκονισμένα γάντια μας. Αυτά που φοράγαμε για να είμαστε έτοιμοι για κάθε μας αναμέτρηση, κρατώντας σφιχτά στη χούφτα το μπαλάκι των προσδοκιών, πριν αφήσει το χέρι μας για να βρει κάποιο άλλο - τυχαία, μοναδικά. Κι ύστερα τα ίδια χέρια να βγάζουν τα γάντια κι αναψοκοκκινισμένα να αγγίζουν το τηλέφωνο με μια ανάσα που μαρτυράει κρυμμένα μυστικά και τα ψιθυρίζει αθόρυβα στο αυτί.

Έβαλα κι εγώ τότε το χέρι στην καρδιά και την παρατήρησα να συντονίζεται στο ρυθμό της μουσικής. Τα κουρδισμένα αντανακλαστικά μου εκμυστηρεύτηκαν ότι η λύτρωση δεν χαρίζεται, παρά μόνο κερδίζεται και -προφανώς- όχι αναίμακτα. Πόσες ακόμη θερινές παύσεις πριν τη μεγάλη καταιγίδα; Πόσο γρήγορα να τρέξεις όταν σε πιάνουν ήδη οι πρώτες στάλες της βροχής; Μα εσύ αφήνεις το ποδήλατο στην άκρη και μπαίνεις σιγά κι αθόρυβα στη θάλασσα να κολυμπάς με παρέα τη βροχή και με το αεράκι να διαπερνάει το σώμα σου και να δίνεται ολοκληρωτικά σ' εκείνη την πλευρά του ονείρου.

Μιλάω λοιπόν για συνθηκολόγηση. Κι όχι σύνθλιψη

Μιλάω για αποδοχή κι όχι απομάκρυνση

Μιλάω για ό, τι δε μπορούσα να μιλήσω 

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2020

Learning How to Dive


I remember
Learning how to dive
Deep end board
I was high
I remember learning how to dive

I just had to go
To the end of the board
And distract myself
And go "Whee! What now?"
I just had to jump
You just have to jump
And touch the water
With the ends of your fingers

Πέμπτη 30 Ιουλίου 2020

Το Τζάμι


Έχεις γείρει στο τζάμι του λεωφορείου που σε πάει σπίτι. Η μέρα σου ήταν δύσκολη. Όπως κάθε μέρα πλέον. Το πρωί στις παραδόσεις και το απόγευμα στην προπόνηση. Το λεωφορείο περνά από μπροστά κι ανταλλάσσουμε ένα φευγαλέο βλέμμα. Είσαι ένα πρόσωπο άγνωστο και ταυτόχρονα ο πιο δικός μου άνθρωπος. Στο ακουμπισμένο στα πόδια σου σακίδιο βρίσκεται στριμωγμένο το αγαπημένο σου βιβλίο και μες στα παπούτσια σου έχεις ακόμη ίχνη απ' την καλοκαιρινή άμμο, την ίδια που πέρναγε μεσα από τα δάχτυλά σου καθώς περπάταγες βαριά πλάι στο νερό. Κλείνεις αβίαστα τα μάτια κι απολαμβάνεις τη μουσική στα ακουστικά του walkman. Παίζει μάλλον κάτι από Smiths ή Tori Amos, μια σαγηνευτική μελωδία ή ένα μελοδραματικό ξέσπασμα, ηχητική υπόκρουση στις πιο απαραβίαστες στιγμές εσωτερικής ανασκόπησης. Μετράς νοητά ένα-ένα τα ποτήρια της χτεσινής νύχτας, που ανέβηκες ζητώντας κάτι αόριστο, σαν άγγιγμα αυτοεπιβεβαίωσης. Τα άδοξα φλερτ, τα ανούσια ξενύχτια, τα τσιγάρα, τα ρούχα, τα αρώματα, τα πρόσωπα που σε βαραίνουν όλο και πιο πολύ. Γι' αυτό γέρνεις στο βρώμικο τζάμι του λεωφορείου. Σουρουπώνει και τα φώτα του δρόμου φέρνουν κάθε τόσο στην επιφάνεια το πρόσωπό σου, σκληρό και ταλαιπωρημένο μα συνάμα αινιγματικό, με μια απροσδιόριστη μελαγχολία .

Σε λίγες ώρες είναι Σάββατο βράδυ και θα βγεις με την παρέα σου σε μια από τις προβλέψιμες γειτονιές με τον πολύ κόσμο, τη δυνατή μουσική και τα λαμπερά φώτα. Θα κοιτάξεις τον κόσμο, θα σε κοιτάξει κι εκείνος. Παίρνεις μια βαθιά ανάσα και για λίγο αναμετράσαι με τις πιθανότητες. Τα σενάρια και οι - φαινομενικά - άπειρες διακλαδώσεις των επιλογών σε μπερδεύουν και ταράζεσαι, μα συνεχίζεις να αναρωτιέσαι. Και παραδίνεσαι μέσα της. Επιστρέφεις ύστερα στην πραγματικότητα και κλείνεις βιαστικά μέχρι πάνω το μαύρο φουσκωτό μπουφάν σου, λες και θες να κρατήσεις για πάντα στα σωθικά σου αυτό το συναίσθημα. Δε θυμάσαι πως ήταν. Ούτε πολύ καλά πως προέκυψε. Σκέφτεσαι πως οι άνθρωποι όσο διαφορετικοί κι αν είμαστε, στο τέλος της ημέρας, ο καθένας μας κουβαλάει τα δικά του ζόρια, την αγωνία και τη λαχτάρα του. Όλοι μαζί κοινωνοί των ίδιων αναγκών. Σκέψεις της σειράς, η ώρα βλέπεις είναι η καταλληλότερη για τέτοιες ανάλαφρες διαπιστώσεις. Κι όμως αν αφήσεις για λίγο παραπάνω το βλέμμα σου πάνω τους θα έχεις κάνει ένα βήμα πιο κοντά στην επίλυση του γρίφου. Κοιτάζεις εναλλάξ τον κόσμο στα πεζοδρόμια και κάνεις τα φανάρια σημάδια της διαδρομής, ελπίζοντας να μην αφαιρεθείς και κατέβεις σε άλλη στάση. Ξεχνιέσαι ονειροπολώντας, όπως πάντα. Μα η στάση σου είναι εκεί και σε περιμένει, φιλαράκι.

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2018

Charing Cross Rd


Φίλα με!
Ξανά και ξανά
Πιο δυνατά
Εδώ
 Στη μέση του δρόμου, στον κόσμο μπροστά
Γιατι σε λατρεύω
Και δε με νοιαζει τι θα πουν
Γιατι σε λατρεύω
Και θέλω ο κόσμος όλος να το μάθει

Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018

30




Μετράς τα δάχτυλα, είναι όσα χρόνια χρειάστηκαν για να φτάσεις ως εδώ. Οι μνήμες σε μεγάλωσαν, τα ρούχα σου σκονίστηκαν. Λόγια που ειπώθηκαν μυστικά σε τετράδια κι ύστερα θάφτηκαν σε συρτάρια, κασέτες γραμμένες, ραδιόφωνα, βιντεοκασέτες. Υπάρχουν ακόμη όλα. Λεωφορεία με ξέχειλες προσμονές. Γέλια και αγωνίες. Βιασύνη να μεγαλώσεις και να μάθεις, να μεγαλώσεις και να πάθεις. Να δεις και να ζήσεις. Γέλια κι αγωνίες. Ανακατεμένα. Μπλούζες, σκισμένες σάκες, μαύρα παπούτσια, στυλό, απογεύματα, αγκαλιές, χαράματα. Απομεινάρια μιας εποχής που αναπολείς με κάθε ευκαιρία. Αγάπη, προσδοκίες, συγκρούσεις, πληγές, αντοχή.  

Και μετά συναυλίες, καλοκαιρινές εκρήξεις, παραλίες, ποδήλατα, χώματα, άμμοι και ναυάγια. Περπατάς πάνω σε ερείπια, σύμβολα ενός ένδοξου παρελθόντος· γιατί το έζησες μοναδικά και αυτό σου αρκεί. Στίχοι στο αυτί απομεσήμερο, ανοιξιάτικη άσφαλτος, κήποι με γιασεμιά. Ιδιωτικές ακροάσεις που που σε φέρνουν κοντά στον εαυτό σου. Χειμώνες και εικόνες, δισκάδικα, πάρκα, ανηφόρες και κατηφόρες. Ανατριχίλες βαθιές. Κύματα και φωτογραφίες. Κάνεις πτήσεις με αεροπλάνα πάνω από τα όνειρα. Ξαπλώνεις απαλά στα σύννεφά τους και φαντάζεσαι τον κόσμο όμορφο. Είσαι ατρόμητος. Ψίθυροι και μελαγχολικές μελωδίες ευωδιάζουν τις στιγμές. Πρόσωπα υπαρκτά κι ανύπαρκτα. Ζωές παράλληλες. Η φαντασία δεν πατάει ποτέ φρένο. Και σε παρασύρει στο κάλεσμά της. Ανυπομονείς για την επόμενη αφορμή, που θα εκκινήσει το επόμενο ταξίδι, που θα εκκινήσει την επομενη καταβύθιση.

Είσαι χαρτί και η ζωή το μολύβι του κόσμου.

Μεγαλώνεις και μαθαίνεις μια-μια τις αρετές. Να είσαι αληθινός λέει μια φωνή γιατί παραμονεύουν πολλοί κίνδυνοι· κίνδυνοι που σου απαγορεύουν να είσαι εσύ, που σου απαγορεύουν να είσαι συνοδοιπόρος του χρόνου. Ο χρόνος είναι εκεί και σε βοηθά να καταλάβεις τα πάντα - και χωρίς καν να το πάρεις χαμπάρι. Ξαφνικά μια μέρα κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη κι είσαι ακόμη εσύ, αλλά κάτι σου λέει ότι δεν είσαι κι ακριβώς ο ίδιος. 

Έχεις άθελά σου δώσει τόσες μάχες που ούτε κι εσύ το φανταζόσουν. Μια στιγμή είναι αρκετή για να έρθει η συνειδητοποίηση. Χαμογελάς και παρατηρείς τον κόσμο. Κι ύστερα παρατηρείς εσένα, δεν νιώθεις ό,τι ένιωθες τότε. Είσαι ένας σιωπηλός παρατηρητής, βλέπεις, καταγράφεις, μεταβολίζεις. Κατανοείς τι σημαίνει κάθε τι. Ή τουλάχιστον προσπαθείς. Συμφιλιώνεσαι, υποχωρείς, εκδηλώνεσαι, αναρωτιέσαι, εξηγείς και συνεχίζεις να μαθαίνεις. Μεγαλώνεις κι αγαπάς πιο πολύ, πιο δυνατά, πιο συνειδητοποιημένα.

Ξεχνάς μα δεν αφήνεις πίσω. Ανασύρεις μα δε πονάει πια. Τα παλιά ρούχα είναι σκονισμένα μα δεν τα αποχωρίζεσαι.


Καιρός γιά άλλα ρούχα όμως, καθαρά, με νέα χρώματα. 

Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2018

Ζ



Με κοιτάς και μου χαμογελάς καθ' όλη τη διάρκεια αν και δε με γνωρίζεις. Κι εγώ μόλις που ξεκίνησα να σε μαθαίνω. 

Με κοιτάς και μου απαντάς στα ερωτήματα που είχα καιρό. Η αυτοπεποίθησή σου μου δίνει τις σωστές απαντήσεις, τεκμηριωμένες και σαφείς που δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης.

Με κοιτάς αδιάκοπα, δεν αλλάζεις βλέμμα, με πας στο επόμενο βήμα.

Με κοιτάς και σε βλέπω στον ύπνο μου.

Με κοιτάς και είμαστε μες στον κόσμο.  Σήμερα που 'χει όμορφη μέρα θα πάμε βόλτα στο κέντρο. Τα υλικά μας είναι πολύ απλά. Θα βγούμε, θα χαρούμε τη μέρα, θα γυρίσουμε σπίτι. Θα συνεχίσεις να με κοιτάς.

Με κοιτάς και καταλαβαίνεις τι νιώθω, για σένα, για τη μέρα, για την προηγούμενη ζωή, για το χαμόγελό σου.

Με κοιτάς καθώς μιλάμε και το βλέμμα σου ταξιδεύει στο σώμα μου κι επιστρέφει στο δικό μου βλέμμα.

Με κοιτάς και ξέρω ότι λες αλήθεια. Δε μου κρύβεσαι, δε σου κρύβομαι.

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2018

Κυριακή 30 Ιουλίου 2017

Τα Κομμάτια


Θυμάσαι τι σου 'γραφα τότε; Πάντα έλεγες ότι με τον καιρό περνάνε όλα. Στην αρχή δεν το πίστευα. Ακόμα δεν είμαι σίγουρος, θέλω να σε πιστέψω αλλά κάτι σα να μ' εμποδίζει. Δίκιο πρέπει να 'χεις. Για να το λες κάτι θα ξέρεις. Μιλάει η εμπειρία. Βλέπω γνώριμα πρόσωπα, ανακαλώ προσωπικές τους ιστορίες που κάποιος κάπου κάποτε μου διηγήθηκε - τον κρατάω μέσα μου. Δικές μας ιστορίες - τις κρατάω μέσα μου όλες και μέσα τους βλέπω τα πολύχρωμα φώτα αυτής της πόλης και τα φανάρια της και τ' αυτοκίνητα και τους πεζούς και τα καταστήματα. Περνάει ο καιρός, ερωτήματα νέα προστίθενται στα παλιά, ερωτήματα παλιά βάφονται νέα, λάθη βαφτίζουμε συγχώρεση και οδεύουμε σε μια ολοκαίνουρια αυταπάτη. Παράτολμες σκέψεις και αναζητήσεις μιας αποχρώσας αλήθειας. Όλο και πιο κοντά σε ό,τι μοιάζει με υποψία. Σκιές, αμυδρό φως, σκοτάδια, προβολείς. Διαδρομή μέσα από εκατομμύρια τούνελ. Σε ζαλίσουν, με ζαλίζουν. Μας ζαλίζουν. Είναι η περιπέτεια λένε, το ταξίδι. Πάντα. Κοίτα να δεις που άλλο ένα κλισέ επιβεβαιώνεται. Τελικά, μερικές φορές είναι βολικά τα κλισέ. Θα γυρίζεις πίσω όσο κι αν το αποφεύγεις, μια επίσκεψη στο παρελθόν από ένα τραγούδι τυχαίο, ένα μισοφωτισμενο κτήριο στο κέντρο, ο ήχος της βραδινής θάλασσας, η δροσερή άμμος, ένα κάδρο, μια μυρωδιά, ο καλοκαιρινός αέρας και νιώθεις σα να μην πέρασε μια μέρα. Είναι τα κομμάτια που βρίσκεις και σκύβεις και μαζεύεις και κρατάς και στη διαδρομή σου πέφτουν και μετά σκύβεις να τα ξαναμαζέψεις κι ύστερα σου πέφτουν κι άλλα και τα μαζεύεις κι αυτά, μα τίποτα δε σε βγάζει απ'την πορεία σου, την αγέρωχη κι επίμονη. Πιάνεις τα κομμάτια στα χέρια κρατώντας τα σφιχτά, κάνεις να τα βάλεις κι άλλα κουμπώνουν, άλλα όχι. Όταν κουμπώνουν χαμογελάς, αν δεν κουμπώσουν δεν απελπίζεσαι, όλο και κάτι θα βρεθεί σύντομα για να ταιριάξεις στη θέση τους. Το κενό είναι ακάλυπτη αλήθεια. Η ιστορία είναι μια συρραφή γεγονότων ή μια σειρά από προσεκτικτά μελετημένες και τοποθετημένες υπο-ιστορίες; Μια περιπατητική μέρα με ανασκαφικές διαθέσεις είναι ικανή να φέρει πολλά στο φως. Και σιγά-σιγά ανακαλύπτεις ότι δεν πονάει πια. Δεν έγινε και τίποτα. Χαιρετιόμαστε, φιλιόμαστε, είμαι χαρούμενος για σένα. Θυμάμαι τα πάντα. Κρατάω το κομμάτι σου, είσαι εκεί. Είναι μέρα για χορό ή για θύμησες ή και όχι.

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

3:50 a.m.

Walking down the memory lane. I feel you. The night is young and we're making our way. We suck up its fluorescent lights, as we're missing out the dirty leaves 'cause tonight is beautiful and joyful. For the slight moment we stop and think; let's see what's going on beneath our feet; arms around the shoulders; now looking over the half fence; Underneath the train takes us to places, across the city lights to light up our way; I'll never forget the sparkle in your eyes as you described our future life; You knew I laughed of happiness and wasn't mocking you; Two swallows circled by; what a strange thing to see: two swallows playing around in the cold darkness of night; We are dancing away the darkness under the bright stars that've now filled up the sky; Tell me more; I want to hear your voice; Please do one more time that routine that had me burst into laughter at the club. You know I can do better than you; I just don't want to; You laugh; I laugh I'll teach you things you'll teach me more; I like it when we argue; Feel free to say it; It's me and you now; The night is young and I know you're crying out of happiness; You're pretty when you cry


Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

ΟΚ




Έρχεσαι;
Έχουμε αργήσει
Είσαι έτοιμος;
Θα έπρεπε να ήμασταν ήδη εκεί
Φοβάσαι;
Εγώ θα σε περιμένω
Τί συνέβη;
Α, σου τέλειωσαν τα τσιγάρα
Οκ, μην ανησυχείς
Θα πάρουμε στο δρόμο
Προλαβαίνουμε
Α, θα πεταχτείς τώρα;
Εντάξει
Μην ξεχάσεις μόνο να γυρίσεις
Πρέπει να πάψω να λέω βλακείες
Θα σου λείπω καθόλου στη διαδρομή;
Πες μου κι ας σε θυμώσω πάλι
Σπάνια μου απαντάς
Δεν μου αρκεί μόνο να σε βλέπω
Θέλω και να είσαι εκεί
Θα με πας στο αεροδρόμιο τελικά;
Μπορείς να σηκώσεις το χερούλι της βαλίτσας;
Την παραφόρτωσα μάλλον
Κλειδιά πήρες;
Πετάω σε λίγο
Δεν πειράζει αν δε μπορείς να με πας
Θέλεις;
Μην απαντήσεις σε παρακαλώ
Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που δε θέλω να ακούσω τη φωνή σου
Γιατί δε σε βλέπω όπως παλιά;
Γιατί σταματήσαμε να βγαίνουμε;
Γιατί σταματήσαμε να μας νοιάζει;
Πολύ μελαγχολικός είσαι σήμερα.
Τι έπαθες;
Τι πάθαμε;
Θα σωθούμε;
Αυτό θα το βρούμε μαζί
Ναι. Μαζί 

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015

Συχνά




"A veces, tu recuerdo, como estos botines,
 me oprime el corazón, hasta impedirme respirar."

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

11.20

                                                        


Ενός λεπτού σιγή. 
Για όλα τα φιλιά που δε δόθηκαν.
Και για τις αγκαλιές που δε χαρίστηκαν. 
Εκεί που τις είχαν ανάγκη.

Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015

Οι Όροι




  Βλέπει επιτέλους το φως της ζωής. Κι είναι κι αυτό το ίδιο μια ζωή. Καινούρια. Περίμενες τόσο καιρό την έλευσή της. Αυτή η στιγμή της απόλυτης πληρότητας είναι τόσο μοναδική κι αναντικατάστατη. Ευτυχώς που οι προσευχές σου εισακούστηκαν. Κρατάς πια στα χέρια σου το δικό σου παιδί. Σου φαίνεται πως είστε μόνοι οι δυο σας στον κόσμο. Σύντομα το παίρνεις στο σπίτι σου. Το κοιτάς τρυφερά, του δίνεις τροφή, το φροντίζεις, το χαϊδεύεις. Παίζεις μαζί του, το βάζεις για ύπνο και του διαβάζεις παραμύθια για να κοιμηθεί. Το τρέχεις στα νοσοκομεία, ξημεροβραδιάζεσαι δίπλα του κι η ανταμοιβή σου είναι ένα μονάχα τρυφερό άγγιγμα. Για χάρη του σκύβεις το κεφάλι στους άλλους, δέχεσαι ταπεινώσεις, θυσιάζεσαι, πολεμάς, διεκδικείς, φοβάσαι, ματώνεις. Περνάτε μαζί χαρές κι απογοητεύσεις, καλοκαιρινές διακοπές, παγωμένους χειμώνες, ασφυκτικές αγκαλιές, συμπονετικά δάκρυα. Περνάτε αρρώστιες, εξετάσεις, αγωνίες, υποχρεώσεις. Καυγάδες με τον κόσμο, οικογενειακά τραπέζια, εθνικές επετείους, γαμήλια γλέντια, μονοήμερες εκδρομές, μπάνια στη θάλασσα. Αναπτύσσετε μαζί ένα προσωπικό κώδικα επικοινωνίας. Το παρατηρείς, το εκτιμάς, το θαυμάζεις. Το έχεις συνοδοιπόρο σου. Και το υπερασπίζεσαι. Δίνεις τη ζωή σου για αυτό. Προτιμάς μέχρι και να πεθάνεις για εκείνο.
  Μα κάνεις ένα πολύ σημαντικό και κρίσιμο λάθος: δημιουργείς υπερβολικά πολλά όνειρα. Πριν γεννηθεί, πριν περπατήσει. Πριν μεγαλώσει κι αρθρώσει τα δικά του "θέλω". Έκανες  αρκετά σχέδια για το παιδί σου, του φόρτωσες αμέτρητες προσδοκίες και όλα αυτά όφειλε να τα πραγματώσει απαρεγκλίτως, ακόμη κι αν το δυσαρεστούσαν. Σε αυτή την περίπτωση προφανώς αγνοούσες την πραγματικότητα εκείνη, οπού το παιδί δεν καλείται στον κόσμο αυτό με σκοπό να εκπληρώσει τις επιθυμίες σου, να αποσοβήσει τις δικές σου υπαρξιακές ανασφάλειες, να αποτελέσει  το ακατάβλητο δεκανίκι σου και να υπομένει αδιαμαρτύρητα τις εναλλασσόμενες διαθέσεις σου. Ούτε πρόκειται φυσικά για ένα αντίδοτο στην πλήξη της ωρίμανσης ή στην ατόνηση του ερωτικού σου δεσμού. Το παιδί προέρχεται από τον εαυτό σου, αλλά δεν είναι κομμάτι του, ούτε προέκτασή του.
  Οι κανόνες που θέτουν οι γονείς είναι πάντοτε απαράβατοι. Αλίμονο σε αυτούς που θα προσπαθήσουν να τους παραβούν, ορίζοντας στη θέση τους τις γραμμές της ατομικής τους ελευθερίας. Αυτό για τον γονιό δε σημαίνει απλά διαμάχη, αλλά ανοιχτή σύγκρουση-έως και ρήξη. Είναι μια μάχη πρόσωπο με πρόσωπο, στην οποία καμιά εκβιαστική συναισθηματική λογική και καμιά παραδοσιακή εξουσιαστική δομή δεν έχει θέση ούτε νόημα. Ο εγωισμός ξεπροβάλλει από μέσα σου, σαν άγριο θηρίο, ακόμα κι αν ο εχθρός σου βρίσκεται στο πρόσωπο του αγαπημένου σου παιδιού, εκείνου που θα πέθαινες για χάρη του. Το παιδί αυτό το γέννησες κι όμως δε σου ανήκει, παρά μόνο στον ίδιο του τον εαυτό. Εκείνο επιλέγει την ευτυχία και τον τρόπο που θα την αξιώσει. 
  Μια ελαφριά απόκλιση από την προδιαγεγραμμένη πορεία είναι αρκετή για να προκαλέσει κύματα οργής. Πολύ περισσότερο όσο αυτή η απόκλιση μεγαλώνει. Και μαζί με αυτή να μεγαλώνει και το χάσμα ανάμεσά σας. Φτάνουν μερικά δευτερόλεπτα για να γίνει το παιδί σου ένας ξένος. Για να ξεχάσεις τι σήμαινε για σένα. Οι ανάγκες του, οι αληθινές του ανάγκες που απέφευγες να αντιμετωπίσεις έστω και ως πιθανότητα, είναι πλέον εδώ, χωρίς προσχήματα και σε κοιτάζουν κατάματα. Πώς θα αντιδράσεις λοιπόν; Βλέπεις είναι μια οριακή στιγμή που αναδεικνύει με τον πλέον εύγλωττο τρόπο τον λόγο που έφερες αυτό το παιδί στον κόσμο και αν ήσουν άξιος για αυτή την ευθύνη. Εκείνο που ήθελες λοιπόν ήταν να του δώσεις αγάπη. Άνευ όρων;

Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2015

Μεγαλώνοντας



Ακολουθώντας για ένα ακόμα μεσημέρι τον γνώριμο δρόμο της επιστροφής, ξαφνικά μου φάνηκε πως σε είδα από μακριά. Πρόσεξα καλύτερα, και ναι ήσουν όντως εσύ, τώρα πια το ήξερα. Ευτυχώς προπορευόσουν. Μα δεν περπατούσες μόνος. Δεν ήσουν μόνος. Το ένστικτο της επιβίωσης επιβράδυνε τον βηματισμό μου, κι έτσι μπόρεσα να σε παρατηρήσω καλύτερα. Ήταν εκείνος ο καιρός που η κάθε μέρα βάραινε όλο και περισσότερο. Και τελικά όταν κατόρθωσα κι έφτασα σπίτι έβαλα να ακούσω ένα κομμάτι. Αυτό το κομμάτι με βοήθησε να αναλογιστώ κάτι που απέφευγα να αντιμετωπίσω: τι αληθινά έχω αφήσει πίσω και τι με παραμονεύει σε κάθε σκοτεινή γωνιά για να μου επιτεθεί. Τότε μου ήρθε αβίαστα στο μυαλό εκείνο το πρωινό, που ο ένας κατά λάθος είχε ξύσει τον ώμο του άλλου καθώς περνούσαμε κι οι δύο από εκείνο το στενάκι, που το είχαμε φτιάξει μαζί και που δεν ήταν ορατό στους άλλους. Μα εγώ τότε δεν είχα καταλάβει πως το στενό αυτό ήταν και δικό μου δημιούργημα. Κι όμως εσύ το επιβεβαίωσες θριαμβευτικά εκείνο το κατά τα άλλα βαρετό και προβλέψιμο ανοιξιάτικο μεσημέρι. Κι αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά. Ήταν μια από τις πολλές. Και κάθε φορά ήταν το ίδιο εκκωφαντική. Κάθε μέρα σφραγιζόταν απ' την ίδια προσμονή, την οποία διαδεχόταν μια ανακούφιση ανακατεμένη με αγωνία για την έκβαση της πορείας. Και δε θα ήμουν σίγουρος για τίποτα που σε αφορά, αν δεν σε είχα μέσα μου. Μες στην καθημερινή μου ρουτίνα, μες στο χαρτοφύλακα με τη χαρτούρα της δουλειάς, μες στα μελό τραγούδια που ακούω και σου αφιερώνω, μες στα ερωτήματα που μου θέτεις αδιάκοπα, μέσα σε πράγματα που ποτέ δεν πίστευα πως θα έκανα. Και δε με νοιάζει που λαμβάνω συνειδητά μέρος σε αυτόν τον αγώνα τετριμμένων δραματικών δηλώσεων και εντυπώσεων. Γιατί με διατάζει ο Στρατηγός μου και οφείλω να υπακούσω στις εντολές του. Θυμάσαι; Κι εσύ το ίδιο πίστευες. Και το έδειξες από την αρχή. Ήταν σα να μου έλεγες "Δε μας παίρνει να του φέρνουμε αντιρρήσεις, αυτός ξέρει καλύτερα από μας". Και συμφώνησα μαζί σου γιατι σε εμπιστεύτηκα. Στρατιώτη. Ήσουν όμως πραγματικά έτοιμος να ριχτείς στη μάχη; ΄Ησουν έτοιμος; Το βλέμμα σου με μπέρδευε συνέχεια. Κάθε φορά στοιχημάτιζα ότι αύριο θα είναι διαφορετικά κι όμως κάθε μέρα -παρά τη βοήθειά μου- έκανες τις ίδιες λανθασμένες κινήσεις. Κι εγώ αφελώς νόμιζα πως είχες ήδη μάθει ποιες κινήσεις είναι επικίνδυνες και ποιες όχι. Ποιες να αποφεύγεις και ποιες να επιτρέπεις. Μα τελικά δεν είχες ιδέα. Αντιδρούσες σπασμωδικά -μου θύμισες και λίγο εμένα για να είμαι ειλικρινής. Κι ήταν κρίμα που δε γνώριζες κι ούτε θέλησες να μάθεις, γιατί ήμουν διατεθειμένος να σου δείξω απ' την αρχή αυτό το παιχνίδι, αυξάνοντας σου τις πιθανότητες να αναδειχθείς νικητής. Αλλά είπαμε, ήσουν ανέτοιμος για κάτι τέτοιο. Κι εγώ ήμουν ανέτοιμος για σένα. Κι όταν πια το κατάλαβα δε μου είχε μείνει πλέον καμιά αντίσταση, κανένα περιθώριο διαφυγής. Μου είχες επιβληθεί αυταρχικότατα, στην προσπάθειά σου να κάνεις διαρκώς αισθητή την παρουσία σου. Γι' αυτό στο φαντασιακό μου, έγινες κάτι παραπάνω από μια πιθανότητα. Κι ύστερα βολεύτηκες για τα καλά στο χώρο που σου ετοίμασα, που ήταν πεντακάθαρος μετά από καιρό. Ήθελες λοιπόν τόσο πολύ να σε προσέξω. Κι εγώ σε ικανοποίησα και το έκανα. Και μετά ήθελα τόσο πολύ μια εκδίκηση. Εγώ που ποτέ μου δεν ήμουν εκδικητικός. Σε αυτές τις περιπτώσεις όμως, η τάση μας να αγνοούμε τον εγωισμό μας είναι ακαταμάχητη, ισχυρότερη από οτιδήποτε άλλο. Και τελικά μια μέρα αποχαιρετηθήκαμε και σου ευχήθηκα. Κι έφυγα κι εσύ έμεινες πίσω. Μα εγώ έμεινα πιο πίσω. Δεν πειράζει ωστόσο. Παρόλο που δεν τα καταφέραμε και παρότι περπατάμε ακόμα στους ίδιους δρόμους -αν και ποτέ δε θα ξαναπεράσουμε από το ίδιο στενάκι- εγώ θα συνεχίσω να επιστρέφω σε σένα και να σε βλέπω και να σε ακούω εκεί που αποφάσισες να μένεις. Με έναν αλλιώτικο τρόπο τώρα πια. Κι αυτό μπορείς να το πάρεις σαν ένα μικρό ευχαριστήριο. Εγώ το λέω και "μεγαλώνοντας".

Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014

Οι Μάχες



Η ζωή δεν είναι εύκολη υπόθεση. Είναι σκληρή και γεμάτη μάχες. Οι -κατά πολύ λιγότερες- στιγμές απόλυτης ξεγνοιασιάς κι ανεμελιάς πάντοτε δίνουν τη σκυτάλη σ' εκείνες που περιέχουν το ενδεχόμενο της μάχης. Κι όταν αυτό το ενδεχόμενο παγιώνεται σε μιαν αναντίρρητη πραγματικότητα αρχίζουν τα δύσκολα. Τι κάνεις λοιπόν τότε;

Στους ανθρώπους μας αρέσει πολύ να φλυαρούμε σχετικά με την απλότητα ή συνθετότητα της ζωής. Αφού την πλαισιώσαμε αρχικά με ό, τι είχαμε πρόχειρο εκείνη την περίοδο, στη συνέχεια πήραμε -αφελώς- την εικόνα που σχηματίστηκε σα δεδομένη. Και δεν προβλέψαμε ότι η εικόνα αυτή θ' αποκτούσε μεγαλύτερες διαστάσεις κι επιπλέον πως θ' άρχιζε σιγά-σιγά να μας μπερδεύει με τις αλλοπρόσαλλες εναλλαγές της. Οι άνθρωποι που περπατούν σκυφτοί στους δρόμους δεν είναι τίποτα παραπάνω από το αποτέλεσμα αυτής της σύγχυσης. Αδυνατούν να προσαρμοστούν στην ολοκαίνουρια συνθήκη, αφού τα πάντα πια έχουν αλλάξει· Τα πρόσωπα, οι διαθέσεις, τα σχέδια, τα όνειρα, οι ιδέες, ο προσανατολισμός.

Και μέσα σ' αυτό το πλαίσιο προέκυψαν νέες μάχες· νέοι εχθροί έκαναν την εμφάνισή τους: πολεμοχαρείς κι αδίστακτοι, που έκαναν σκοπό τις ζωής τους να σε κερδίσουν·μια νίκη για τη νίκη όμως, μιας και δε θα αποκόμιζαν απ' αυτήν κανένα ιδιαίτερο όφελος, κι ούτε φυσικά τους ένοιαζε να νικηθούν έστω μια φορά. Επειδή όμως είναι εγωιστές και άπληστοι, δεν αρκούνται με τίποτα λιγότερο. Κι οι πολλοί ήταν απροετοίμαστοι για κάτι τέτοιο.

Ανάμεσά τους όμως κυκλοφορούσαν και μερικοί που σαν άλλοι χαμαιλέοντες κατάφεραν να γίνουν ένα με το νέο κλίμα και δε δυσκολεύτηκαν ιδιαίτερα όταν χρειάστηκε να έρθουν αντιμέτωποι με την άλλη πλευρά. Κι όμως, όσο άτρωτους κι αν θεωρούσαν εαυτούς, δεν κατάφεραν να τερματίσουν νικητές όλες τις φορές. Κι αυτό γιατί ένας εσφαλμένος υπολογισμός των συνθηκών, μια υπέρβαση των δυνατοτήτων ή μια παλιομοδίτικη προσέγγιση του αντιπάλου απέτρεψαν την αίσια έκβαση της μάχης γι' αυτούς. Και ξύπνησαν σε μια νέα πραγματικότητα· με την οποία όλοι μας είμαστε υποχρεωμένοι να παλέψουμε. Ο καθένας με τα δικά του μέσα. Κι οι αντίπαλοι εκεί·να σε προκαλούν με απανωτά χτυπήματα, για να σε οδηγήσουν στην αρένα, για μια ακόμη μάχη.

Μα εσύ έχεις μια ανάγκη: την Αγάπη. Και αυτή είναι η ασπίδα σου, αυτή σε προστατεύει απ' τις μάχες, αυτή σου κρύβει την ασχήμια του κόσμου, αυτή σου επιτρέπει να φτάσεις ασφαλής στον προορισμό σου. Πάνω της στηρίζεις τις ελπίδες σου, πάνω της κοιμάσαι και ξυπνάς και ονειρεύεσαι και παραδέχεσαι πως κάθε μάχη που αποτυπώνεται μέσα σου είναι μοναδική.

Κι έτσι περνούν τα χρόνια κι εδώ πέρα έγιναν κιόλας πέντε. Περίεργο συναίσθημα, που διατηρεί ωστόσο αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά της πρώτης εμπειρίας: Θάρρος, υπερηφάνεια, σεβασμός, αξιοπρέπεια. Λίγες λέξεις για να περιγράψουν μια σαρωτική διαδρομή. Στέρεα σκαλοπάτια σε μιαν ανάβαση που τη δυσχέραναν εκατοντάδες μάχες: με τον εαυτό αλλά και με τους άλλους·μα που συνεχίζει την πορεία της και υποδέχεται με ενθουσιασμό μια νέα εποχή που είναι ήδη εδώ. Και που ήρθε για να μείνει.

Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Moving On

   

Εποχή μεταβάσεων. Ώρα για ωραίες διαδρομές δηλαδή. Απ' αυτές που γεννιούνται από μια αόριστη μα τόσο εντυπωσιακή αποφασιστικότητα. Ακόμη κι αν άργησαν πολύ να κανονιστούν. Δε πειράζει όμως. Καθόλου. Το θέμα είναι η απόφαση να είναι οριστική, η θέση σου αμετακίνητη. Κανένα πισωγύρισμα καταναγκαστικών τύψεων. Καμιά παραχώρηση σε φτηνές αναλωτικές στιγμές. Καμιά υπεκφυγή.

Και μόνο το αίσθημα αρκεί. Ότι σφραγίζεται η απόφαση και κλείνουν κύκλοι πολλοί πίσω σου. Και κρατάς αυτές τις εικόνες, σαν αναμνήσεις ενός παρελθόντος που σ' έχει οδηγήσει σιγά-σιγά στον εαυτό σου. Μια εποχή που παίρνει τη θέση που της αναλογεί -όπως και τόσες άλλες άλλωστε. Και που δε έχει την ικανότητα να επηρεάζει καμία κατάσταση παροντική. Και λυπάσαι που δεν ήταν τόσο σημαντική για να της αφιερώσεις κάτι παραπάνω. Και που την άφησες να γίνει κομμάτι στης ζωής σου. Είναι όμως νόμος της φύσης, όταν κάτι μένει για πολύ καιρό ανενεργό, δεν αργεί να χαθεί απ' το προσκήνιο. Αθόρυβα. Χωρίς πρόβες και ανώφελες τυπικότητες.

Η μετακίνηση απαιτεί πάντα θάρρος για το επερχόμενο, μα ποτέ για το προηγούμενο. Στο μετά μετριούνται οι αντοχές της νέας εποχής. Αυτής που σου αναθέτει μια αποστολή καινούρια, ορίζοντας σου το πεδίο δράσης. Που απαγορεύει τις παλινδρομήσεις. Που ενθαρρύνει τις καταβυθίσεις κι ακόμα περισσότερο τις αναδύσεις. Το μόνο που έχεις να κάνεις εσύ είναι να μείνεις πιστός στο στόχο σου.

Κι οι ημέρες θα κυλούν με μια πρωτόγνωρη άνεση, τώρα που έχεις λάβει τις απαραίτητες αποστάσεις από τη Φθορά. Μακριά της όλα ήδη μοιάζουν ξεχωριστά. Τα πρόσωπα, οι μυρωδιές, οι τόποι, οι μουσικές, τα βλέμματα, τα χρώματα. Όλα έρχονται όλο και πιο κοντά. Όσο εσύ απομακρύνεσαι απ' τη Φθορά, τόσο εκείνα μεγαλώνουν.

Απόσταση Ασφαλείας. Κατά κυριολεξία. Αφού πράγματι, μονάχα μέσα σε μια τέτοια περιοχή νιώθεις προστατευμένος. Εκεί, όπου έχεις τα δικά σου όπλα για να την υπερασπιστείς και να μην επιτρέψεις σε κανέναν να την παραβιάσει. Εκεί που κατασκευάζεις μόνος σου τα σύνορα. Και επιλέγεις τους συμμάχους σου. Και κάνεις νέους εχθρούς -γιατί έτσι πάει το παιχνίδι. Και γιορτάζεις αυτή τη νέα και πολλά υποσχόμενη συμφωνία που ανυπομονείς να δεις μπροστά σου να παίρνει σάρκα και οστά.

Δευτέρα 5 Μαΐου 2014

Η Άκρη

   

Αυτή η αναρώτηση χτυπούσε δυνατά το μυαλό μου. Δε νομίζω ότι μ' έπαιρνε πια να το αγνοήσω, ούτε να το δικαιολογήσω όπως-όπως. Πλέον, δεν του αρμόζει να στριμώχνεται στη θέση που του υπαγόρευσα να μένει, υποχρέωση που τηρεί απαρεγκλίτως. Και γι' αυτό μέρα με τη μέρα μοιάζει να μαραίνεται.

Για μια ακόμα φορά η ίδια εκκίνηση, το ίδιο έργο -σε εκτέλεση χιλιοπαιγμένη- η ίδια ολοκλήρωση. Καμιά πρωτοτυπία, κανένα προκάλυμμα, κανένας τύπος, ούτε καν κάποιο ευφάνταστο πυροτέχνημα ψευτοεντυπωσιασμού. Όλα -σχεδόν- πλήρως αναμενόμενα. Μαζεμένοι πολλοί που δείχνουν να μη μοιράζονται παρόμοιες ανησυχίες. Που δε χρειάστηκε ίσως να τις μοιραστούν, που έχουν τη δύναμη να μην τις μοιράζονται: γιατί κάνουν την άλλη επιλογή: εκείνη που βαραίνει, εκείνη που λαχανιάζεις από την αγωνία όταν αρχίσεις και μετράς τις συνέπειες που φέρει.

Και τότε αναρωτιέσαι για την επιλογή αυτή: αξίζουν άραγε οι τόσες πληγές; Παύση. Μετά από λίγο σκέφτεσαι: προέρχονται όντως από εκεί οι πληγές μας ή μήπως κατά λάθος τραυματιστήκαμε και από κεκτημένη ταχύτητα το αποδώσαμε εκεί που -μεταξύ μας- είναι κι η εύκολη εξήγηση; Ερωτηματικά. Πολλά και επιτακτικά. Αναβολές και προσωρινές διακοπές. Και στη μέση, η ουσία που στρουθοκαμηλίζουμε απροκάλυπτα με έντεχνα τεχνάσματα που δεν πείθουν κανέναν πια.

Και μαζί με τα άλλα κι εκείνο, κι η αντανάκλαση του, που είδα μπροστά στα μάτια μου και δεν μου άφησε κανένα περιθώριο αμφιβολίας για την προσιτότητά του, ούτε απορία για τη λαμπρότητα του, παρά μόνο για τον αντίκτυπό του μέσα μου. Η εκτυφλωτική του λάμψη, λοιπόν, ακτινοβολούσε παντού, σαγηνεύοντας όσους εισέρχονταν ανυποψίαστοι στην μαγευτική του εμβέλεια. Με κεφάλια στους ώμους και χέρια δεμένα και λόγια ψιθυριστά σε σκοτεινά μάτια, λόγια αρθρωμένα μ' ένα απόκοσμο τόνο φοβισμένου παιδιού. Η χαριτωμένη δειλία των κινήσεων σιγά-σιγά γινόταν ένα ισχυρό ποτάμι που φούσκωνε, λαχταρώντας να ξεχυθεί στον καθαρό ορίζοντα για να συναντήσει την αιώνια θάλασσα.

Μα εγώ, που ήμουν ήδη ενοχλημένος απ' τη σφοδρότητα του φωτός που φεγγοβολούσε, παρασυρόμουν τώρα κι από το ποτάμι αυτό που με απρόκλητο θράσος και με μια ιδιαιτέρως σαρκοβόρα επιθετικότητα με έσπρωχνε. Τόσο ξαφνικά κι αναπάντεχα. Τελικά δεν ήμουν τόσο έτοιμος όσο πίστευα, ακόμη και πριν από λίγο. Φαίνεται να είχε άλλα σχέδια για μένα η τύχη. Ναι. Δε μπορεί να είναι τυχαίο. Δε θέλω να είναι τυχαίο. Δε μοιάζει να είναι τυχαίο. Αλλιώς θα το κάνω εγώ να μην είναι τυχαίο. Ακόμα και το ότι έφερε σε κρίση τη δική μου πρόσκαιρη εκτίμηση και με άφησε εκτεθειμένο σε μια πραγματικότητα που είχα ξεχάσει, δε μπορεί παρά να μην είναι τυχαίο.

Και παράλληλα από δίπλα περνούσαν εκατομμύρια δέκατα. Πανέμορφα, εκστατικά δέκατα, ανεξάντλητα καύσιμα σε μια κούρσα με εκατοντάδες συναγωνιστές, όπου οι νικητές θα είναι πολλοί, περισσότεροι από όσους φοβόμαστε να παραδεχτούμε. Φαντάζομαι πως, κι εκείνοι που έτρεξαν δεν ήξεραν αν θα καταφέρουν να φτάσουν στο τέρμα. Να όμως που τώρα δρέπουν τους καρπούς της νίκης τους. Κι είναι μια νίκη μοναδική, ασύγκριτη, εκθαμβωτικής μεγαλοπρέπειας.

Τί προηγείται όμως αυτού; Αφορμές για αυτάρεσκες αναρωτήσεις, παύσεις, πλάνα, χρονοδιαγράμματα. Και κάπου ανάμεσα κλισέ ρήσεις που επιτείνουν την αναπόφευκτη ένταση. Όταν όμως έρθει η στιγμή της εκτόνωσής της, δε θα υπάρχει άλλη δικαιολογία, ούτε άλλη ηθελημένα μάταιη αναρώτηση που διαιωνίζει καλλωπισμένες αυταπάτες. Το ακούω σαν προετοιμασία. Ούτως ή άλλως είναι καιρός μεταβάσεων. Τίποτα άλλο όσο μια καλή αλλαγή δε θα ταίριαζε εδώ.

Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Αργά




Είναι πολύ αργά. Δεν είμαστε παιδιά. Αφήσαμε πίσω χρόνια. Αρκετά για να μας τυφλώνει η σκόνη που σηκώνουν φεύγοντας. Το δωμάτιο έχει αλλάξει. Κάθε αντικείμενο μέσα του έχει αλλοιωθεί. Η σκιά που ρίχνει φαίνεται τόσο αλλιώτικη. Δε θυμίζει σε τίποτα τον πρώτο της εαυτό. Ούτε κι εγώ. Ή έστω έτσι νομίζω. Εκείνοι οι θόρυβοι που είχαν γίνει πιο οικείοι από ποτέ, έχουν πια ξεμακρύνει πολύ -σχεδόν δεν τους ακούω. Ήταν ξημέρωμα κι είχε κατασκόταδο. Ποτέ δε μ' εγκαταλείπει. Ποτέ. Μεγαλώνω μαζί του. Και περιμένω. Είναι φορές που μόνο έτσι καταφέρνεις να ακούσεις και να μάθεις. Είναι αργά λοιπόν. Τον αέρα του δωματίου -που κουβαλάει μέσα του μεγάλα παράπονα και που διαφορετικά θα δυσκόλευαν την αναπνοή- δεν τον νιώθω βαρύ. Ίσα-ίσα που για τις δικές μου αισθήσεις είναι πιο ελαφρύς και διαυγής από ποτέ. Τα αντανακλαστικά ακονίζονται επιμελώς. Και εξασκούνται στην κάθε μέρα που περνάει. Ημέρες με μέτριες επιδόσεις. Μα πάντα με τις ίδιες αποστάσεις από τη φθορά. Η ώρα είναι αργά. Μα δεν την παίρνω για τέτοια. Γιατί ποτέ δε δηλώνει την παρουσία της. Είναι πιο διακριτική απ' όσο μ' αφήνει να καταλάβω. Την ευχαριστώ που γίνεται σύμμαχος μου για τη συνέχεια.

Περπατούμε μαζί στο ίδιο μονοπάτι. Τα βήματα μας περιστοιχίζονται από όρια, φυσικά και τεχνητά. Που βλέπουμε κι αγγίζουμε και χάνουμε. Και άλλα που ορίζουμε με το αίμα μας. Σε δρόμους στενούς και σε δρόμους πλατείς. Σ' ευσεβείς καταδηλώσεις. Και σε πορείες γυμνές και ατέλειωτες, προς αμέτρητων ειδών λυτρώσεις.

Αυτή η ανταύγεια που διαπερνά τα κατεβασμένα ρολά, σημαίνει το άνοιγμα ενός ακόμα κύκλου, μιας ακόμα αναμενόμενα αναπάντεχης περιπέτειας.