Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2022
Tellement simple, l'amour
Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2022
Το Ρίσκο
Παρακολουθώ τις ιστορίες που διηγούνται τα λόγια. Ανακαλύπτω υπέροχες συγγένειες. ''Δεν είσαι ακίνδυνος για ό,τι δίνεις'' λέει μια ηρωίδα. ''Πώς θα ξέρω αν με αγαπάει στ' αλήθεια;'' λέει μια άλλη. Και μαζί της κι εγώ να ρωτάω το σύμπαν. Έχει μια δόση ασφάλειας η αναρώτηση. Γιατί εμπεριέχει όλα τα ενδεχόμενα.
Η μορφή σου έχει μπλεχτεί σ' ένα όραμα που αγκαλιάζω σφιχτά. Παίρνω το ρίσκο. Rien ne va plus. Κι η μπίλια σταματάει στο μαύρο. ''Παρ'ολα αυτά σ' ευχαριστώ''.
Τα ίδια λόγια μου δίνουν το κουράγιο να διηγηθώ με τη σειρά μου την ιστορία μας. Την ιστορία δύο ανθρώπων που βρέθηκαν μαζί κάποιο βράδυ του χειμώνα. Έστω για τόσο.
Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2022
Το Άρωμα
Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2022
Η Πόρτα
Σάββατο 30 Ιουλίου 2022
Τα Χέρια
Βάζω την κασέτα να παίζει και ανοίγω το παράθυρο. Κλείνω πίσω μου την πόρτα και με ένα υπαινικτικό χαμόγελο κατεβαίνω στην νέα συγκυρία. Συναντώ ανθρώπους. Ανασυντάσσω τις σκέψεις τους, συντονίζω τις ανάσες τους, οργανώνω τις σιωπές τους, αναρωτιέμαι, ανασυνθέτω, αποπειρώμαι. Μια φευγαλέα εικόνα, μια χειρονομία, ένα νεύμα. "Καλημέρα", "Τι λέει", "Ολα καλά".
Απομεσήμερο έξω απ'την παλιά Βουλή. Πρωί κάτω απ'την Κλαυθμώνος. Νύχτα στην Κολοκοτρώνη.
Χαρούμενα πρόσωπα κάτω από κράνη, άλλα μελαγχολικά περπατούν στο ασυντόνιστο τσιμεντένιο ρεύμα. Αλλάζουν ρούχα και συμπεριφορά αλλά ποτέ πάθη, προθέσεις και ρόλους. Κάνω το σκορ και πετάω το χαρτάκι στον κάλαθο των αχρήστων. Κάθομαι μετά εξαντλημένος στην άκρη του πεζοδρομίου. Βγάζω ένα τσιγάρο απ' την τσέπη. Θυμάμαι ότι δεν έχω αναπτήρα, θυμάμαι ότι δεν καπνίζω καν. Θυμώνω· μα κερναώ τον θυμό στη λήθη.
Κατηφορίζω την Πειραιώς. Λαίμαργες ματαιώσεις περιμένουν στη διάβαση. Χαμένες ψευδαισθήσεις βουλιάζουν σε παγκάκια. Προσπερνώ και ο χρόνος διαστέλλεται. Αγιόκλημα, μαργαριταρένια άστρα, νυχτολούλουδο. Θα σταματήσω σε μια καντίνα.
Έτσι χαράσσω την προσωπική μου διαδρομή, μέσα απ'τους δρόμους και τα φώτα της πόλης, τα χέρια αυτά. Που με εξομολογούν - δε με κρίνουν. Δεν με καθοδηγούν, απλώς με νοιάζονται. Τρεμοπαίζουν και ιδρώνουν όταν φοβούνται - όπως κι εγώ. Δεν ξέρω γιατί, αλλά μ'αρέσει να τα παρατηρώ και να ακούω τις ιστορίες που μόνο αυτά ξέρουν να μου πουν.
Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2021
Το Τετράδιο
Του τελευταίου τετραδίου τη σελίδα/
Εκεί που σε αγκάλιαζα κρυφά, αθόρυβα κι απελπισμένα/
Τη μικρή γωνιά της έκοψα/
Την έκανα χαρτάκι/
Και με το κίτρινο στυλό μου σου 'γραψα - σ'αγαπώ/
Να το κρατάς κατάστηθα, να με θυμάσαι και να σωπαίνεις
Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2021
Ημερολόγια #3
Χαμηλώνω το βλέμμα και παρατήρω το εισιτήριο, ζυγίζω την αξία της διαδρομής. Τον χωροχρόνο, τον προορισμό. Πάντα δεδομένη η αναχώρηση, πολλοί και διαφορετικοί οι προορισμοί. Οι αποσκευές κι αυτές αλλάζουν.
Ακούω τ´αυτοκίνητα να επιταχύνουν. Κάποιος βιάζεται. Ακούω εξατμίσεις, γέλια, γαβγίσματα. Ο άνθρωπος μπροστά μου περπατάει αργά, δεν τον νοιάζει να ανεβεί στο πρώτο σκαλί του βάθρου.
Θυμάμαι το προηγούμενο πρωΐ. Σε τράκαρα στο δρόμο. Δε σε είχα ξεχάσει. Πίνω ούζο και κερνάω στη λήθη αυτή τη νύχτα που βλέπω στη φωτογραφία.
Δε με γνωρίζεις καν. Όσο πιο πολύ με αγνοείς τόσο πιο κοντά σου έρχομαι. Πατάω το επόμενο πλακάκι του σπασμένου πεζοδρομίου και χαμογελάω. Μυρίζει ακόμα νυχτολούλουδο.
Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021
...
Η ευτυχία δεν είναι μια στρογγυλή μπάλα, στεγανή από παντού. Πρέπει να προσπαθήσω να δημιουργώ κάθε μέρα την ευτυχία μου. Εσωτερική γαλήνη, αρμονία. Να μην περιμένεις τίποτα απ'τον έξω κόσμο, παθητικά. Να δημιουργείς τον κόσμο/
Σαν καλλιτέχνης, νομίζω ότι πρέπει να υπάρχει η νύχτα. Σαν άνθρωπος, όχι/
Μαργαρίτα Καραπάνου (1946-2008)
Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2021
Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021
Τα Δέντρα
Μυρίζουν πανέμορφα καθώς τα προσπερνάω, χαϊδεύω τον κορμό τους όσο μου επιτρέπει η απόστασή μας. Χάνομαι στις ρυτίδες τους καθώς τα φύλλα στροβιλίζονται και τα κλαδιά πετάγονται στο ύψος μου. Μ'αρέσει να τα παρατηρώ, αειθαλή κι αγέρωχα, γερμένα και μελαγχολικά, κεφάτα και περήφανα. Βελανιδιές, ιτιές, ελάτια, πλατάνια.
Ακούω ξεχασμένες μελωδίες απ'το κουφάρι τους. Τα χνούδια με παρασύρουν σε μια άκρατη ονειροπόληση και γίνονται ένα με τον άνεμο. Ονόματα χαραγμένα στο σώμα τους με πάνε χρόνια πίσω. Αναδρομώ τις μικρές στιγμές τους. Τα Μεγάλα Σάββατα με χαρτιά μελανωμένα και καφέδες της καταβύθισης. Διαθλάσεις πολλαπλών εαυτών σκαλισμένες σε παρθένο μάρμαρο. Εικόνες και ήχοι και μυστικά περάσματα. Υποσυνείδητες διαδρομές κρατώντας αναμμένη την ίδια φλόγα, το ίδιο κερί από τότε.
Πάντα τα χέρια αγγίζουν με χειρουργική προσοχή τα συρτάρια. Κάθε άγγιγμα και μια παγίδα, την αποφεύγω μονάχα αν βρω τη σωστή απάντηση, λίγο πριν ξαναθυμηθώ πως δεν υπάρχει σωστή απάντηση και λάθος, αφού όποια κι αν δώσω αρκεί. Τότε μόνο τα ανοίγω αργά και μεθοδικά, μ' ένα ελαφρύ - σχεδόν μεταφυσικό - τρέμουλο.
Δεν νίκησα, αλλά ούτε και νικήθηκα.
Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020
Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2020
Τα παιδιά της Αυ..
Η μυρωδιά της θάλασσας ερχόταν από μακριά, την έφερνε ένα απαλό καλοκαιρινό αεράκι.
"Είναι ωραία η θάλασσα γιατί κινείται πάντα"
Ένα αεράκι που λίγο αργότερα μετατράπηκε σε μπόρα. Διαχρονική υπενθύμιση στη μνήμη, απ' αυτές που θυμάσαι όταν έχεις ξεχάσει να θυμηθείς. Αναβάτες του ονείρου του ο καθένας. Παιδιά που ανυπομονούσαν να μεγαλώσουν απορρίπτοντας τους κανόνες της ανήλικης πραγματικότητας, αρνούμενοι την νομοτέλειά της. Παιδιά που τις σχολικές εβδομάδες τους διαδέχονταν υπέροχες μέρες, ολοφώτεινες και φαινομενικά ατελείωτες, στα χώματα και την καυτή άμμο, με φαΐ στα βρώμικα και σαπουνόπερες στην τηλεόραση. Που έπιναν ηδύποτα ως επίφαση ενηλικίωσης. Λίγο πριν εξερευνήσουν τον κόσμο με τα ποδήλατά τους.
Λίγο πιο πέρα ένα οικόπεδο, γεμάτο ξερόχορτα και λαχανιασμένα απογεύματα μετά τον μεσημεριανό ύπνο που δεν παίρναμε ποτέ. Βρήκε χώρο απ' την μισάνοιχτη πόρτα που μπαίναμε παιδάκια και αστειεύτηκε μαζί μας. Σήκωσε απαλά απ' το χώμα τα σκονισμένα γάντια μας. Αυτά που φοράγαμε για να είμαστε έτοιμοι για κάθε μας αναμέτρηση, κρατώντας σφιχτά στη χούφτα το μπαλάκι των προσδοκιών, πριν αφήσει το χέρι μας για να βρει κάποιο άλλο - τυχαία, μοναδικά. Κι ύστερα τα ίδια χέρια να βγάζουν τα γάντια κι αναψοκοκκινισμένα να αγγίζουν το τηλέφωνο με μια ανάσα που μαρτυράει κρυμμένα μυστικά και τα ψιθυρίζει αθόρυβα στο αυτί.
Έβαλα κι εγώ τότε το χέρι στην καρδιά και την παρατήρησα να συντονίζεται στο ρυθμό της μουσικής. Τα κουρδισμένα αντανακλαστικά μου εκμυστηρεύτηκαν ότι η λύτρωση δεν χαρίζεται, παρά μόνο κερδίζεται και -προφανώς- όχι αναίμακτα. Πόσες ακόμη θερινές παύσεις πριν τη μεγάλη καταιγίδα; Πόσο γρήγορα να τρέξεις όταν σε πιάνουν ήδη οι πρώτες στάλες της βροχής; Μα εσύ αφήνεις το ποδήλατο στην άκρη και μπαίνεις σιγά κι αθόρυβα στη θάλασσα να κολυμπάς με παρέα τη βροχή και με το αεράκι να διαπερνάει το σώμα σου και να δίνεται ολοκληρωτικά σ' εκείνη την πλευρά του ονείρου.
Μιλάω λοιπόν
για συνθηκολόγηση. Κι όχι σύνθλιψη
Μιλάω για
αποδοχή κι όχι απομάκρυνση
Μιλάω για ό,
τι δε μπορούσα να μιλήσω
Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2020
Learning How to Dive
Πέμπτη 30 Ιουλίου 2020
Το Τζάμι
Έχεις γείρει στο τζάμι του λεωφορείου που σε πάει σπίτι. Η μέρα σου ήταν δύσκολη. Όπως κάθε μέρα πλέον. Το πρωί στις παραδόσεις και το απόγευμα στην προπόνηση. Το λεωφορείο περνά από μπροστά κι ανταλλάσσουμε ένα φευγαλέο βλέμμα. Είσαι ένα πρόσωπο άγνωστο και ταυτόχρονα ο πιο δικός μου άνθρωπος. Στο ακουμπισμένο στα πόδια σου σακίδιο βρίσκεται στριμωγμένο το αγαπημένο σου βιβλίο και μες στα παπούτσια σου έχεις ακόμη ίχνη απ' την καλοκαιρινή άμμο, την ίδια που πέρναγε μεσα από τα δάχτυλά σου καθώς περπάταγες βαριά πλάι στο νερό. Κλείνεις αβίαστα τα μάτια κι απολαμβάνεις τη μουσική στα ακουστικά του walkman. Παίζει μάλλον κάτι από Smiths ή Tori Amos, μια σαγηνευτική μελωδία ή ένα μελοδραματικό ξέσπασμα, ηχητική υπόκρουση στις πιο απαραβίαστες στιγμές εσωτερικής ανασκόπησης. Μετράς νοητά ένα-ένα τα ποτήρια της χτεσινής νύχτας, που ανέβηκες ζητώντας κάτι αόριστο, σαν άγγιγμα αυτοεπιβεβαίωσης. Τα άδοξα φλερτ, τα ανούσια ξενύχτια, τα τσιγάρα, τα ρούχα, τα αρώματα, τα πρόσωπα που σε βαραίνουν όλο και πιο πολύ. Γι' αυτό γέρνεις στο βρώμικο τζάμι του λεωφορείου. Σουρουπώνει και τα φώτα του δρόμου φέρνουν κάθε τόσο στην επιφάνεια το πρόσωπό σου, σκληρό και ταλαιπωρημένο μα συνάμα αινιγματικό, με μια απροσδιόριστη μελαγχολία .
Σε λίγες ώρες είναι Σάββατο βράδυ και θα βγεις με την παρέα σου σε μια από τις προβλέψιμες γειτονιές με τον πολύ κόσμο, τη δυνατή μουσική και τα λαμπερά φώτα. Θα κοιτάξεις τον κόσμο, θα σε κοιτάξει κι εκείνος. Παίρνεις μια βαθιά ανάσα και για λίγο αναμετράσαι με τις πιθανότητες. Τα σενάρια και οι - φαινομενικά - άπειρες διακλαδώσεις των επιλογών σε μπερδεύουν και ταράζεσαι, μα συνεχίζεις να αναρωτιέσαι. Και παραδίνεσαι μέσα της. Επιστρέφεις ύστερα στην πραγματικότητα και κλείνεις βιαστικά μέχρι πάνω το μαύρο φουσκωτό μπουφάν σου, λες και θες να κρατήσεις για πάντα στα σωθικά σου αυτό το συναίσθημα. Δε θυμάσαι πως ήταν. Ούτε πολύ καλά πως προέκυψε. Σκέφτεσαι πως οι άνθρωποι όσο διαφορετικοί κι αν είμαστε, στο τέλος της ημέρας, ο καθένας μας κουβαλάει τα δικά του ζόρια, την αγωνία και τη λαχτάρα του. Όλοι μαζί κοινωνοί των ίδιων αναγκών. Σκέψεις της σειράς, η ώρα βλέπεις είναι η καταλληλότερη για τέτοιες ανάλαφρες διαπιστώσεις. Κι όμως αν αφήσεις για λίγο παραπάνω το βλέμμα σου πάνω τους θα έχεις κάνει ένα βήμα πιο κοντά στην επίλυση του γρίφου. Κοιτάζεις εναλλάξ τον κόσμο στα πεζοδρόμια και κάνεις τα φανάρια σημάδια της διαδρομής, ελπίζοντας να μην αφαιρεθείς και κατέβεις σε άλλη στάση. Ξεχνιέσαι ονειροπολώντας, όπως πάντα. Μα η στάση σου είναι εκεί και σε περιμένει, φιλαράκι.
Δευτέρα 6 Αυγούστου 2018
Δευτέρα 30 Ιουλίου 2018
30
Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2018
Ζ
Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2018
Σάββατο 26 Αυγούστου 2017
Κυριακή 30 Ιουλίου 2017
Τα Κομμάτια
Θυμάσαι τι σου 'γραφα τότε; Πάντα έλεγες ότι με τον καιρό περνάνε όλα. Στην αρχή δεν το πίστευα. Ακόμα δεν είμαι σίγουρος, θέλω να σε πιστέψω αλλά κάτι σα να μ' εμποδίζει. Δίκιο πρέπει να 'χεις. Για να το λες κάτι θα ξέρεις. Μιλάει η εμπειρία. Βλέπω γνώριμα πρόσωπα, ανακαλώ προσωπικές τους ιστορίες που κάποιος κάπου κάποτε μου διηγήθηκε - τον κρατάω μέσα μου. Δικές μας ιστορίες - τις κρατάω μέσα μου όλες και μέσα τους βλέπω τα πολύχρωμα φώτα αυτής της πόλης και τα φανάρια της και τ' αυτοκίνητα και τους πεζούς και τα καταστήματα. Περνάει ο καιρός, ερωτήματα νέα προστίθενται στα παλιά, ερωτήματα παλιά βάφονται νέα, λάθη βαφτίζουμε συγχώρεση και οδεύουμε σε μια ολοκαίνουρια αυταπάτη. Παράτολμες σκέψεις και αναζητήσεις μιας αποχρώσας αλήθειας. Όλο και πιο κοντά σε ό,τι μοιάζει με υποψία. Σκιές, αμυδρό φως, σκοτάδια, προβολείς. Διαδρομή μέσα από εκατομμύρια τούνελ. Σε ζαλίσουν, με ζαλίζουν. Μας ζαλίζουν. Είναι η περιπέτεια λένε, το ταξίδι. Πάντα. Κοίτα να δεις που άλλο ένα κλισέ επιβεβαιώνεται. Τελικά, μερικές φορές είναι βολικά τα κλισέ. Θα γυρίζεις πίσω όσο κι αν το αποφεύγεις, μια επίσκεψη στο παρελθόν από ένα τραγούδι τυχαίο, ένα μισοφωτισμενο κτήριο στο κέντρο, ο ήχος της βραδινής θάλασσας, η δροσερή άμμος, ένα κάδρο, μια μυρωδιά, ο καλοκαιρινός αέρας και νιώθεις σα να μην πέρασε μια μέρα. Είναι τα κομμάτια που βρίσκεις και σκύβεις και μαζεύεις και κρατάς και στη διαδρομή σου πέφτουν και μετά σκύβεις να τα ξαναμαζέψεις κι ύστερα σου πέφτουν κι άλλα και τα μαζεύεις κι αυτά, μα τίποτα δε σε βγάζει απ'την πορεία σου, την αγέρωχη κι επίμονη. Πιάνεις τα κομμάτια στα χέρια κρατώντας τα σφιχτά, κάνεις να τα βάλεις κι άλλα κουμπώνουν, άλλα όχι. Όταν κουμπώνουν χαμογελάς, αν δεν κουμπώσουν δεν απελπίζεσαι, όλο και κάτι θα βρεθεί σύντομα για να ταιριάξεις στη θέση τους. Το κενό είναι ακάλυπτη αλήθεια. Η ιστορία είναι μια συρραφή γεγονότων ή μια σειρά από προσεκτικτά μελετημένες και τοποθετημένες υπο-ιστορίες; Μια περιπατητική μέρα με ανασκαφικές διαθέσεις είναι ικανή να φέρει πολλά στο φως. Και σιγά-σιγά ανακαλύπτεις ότι δεν πονάει πια. Δεν έγινε και τίποτα. Χαιρετιόμαστε, φιλιόμαστε, είμαι χαρούμενος για σένα. Θυμάμαι τα πάντα. Κρατάω το κομμάτι σου, είσαι εκεί. Είναι μέρα για χορό ή για θύμησες ή και όχι.
Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016
3:50 a.m.
Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015
ΟΚ
Έρχεσαι;
Τί συνέβη;
Οκ, μην ανησυχείς
Θα πάρουμε στο δρόμο
Α, θα πεταχτείς τώρα;
Εντάξει
Πες μου κι ας σε θυμώσω πάλι
Μπορείς να σηκώσεις το χερούλι της βαλίτσας;
Την παραφόρτωσα μάλλον
Κλειδιά πήρες;
Πετάω σε λίγο
Θέλεις;
Μην απαντήσεις σε παρακαλώ
Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που δε θέλω να ακούσω τη φωνή σου
Γιατί σταματήσαμε να βγαίνουμε;
Γιατί σταματήσαμε να μας νοιάζει;
Πολύ μελαγχολικός είσαι σήμερα.
Τι πάθαμε;
Θα σωθούμε;
Ναι. Μαζί
Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015
Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015
Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015
Οι Όροι
Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2015
Μεγαλώνοντας
Ακολουθώντας για ένα ακόμα μεσημέρι τον γνώριμο δρόμο της επιστροφής, ξαφνικά μου φάνηκε πως σε είδα από μακριά. Πρόσεξα καλύτερα, και ναι ήσουν όντως εσύ, τώρα πια το ήξερα. Ευτυχώς προπορευόσουν. Μα δεν περπατούσες μόνος. Δεν ήσουν μόνος. Το ένστικτο της επιβίωσης επιβράδυνε τον βηματισμό μου, κι έτσι μπόρεσα να σε παρατηρήσω καλύτερα. Ήταν εκείνος ο καιρός που η κάθε μέρα βάραινε όλο και περισσότερο. Και τελικά όταν κατόρθωσα κι έφτασα σπίτι έβαλα να ακούσω ένα κομμάτι. Αυτό το κομμάτι με βοήθησε να αναλογιστώ κάτι που απέφευγα να αντιμετωπίσω: τι αληθινά έχω αφήσει πίσω και τι με παραμονεύει σε κάθε σκοτεινή γωνιά για να μου επιτεθεί. Τότε μου ήρθε αβίαστα στο μυαλό εκείνο το πρωινό, που ο ένας κατά λάθος είχε ξύσει τον ώμο του άλλου καθώς περνούσαμε κι οι δύο από εκείνο το στενάκι, που το είχαμε φτιάξει μαζί και που δεν ήταν ορατό στους άλλους. Μα εγώ τότε δεν είχα καταλάβει πως το στενό αυτό ήταν και δικό μου δημιούργημα. Κι όμως εσύ το επιβεβαίωσες θριαμβευτικά εκείνο το κατά τα άλλα βαρετό και προβλέψιμο ανοιξιάτικο μεσημέρι. Κι αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά. Ήταν μια από τις πολλές. Και κάθε φορά ήταν το ίδιο εκκωφαντική. Κάθε μέρα σφραγιζόταν απ' την ίδια προσμονή, την οποία διαδεχόταν μια ανακούφιση ανακατεμένη με αγωνία για την έκβαση της πορείας. Και δε θα ήμουν σίγουρος για τίποτα που σε αφορά, αν δεν σε είχα μέσα μου. Μες στην καθημερινή μου ρουτίνα, μες στο χαρτοφύλακα με τη χαρτούρα της δουλειάς, μες στα μελό τραγούδια που ακούω και σου αφιερώνω, μες στα ερωτήματα που μου θέτεις αδιάκοπα, μέσα σε πράγματα που ποτέ δεν πίστευα πως θα έκανα. Και δε με νοιάζει που λαμβάνω συνειδητά μέρος σε αυτόν τον αγώνα τετριμμένων δραματικών δηλώσεων και εντυπώσεων. Γιατί με διατάζει ο Στρατηγός μου και οφείλω να υπακούσω στις εντολές του. Θυμάσαι; Κι εσύ το ίδιο πίστευες. Και το έδειξες από την αρχή. Ήταν σα να μου έλεγες "Δε μας παίρνει να του φέρνουμε αντιρρήσεις, αυτός ξέρει καλύτερα από μας". Και συμφώνησα μαζί σου γιατι σε εμπιστεύτηκα. Στρατιώτη. Ήσουν όμως πραγματικά έτοιμος να ριχτείς στη μάχη; ΄Ησουν έτοιμος; Το βλέμμα σου με μπέρδευε συνέχεια. Κάθε φορά στοιχημάτιζα ότι αύριο θα είναι διαφορετικά κι όμως κάθε μέρα -παρά τη βοήθειά μου- έκανες τις ίδιες λανθασμένες κινήσεις. Κι εγώ αφελώς νόμιζα πως είχες ήδη μάθει ποιες κινήσεις είναι επικίνδυνες και ποιες όχι. Ποιες να αποφεύγεις και ποιες να επιτρέπεις. Μα τελικά δεν είχες ιδέα. Αντιδρούσες σπασμωδικά -μου θύμισες και λίγο εμένα για να είμαι ειλικρινής. Κι ήταν κρίμα που δε γνώριζες κι ούτε θέλησες να μάθεις, γιατί ήμουν διατεθειμένος να σου δείξω απ' την αρχή αυτό το παιχνίδι, αυξάνοντας σου τις πιθανότητες να αναδειχθείς νικητής. Αλλά είπαμε, ήσουν ανέτοιμος για κάτι τέτοιο. Κι εγώ ήμουν ανέτοιμος για σένα. Κι όταν πια το κατάλαβα δε μου είχε μείνει πλέον καμιά αντίσταση, κανένα περιθώριο διαφυγής. Μου είχες επιβληθεί αυταρχικότατα, στην προσπάθειά σου να κάνεις διαρκώς αισθητή την παρουσία σου. Γι' αυτό στο φαντασιακό μου, έγινες κάτι παραπάνω από μια πιθανότητα. Κι ύστερα βολεύτηκες για τα καλά στο χώρο που σου ετοίμασα, που ήταν πεντακάθαρος μετά από καιρό. Ήθελες λοιπόν τόσο πολύ να σε προσέξω. Κι εγώ σε ικανοποίησα και το έκανα. Και μετά ήθελα τόσο πολύ μια εκδίκηση. Εγώ που ποτέ μου δεν ήμουν εκδικητικός. Σε αυτές τις περιπτώσεις όμως, η τάση μας να αγνοούμε τον εγωισμό μας είναι ακαταμάχητη, ισχυρότερη από οτιδήποτε άλλο. Και τελικά μια μέρα αποχαιρετηθήκαμε και σου ευχήθηκα. Κι έφυγα κι εσύ έμεινες πίσω. Μα εγώ έμεινα πιο πίσω. Δεν πειράζει ωστόσο. Παρόλο που δεν τα καταφέραμε και παρότι περπατάμε ακόμα στους ίδιους δρόμους -αν και ποτέ δε θα ξαναπεράσουμε από το ίδιο στενάκι- εγώ θα συνεχίσω να επιστρέφω σε σένα και να σε βλέπω και να σε ακούω εκεί που αποφάσισες να μένεις. Με έναν αλλιώτικο τρόπο τώρα πια. Κι αυτό μπορείς να το πάρεις σαν ένα μικρό ευχαριστήριο. Εγώ το λέω και "μεγαλώνοντας".
Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014
Οι Μάχες
Στους ανθρώπους μας αρέσει πολύ να φλυαρούμε σχετικά με την απλότητα ή συνθετότητα της ζωής. Αφού την πλαισιώσαμε αρχικά με ό, τι είχαμε πρόχειρο εκείνη την περίοδο, στη συνέχεια πήραμε -αφελώς- την εικόνα που σχηματίστηκε σα δεδομένη. Και δεν προβλέψαμε ότι η εικόνα αυτή θ' αποκτούσε μεγαλύτερες διαστάσεις κι επιπλέον πως θ' άρχιζε σιγά-σιγά να μας μπερδεύει με τις αλλοπρόσαλλες εναλλαγές της. Οι άνθρωποι που περπατούν σκυφτοί στους δρόμους δεν είναι τίποτα παραπάνω από το αποτέλεσμα αυτής της σύγχυσης. Αδυνατούν να προσαρμοστούν στην ολοκαίνουρια συνθήκη, αφού τα πάντα πια έχουν αλλάξει· Τα πρόσωπα, οι διαθέσεις, τα σχέδια, τα όνειρα, οι ιδέες, ο προσανατολισμός.
Και μέσα σ' αυτό το πλαίσιο προέκυψαν νέες μάχες· νέοι εχθροί έκαναν την εμφάνισή τους: πολεμοχαρείς κι αδίστακτοι, που έκαναν σκοπό τις ζωής τους να σε κερδίσουν·μια νίκη για τη νίκη όμως, μιας και δε θα αποκόμιζαν απ' αυτήν κανένα ιδιαίτερο όφελος, κι ούτε φυσικά τους ένοιαζε να νικηθούν έστω μια φορά. Επειδή όμως είναι εγωιστές και άπληστοι, δεν αρκούνται με τίποτα λιγότερο. Κι οι πολλοί ήταν απροετοίμαστοι για κάτι τέτοιο.
Ανάμεσά τους όμως κυκλοφορούσαν και μερικοί που σαν άλλοι χαμαιλέοντες κατάφεραν να γίνουν ένα με το νέο κλίμα και δε δυσκολεύτηκαν ιδιαίτερα όταν χρειάστηκε να έρθουν αντιμέτωποι με την άλλη πλευρά. Κι όμως, όσο άτρωτους κι αν θεωρούσαν εαυτούς, δεν κατάφεραν να τερματίσουν νικητές όλες τις φορές. Κι αυτό γιατί ένας εσφαλμένος υπολογισμός των συνθηκών, μια υπέρβαση των δυνατοτήτων ή μια παλιομοδίτικη προσέγγιση του αντιπάλου απέτρεψαν την αίσια έκβαση της μάχης γι' αυτούς. Και ξύπνησαν σε μια νέα πραγματικότητα· με την οποία όλοι μας είμαστε υποχρεωμένοι να παλέψουμε. Ο καθένας με τα δικά του μέσα. Κι οι αντίπαλοι εκεί·να σε προκαλούν με απανωτά χτυπήματα, για να σε οδηγήσουν στην αρένα, για μια ακόμη μάχη.
Μα εσύ έχεις μια ανάγκη: την Αγάπη. Και αυτή είναι η ασπίδα σου, αυτή σε προστατεύει απ' τις μάχες, αυτή σου κρύβει την ασχήμια του κόσμου, αυτή σου επιτρέπει να φτάσεις ασφαλής στον προορισμό σου. Πάνω της στηρίζεις τις ελπίδες σου, πάνω της κοιμάσαι και ξυπνάς και ονειρεύεσαι και παραδέχεσαι πως κάθε μάχη που αποτυπώνεται μέσα σου είναι μοναδική.
Κι έτσι περνούν τα χρόνια κι εδώ πέρα έγιναν κιόλας πέντε. Περίεργο συναίσθημα, που διατηρεί ωστόσο αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά της πρώτης εμπειρίας: Θάρρος, υπερηφάνεια, σεβασμός, αξιοπρέπεια. Λίγες λέξεις για να περιγράψουν μια σαρωτική διαδρομή. Στέρεα σκαλοπάτια σε μιαν ανάβαση που τη δυσχέραναν εκατοντάδες μάχες: με τον εαυτό αλλά και με τους άλλους·μα που συνεχίζει την πορεία της και υποδέχεται με ενθουσιασμό μια νέα εποχή που είναι ήδη εδώ. Και που ήρθε για να μείνει.
Σάββατο 24 Μαΐου 2014
Moving On
Και μόνο το αίσθημα αρκεί. Ότι σφραγίζεται η απόφαση και κλείνουν κύκλοι πολλοί πίσω σου. Και κρατάς αυτές τις εικόνες, σαν αναμνήσεις ενός παρελθόντος που σ' έχει οδηγήσει σιγά-σιγά στον εαυτό σου. Μια εποχή που παίρνει τη θέση που της αναλογεί -όπως και τόσες άλλες άλλωστε. Και που δε έχει την ικανότητα να επηρεάζει καμία κατάσταση παροντική. Και λυπάσαι που δεν ήταν τόσο σημαντική για να της αφιερώσεις κάτι παραπάνω. Και που την άφησες να γίνει κομμάτι στης ζωής σου. Είναι όμως νόμος της φύσης, όταν κάτι μένει για πολύ καιρό ανενεργό, δεν αργεί να χαθεί απ' το προσκήνιο. Αθόρυβα. Χωρίς πρόβες και ανώφελες τυπικότητες.
Η μετακίνηση απαιτεί πάντα θάρρος για το επερχόμενο, μα ποτέ για το προηγούμενο. Στο μετά μετριούνται οι αντοχές της νέας εποχής. Αυτής που σου αναθέτει μια αποστολή καινούρια, ορίζοντας σου το πεδίο δράσης. Που απαγορεύει τις παλινδρομήσεις. Που ενθαρρύνει τις καταβυθίσεις κι ακόμα περισσότερο τις αναδύσεις. Το μόνο που έχεις να κάνεις εσύ είναι να μείνεις πιστός στο στόχο σου.
Κι οι ημέρες θα κυλούν με μια πρωτόγνωρη άνεση, τώρα που έχεις λάβει τις απαραίτητες αποστάσεις από τη Φθορά. Μακριά της όλα ήδη μοιάζουν ξεχωριστά. Τα πρόσωπα, οι μυρωδιές, οι τόποι, οι μουσικές, τα βλέμματα, τα χρώματα. Όλα έρχονται όλο και πιο κοντά. Όσο εσύ απομακρύνεσαι απ' τη Φθορά, τόσο εκείνα μεγαλώνουν.
Απόσταση Ασφαλείας. Κατά κυριολεξία. Αφού πράγματι, μονάχα μέσα σε μια τέτοια περιοχή νιώθεις προστατευμένος. Εκεί, όπου έχεις τα δικά σου όπλα για να την υπερασπιστείς και να μην επιτρέψεις σε κανέναν να την παραβιάσει. Εκεί που κατασκευάζεις μόνος σου τα σύνορα. Και επιλέγεις τους συμμάχους σου. Και κάνεις νέους εχθρούς -γιατί έτσι πάει το παιχνίδι. Και γιορτάζεις αυτή τη νέα και πολλά υποσχόμενη συμφωνία που ανυπομονείς να δεις μπροστά σου να παίρνει σάρκα και οστά.
Δευτέρα 5 Μαΐου 2014
Η Άκρη
Αυτή η αναρώτηση χτυπούσε δυνατά το μυαλό μου. Δε νομίζω ότι μ' έπαιρνε πια να το αγνοήσω, ούτε να το δικαιολογήσω όπως-όπως. Πλέον, δεν του αρμόζει να στριμώχνεται στη θέση που του υπαγόρευσα να μένει, υποχρέωση που τηρεί απαρεγκλίτως. Και γι' αυτό μέρα με τη μέρα μοιάζει να μαραίνεται.
Για μια ακόμα φορά η ίδια εκκίνηση, το ίδιο έργο -σε εκτέλεση χιλιοπαιγμένη- η ίδια ολοκλήρωση. Καμιά πρωτοτυπία, κανένα προκάλυμμα, κανένας τύπος, ούτε καν κάποιο ευφάνταστο πυροτέχνημα ψευτοεντυπωσιασμού. Όλα -σχεδόν- πλήρως αναμενόμενα. Μαζεμένοι πολλοί που δείχνουν να μη μοιράζονται παρόμοιες ανησυχίες. Που δε χρειάστηκε ίσως να τις μοιραστούν, που έχουν τη δύναμη να μην τις μοιράζονται: γιατί κάνουν την άλλη επιλογή: εκείνη που βαραίνει, εκείνη που λαχανιάζεις από την αγωνία όταν αρχίσεις και μετράς τις συνέπειες που φέρει.
Και τότε αναρωτιέσαι για την επιλογή αυτή: αξίζουν άραγε οι τόσες πληγές; Παύση. Μετά από λίγο σκέφτεσαι: προέρχονται όντως από εκεί οι πληγές μας ή μήπως κατά λάθος τραυματιστήκαμε και από κεκτημένη ταχύτητα το αποδώσαμε εκεί που -μεταξύ μας- είναι κι η εύκολη εξήγηση; Ερωτηματικά. Πολλά και επιτακτικά. Αναβολές και προσωρινές διακοπές. Και στη μέση, η ουσία που στρουθοκαμηλίζουμε απροκάλυπτα με έντεχνα τεχνάσματα που δεν πείθουν κανέναν πια.
Και μαζί με τα άλλα κι εκείνο, κι η αντανάκλαση του, που είδα μπροστά στα μάτια μου και δεν μου άφησε κανένα περιθώριο αμφιβολίας για την προσιτότητά του, ούτε απορία για τη λαμπρότητα του, παρά μόνο για τον αντίκτυπό του μέσα μου. Η εκτυφλωτική του λάμψη, λοιπόν, ακτινοβολούσε παντού, σαγηνεύοντας όσους εισέρχονταν ανυποψίαστοι στην μαγευτική του εμβέλεια. Με κεφάλια στους ώμους και χέρια δεμένα και λόγια ψιθυριστά σε σκοτεινά μάτια, λόγια αρθρωμένα μ' ένα απόκοσμο τόνο φοβισμένου παιδιού. Η χαριτωμένη δειλία των κινήσεων σιγά-σιγά γινόταν ένα ισχυρό ποτάμι που φούσκωνε, λαχταρώντας να ξεχυθεί στον καθαρό ορίζοντα για να συναντήσει την αιώνια θάλασσα.
Μα εγώ, που ήμουν ήδη ενοχλημένος απ' τη σφοδρότητα του φωτός που φεγγοβολούσε, παρασυρόμουν τώρα κι από το ποτάμι αυτό που με απρόκλητο θράσος και με μια ιδιαιτέρως σαρκοβόρα επιθετικότητα με έσπρωχνε. Τόσο ξαφνικά κι αναπάντεχα. Τελικά δεν ήμουν τόσο έτοιμος όσο πίστευα, ακόμη και πριν από λίγο. Φαίνεται να είχε άλλα σχέδια για μένα η τύχη. Ναι. Δε μπορεί να είναι τυχαίο. Δε θέλω να είναι τυχαίο. Δε μοιάζει να είναι τυχαίο. Αλλιώς θα το κάνω εγώ να μην είναι τυχαίο. Ακόμα και το ότι έφερε σε κρίση τη δική μου πρόσκαιρη εκτίμηση και με άφησε εκτεθειμένο σε μια πραγματικότητα που είχα ξεχάσει, δε μπορεί παρά να μην είναι τυχαίο.
Και παράλληλα από δίπλα περνούσαν εκατομμύρια δέκατα. Πανέμορφα, εκστατικά δέκατα, ανεξάντλητα καύσιμα σε μια κούρσα με εκατοντάδες συναγωνιστές, όπου οι νικητές θα είναι πολλοί, περισσότεροι από όσους φοβόμαστε να παραδεχτούμε. Φαντάζομαι πως, κι εκείνοι που έτρεξαν δεν ήξεραν αν θα καταφέρουν να φτάσουν στο τέρμα. Να όμως που τώρα δρέπουν τους καρπούς της νίκης τους. Κι είναι μια νίκη μοναδική, ασύγκριτη, εκθαμβωτικής μεγαλοπρέπειας.
Τί προηγείται όμως αυτού; Αφορμές για αυτάρεσκες αναρωτήσεις, παύσεις, πλάνα, χρονοδιαγράμματα. Και κάπου ανάμεσα κλισέ ρήσεις που επιτείνουν την αναπόφευκτη ένταση. Όταν όμως έρθει η στιγμή της εκτόνωσής της, δε θα υπάρχει άλλη δικαιολογία, ούτε άλλη ηθελημένα μάταιη αναρώτηση που διαιωνίζει καλλωπισμένες αυταπάτες. Το ακούω σαν προετοιμασία. Ούτως ή άλλως είναι καιρός μεταβάσεων. Τίποτα άλλο όσο μια καλή αλλαγή δε θα ταίριαζε εδώ.
Κυριακή 16 Μαρτίου 2014
Αργά
Είναι πολύ αργά. Δεν είμαστε παιδιά. Αφήσαμε πίσω χρόνια. Αρκετά για να μας τυφλώνει η σκόνη που σηκώνουν φεύγοντας. Το δωμάτιο έχει αλλάξει. Κάθε αντικείμενο μέσα του έχει αλλοιωθεί. Η σκιά που ρίχνει φαίνεται τόσο αλλιώτικη. Δε θυμίζει σε τίποτα τον πρώτο της εαυτό. Ούτε κι εγώ. Ή έστω έτσι νομίζω. Εκείνοι οι θόρυβοι που είχαν γίνει πιο οικείοι από ποτέ, έχουν πια ξεμακρύνει πολύ -σχεδόν δεν τους ακούω. Ήταν ξημέρωμα κι είχε κατασκόταδο. Ποτέ δε μ' εγκαταλείπει. Ποτέ. Μεγαλώνω μαζί του. Και περιμένω. Είναι φορές που μόνο έτσι καταφέρνεις να ακούσεις και να μάθεις. Είναι αργά λοιπόν. Τον αέρα του δωματίου -που κουβαλάει μέσα του μεγάλα παράπονα και που διαφορετικά θα δυσκόλευαν την αναπνοή- δεν τον νιώθω βαρύ. Ίσα-ίσα που για τις δικές μου αισθήσεις είναι πιο ελαφρύς και διαυγής από ποτέ. Τα αντανακλαστικά ακονίζονται επιμελώς. Και εξασκούνται στην κάθε μέρα που περνάει. Ημέρες με μέτριες επιδόσεις. Μα πάντα με τις ίδιες αποστάσεις από τη φθορά. Η ώρα είναι αργά. Μα δεν την παίρνω για τέτοια. Γιατί ποτέ δε δηλώνει την παρουσία της. Είναι πιο διακριτική απ' όσο μ' αφήνει να καταλάβω. Την ευχαριστώ που γίνεται σύμμαχος μου για τη συνέχεια.
Περπατούμε μαζί στο ίδιο μονοπάτι. Τα βήματα μας περιστοιχίζονται από όρια, φυσικά και τεχνητά. Που βλέπουμε κι αγγίζουμε και χάνουμε. Και άλλα που ορίζουμε με το αίμα μας. Σε δρόμους στενούς και σε δρόμους πλατείς. Σ' ευσεβείς καταδηλώσεις. Και σε πορείες γυμνές και ατέλειωτες, προς αμέτρητων ειδών λυτρώσεις.
Αυτή η ανταύγεια που διαπερνά τα κατεβασμένα ρολά, σημαίνει το άνοιγμα ενός ακόμα κύκλου, μιας ακόμα αναμενόμενα αναπάντεχης περιπέτειας.